Το αλουμίνιο και τα προϊόντα έντασης τεχνολογίας και εξειδικευμένης εργασίας, είναι αυτά που έχουν αποκτήσει ιδιαίτερη δυναμική στη διεθνή αγορά, σύμφωνα με έρευνα του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΠΣΕ) και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ), στη διετία 2010 – 2011.
Στο πλαίσιο της ετήσιας έρευνας για τα 100 πιο εξαγώγιμα ελληνικά προϊόντα και τις 100 πιο σημαντικές αγορές για την Ελλάδα παγκοσμίως, ο ΠΣΕ και το ΚΕΕΜ καταγράφουν σημαντικές ανακατατάξεις, που αφενός επιβεβαιώνουν μετασχηματισμό του εξαγωγικού προτύπου της χώρας προς όφελος των τυποποιημένων και μεταποιημένων προϊόντων και αφετέρου συνθέτουν έναν νέο παγκόσμιο χάρτη για το εξωτερικό εμπόριο της χώρας.
Σύμφωνα με δήλωση της προέδρου του ΠΣΕ, κυρίας Χριστίνας Σακελλαρίδη «τα στοιχεία δείχνουν ότι η Ελλάδα και παράγει και εξάγει προϊόντα υψηλής ποιότητας, τεχνογνωσίας και καινοτομίας. Παράλληλα, όμως, αναδεικνύουν και τον γενικότερο ρόλο που καλείται να διαδραματίσει η Ελλάδα στο παγκόσμιο εμπόριο, αξιοποιώντας τη γεωγραφική της θέση, τις θαλάσσιες και επίγειες εμπορικές οδούς. Από τον πρωτογενή τομέα και τα αγροτικά προϊόντα, ως τις νέες τεχνολογίες και τις υπηρεσίες, προκύπτουν δυνάμεις και προοπτικές ικανές να προκαλέσουν οριστικό μετασχηματισμό του παραγωγικού προτύπου της χώρας».
Σύμφωνα με την έρευνα του ΠΣΕ και του ΚΕΕΜ, στη λίστα των 100 πιο εξαγώγιμων ελληνικών προϊόντων καταγράφονται 15 νέες περιπτώσεις προϊόντων, που αφορούν κυρίως προϊόντα αλουμινίου, δομικά υλικά, λιπάσματα και συσκευές μεταφορές δεδομένων. Επίσης αυξημένες είναι οι εξαγωγές φράουλας, καπνιστών ψαριών, εμφιαλωμένου νερού και παιδικών παιχνιδιών.
Αντίθετα, από το ΤΟΡ 100 του 2011, απουσιάζουν προϊόντα όπως: αρτοποιήματα και ζαχαρώδη προϊόντα, μανταρίνια και πεπόνια, ορισμένοι τύποι χρωμάτων, ορμονούχα φάρμακα, είδη υγιεινής και πλοία. Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν, επίσης, και την κρίση που διέρχεται ο άλλοτε κραταιός κλάδος της κλωστοϋφαντουργίας και της ένδυσης, με την απουσία των νημάτων denim και των μη πλεκτών ενδυμάτων. Την κατάσταση εξισορροπούν οι εξαγωγές πλεκτών ενδυμάτων-υφασμάτων και προϊόντων γουνοδερμάτων.
Επίσης επισημαίνεται ακόμη ότι η αύξηση της συμμετοχής των 100 πρώτων προϊόντων στο σύνολο των ελληνικών εξαγωγών, ανέρχεται στο 76% από 57% το 2010.
Σημαντικές ανακατατάξεις όμως προκύπτουν και στις κυριότερες αγορές προορισμού των ελληνικών εξαγώγιμων προϊόντων. Η Ιταλία ξεπέρασε στην πρώτη θέση τη Γερμανία, ενώ αξιοσημείωτη άνοδο τριών θέσεων σημείωσε η γειτονική Τουρκία, εκτοπίζοντας από την τρίτη θέση της κατάταξης την Κύπρο.
Για μία ακόμη χρονιά συνεχίστηκε η αύξηση των Εφοδιασμών Πλοίων προς Τρίτες Χώρες, που διεθνώς υπολογίζεται ως ξεχωριστή αγορά στο διεθνές εμπόριο. Οι Εφοδιασμοί πλέον κατατάσσονται στην κορυφαία πεντάδα των αγορών προορισμού, πάνω από Βουλγαρία και ΗΠΑ, οι οποίες ακολουθούν, στην υπο-ομάδα των αγορών με εισαγωγές άνω του 1 δις ευρώ από την Ελλάδα.
Στην κατάταξη των 100 πρώτων αγορών προορισμού για τα ελληνικά προϊόντα υπάρχουν 7 νέες περιπτώσεις: Τόγκο (απευθείας στην 61η θέση, με 28,7 εκατ. ευρώ), Αργεντινή (63η, με 27,1 εκατι. ευρώ), Νήσοι Φάλκλαντ (73η θέση, με 17,4 εκατ. ευρώ), Μπενίν (74η θέση, με 16,4 εκατ. ευρώ), Μπαγκλαντές (84η θέση, με 8,6 εκατ. ευρώ ), Περού (94η θέση, με 6,4 εκατ. ευρώ) και Αγία Ελένη (98η θέση, με 5,6 εκατ. ευρώ). Αντίθετα, εκτός της κατάταξης των 100 πρώτων αγορών, βρέθηκαν χώρες όπως: Μπαχρέιν, Μπαχάμες, Καμερούν, Ουρουγουάη, Βιετνάμ, Φιλιππίνες και Σουρινάμ.
Η αξία των ελληνικών εξαγωγών στο 2011 αυξήθηκε κατά 37% και ανήλθαν στα 22.451 εκατ. ευρώ, έναντι 16.391,8 εκατ. ευρώ το 2010. Η σημαντική ανοδική πορεία τους οφείλεται στη γενικευμένη αύξηση της αξίας των εξαγωγών προς όλες τις γεωγραφικές περιοχές κυρίως προς τον «ανεπτυγμένο κόσμο», αλλά και προς τις παραδοσιακά σημαντικότερες εξαγωγικές αγορές της χώρας μας.
Οι μεγαλύτερες αυξήσεις εξαγωγών καταγράφονται σε ποσοστιαία βάση για χώρες όπως: το Ουζμπεκιστάν (1044%, στα μόλις 7,9 εκ.€), η Αργεντινή (645%), η Σιγκαπούρη (470,6%), η Γεωργία (434,1%), η Σ. Αραβία (145%), η Ν. Κορέα (143%), τα Ην. Αρ. Εμιράτα (123,9%), η Συρία (109,8%), η Τουρκία (104,2%), η Κίνα (81,9%), οι ΗΠΑ (81%), η Ουκρανία (75,7%), η Βραζιλία (72,4%), το Ισραήλ (67,1%) και η Αίγυπτος (65,9%).
Πτωτικά κινήθηκαν οι εξαγωγές της Ελλάδας, μόλις σε 23 χώρες του κόσμου και συγκεκριμένα: Ιορδανία (49,2%), Νίγηρας (48%), Μπαχρέιν (47%), Φιλιππίνες (40%), Ισλανδία (35,7%), Μεξικό (32%), Μπαχάμες (31%), Καζακστάν (28%), Λιβύη (23%), Αζερμπαϊτζάν (18,3%), Ιράκ (17,2%), Κατάρ (16%), Ελβετία (16%), Μαρόκο (14,5%), Ινδία (12,9%), Ιρλανδία (11,2%), Λευκορωσία (8,2%), Σουηδία (6,2%), Λετονία (4,6%), Νοτ. Αφρική (4%), Ιαπωνία (3,2%), Γερμανία (2%) και Ρουμανία (1%). Υπολογίζεται ότι η Ελλάδα διατηρεί εμπορικές σχέσεις συνολικά με 217 χώρες.
Οι εισαγωγές
Σε ότι αφορά τις εισαγωγές, η αξία τους το 2011 διαμορφώθηκε σε 43.272,6 εκατ. ευρώ έναντι 48.106,6 εκατ. ευρώ το 2010, παρουσιάζοντας υποχώρηση κατά 10%. Η υποχώρηση αυτή οφείλεται στη μείωση των εισαγωγών από τις περισσότερες γεωγραφικές περιοχές και κατά κύριο λόγο από τον ανεπτυγμένο κόσμο που καλύπτει περίπου το 60% των συνολικών εισαγωγών μας.
Από πλευράς εισαγόμενων προϊόντων, η σημαντικότερη υποχώρηση η οποία καθορίζει και τη συνολική μείωση τους το 2011 (κατά 10%), σημειώθηκε στα βιομηχανικά προϊόντα κατά 17,6% (στα 24.284 εκατ. ευρώ από 29.463 εκατ. ευρώ), που συμμετέχουν με ποσοστό 56% στο σύνολο των ελληνικών εισαγωγών.
Αυξημένες (κατά 2,2%) ήταν οι εισαγωγές της τρίτης σε σημασία κατηγορίας προϊόντων, των αγροτικών προϊόντων (στα 5.917 εκατ. ευρώ έναντι 5.788 εκατ. ευρώ στο 2010, αλλά και οι μικρότερης αξίας εισαγωγές της κατηγορίας πρώτες ύλες κατά 20,4% (σε 1.434 εκατ. ευρώ από 1.191 εκατ.ευρώ).
Η αύξηση της αξίας των εξαγωγών (37%) σε συνδυασμό με την υποχώρηση των εισαγωγών (10%) είχε σαν αποτέλεσμα τη μείωση του εμπορικού ελλείμματος κατά 10,9 δισ. ευρώ (σε 20,8 δισ. ευρώ το 2011 έναντι 31,7 δισ.ευρώ το 2010), στα επίπεδα του 10% περίπου του ΑΕΠ.
Εν τω μεταξύ η υποχώρηση της αξίας των εξαγωγών προς τις χώρες-μέλη της ΕΕ, τον περασμένο Ιανουάριο είχε ως συνέπεια την περαιτέρω επιβράδυνση των ρυθμών αύξησης των ελληνικών εξαγωγών, επεκτείνοντας την ισχύουσα τάση των τελευταίων μηνών. Σύμφωνα, με τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛ-ΣΤΑΤ, όπως τα ανάλυσε ο ΠΣΕ, για τον Ιανουάριο του 2012, προκύπτει μεγαλύτερη αύξηση των συνολικών εξαγωγών κατά 11,45%, στο 1,6 δισ. ευρώ (από 1,44 δις του Ιανουαρίου του 2011), έναντι των αρχικών εκτιμήσεων (9,9%). Ωστόσο, το ποσοστό της αύξησης υποχωρεί στα επίπεδα του 1% αν εξαιρεθούν από τον υπολογισμό τα πετρελαιοειδή (στο 1,2 δισ. ευρώ, από 1,18 δισ. το 2010).
Να σημειωθεί ότι η αύξηση χωρίς τα πετρελαιοειδή τον Ιανουάριο του 2012 είχε αρχικά εκτιμηθεί στο 3,2%.
Η επιβράδυνση των ρυθμών αύξησης των εξαγωγών αποδίδεται κυρίως στη μείωση των εξαγωγών προς τις χώρες μέλη της ΕΕ, που αποτελούν και τη μεγαλύτερη αγορά των ελληνικών προϊόντων. Συγκεκριμένα, χωρίς τα πετρελαιοειδή προκύπτει μείωση εξαγωγών προς τις αγορές της ΕΕ κατά 5,9%, σε σχέση με τον Φεβρουάριο του 2011. Συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών η μείωση είναι μικρότερη και αγγίζει το 2%.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, το 62% των ελληνικών εξαγωγών -εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών- κατευθύνεται στις χώρες-μέλη της ΕΕ. Το ποσοστό όμως περιορίζεται στο 50,4%, αν υπολογιστούν συνολικά οι εξαγωγές και συμπεριληφθούν στον υπολογισμό και τα πετρελαιοειδή.
Οι εισαγωγές
Σε ό,τι αφορά τις εισαγωγές, χωρίς τα πετρελαιοειδή, κατά τον Ιανουάριο 2012, η αξία τους ανήλθε στο ποσό των 2,24 δισ. ευρώ από 2,65 δισ. ευρώ κατά τον ίδιο μήνα του έτους 2011 παρουσιάζοντας μείωση, 15,6%. Έτσι, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου, χωρίς πετρελαιοειδή, διαμορφώθηκε σε 1,03 δισ. ευρώ έναντι 1,46 δισ. ευρώ κατά τον ίδιο μήνα του έτους 2011, παρουσιάζοντας μείωση, σε ευρώ, 29,1%.