Νοτιοδυτικά της κοσμοπολίτικης Χώρας της Μυκόνου, η λιτή αυτή κατοικία δεν «δεσπόζει», αλλά σέβεται το κυκλαδίτικο τοπίο. Μακριά από τα αρχιτεκτονικά στερεότυπα που κυριαρχούν στην περιοχή, αποτελεί υπόδειγμα απλότητας με λιτές γραμμές σχεδίασης και καθαρές επιφάνειες. Εκπληξη αποτελεί ο συνδυασμός των υλικών: πέτρα, τσιμέντο και γυαλί συνυπάρχουν αρμονικά τόσο στο εξωτερικό του σπιτιού όσο και στο εσωτερικό του. Ακόμη και οι δύο συνεχόμενες πισίνες εναρμονίζονται με το θαλασσινό στοιχείο, με το οποίο τις χωρίζει μια «απλωτή». Οι ιδιοκτήτες εμπιστεύτηκαν τη διακόσμηση στην interior designer Αννα-Μαρία Κοσκόρου και το landscape στο γραφείο Doxiadis+.



H κατοικία αναπτύσσεται σε δύο όγκους και έχει μαγικό προσανατολισμό, «βλέποντας» στη Δήλο και στη Ρήνεια. Για αυτό σχεδιάστηκε έτσι ώστε τόσο οι ένοικοι όσο και οι επισκέπτες να έχουν τη μέγιστη δυνατή οπτική επαφή με τη θάλασσα. Τα μεγάλα ανοίγματα ουσιαστικά εξυπηρετούν έναν συνεχή «διάλογο» μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού χώρου και αφήνουν την αιγαιοπελαγίτικη αύρα να διαπερνά όλο το κτίσμα, ενώ όσα παράθυρα δεν έχουν το προνόμιο της πανοραμικής θέας είναι μικρότερων διαστάσεων, για να αφήνουν να μπαίνει μεν το φως αλλά όχι η ζέστη και τα αδιάκριτα βλέμματα. Πρόκειται για ένα σπίτι που αξίζει όχι μόνο να το φωτογραφίζει κανείς, αλλά κυρίως να το ζει. Με δωμάτια πολύ μεγαλύτερα από ό,τι προστάζει η παραδοσιακή αρχιτεκτονική, αλλά διαμορφωμένα με σεβασμό στα υλικά και στην αισθητική του τόπου, η κατοικία των 500 τ.μ. είναι πέρα για πέρα ανθρωποκεντρική. Απολαυστικές είναι οι απογευματινές βουτιές στην πισίνα και ο υπνάκος στα κλεφτά, επάνω στα άνετα ανάκλιντρα που επιλέχτηκαν για τα σκεπαστά καθιστικά και τις ανοιχτές βεράντες, όταν οι ένοικοι υποκύπτουν στη θερινή ραστώνη.

Και τις φορές όμως που η παρέα μαζεύεται στο εσωτερικό του σπιτιού, η ίδια αίσθηση «ξεκούρασης» υπηρετείται από τη λιτή διακόσμηση: τα απολύτως απαραίτητα έπιπλα που συνθέτουν τους χώρους παραπέμπουν στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, ενώ στους τοίχους συναντά κανείς μόνο φωτογραφίες του Γιώργου Κορδάκη και της Κατερίνας Καλούδη, που προσθέτουν καλοκαιρινό τόνο στο όλο σκηνικό.