«Χρεοκρατία» και των γονέων: προτού στεγνώσει καλά-καλά το μελάνι των υπογραφών κάτω από το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους άρχισε η συζήτηση για ένα τρίτο πακέτο βοήθειας, ήτοι για νέα χρέη ύψους δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ.
Την αρχή έκανε ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε με την επιστολή που έστειλε στους γερμανούς βουλευτές στις 7 Μαρτίου, δύο ημέρες πριν από την έγκριση του δεύτερου πακέτου βοήθειας από τη γερμανική Βουλή, στην οποία δεν απέκλειε την παροχή και ενός τρίτου. Η εξήγηση που έδωσε λίγο αργότερα γι’ αυτό ήταν μάλλον τεχνικής φύσεως και συνδεόταν με τον στρατηγικό στόχο της βοήθειας, ήτοι τη μείωση του χρέους στο 120% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) το 2020. «Το ΔΝΤ, το οποίο συμμετέχει στο πακέτο, μπορεί λόγω Καταστατικού να προγραμματίζει μόνο για τρία χρόνια, δηλαδή από τώρα ως το 2014» είπε. «Από τότε όμως και ως το 2020 μένουν άλλα έξι χρόνια. Και σε αυτά ίσως προκύψει η ανάγκη για πρόσθετο πακέτο».
Το θέμα αυτό παίζει κεντρικό ρόλο και στις συνεντεύξεις που ακολουθούν. Σε αντίθεση όμως με τον γερμανό υπουργό Οικονομικών, οι ερωτώμενοι, τρεις γνωστοί γερμανοί πολιτικοί, αναλύουν σε αυτές τους ουσιαστικούς λόγους που κάνουν πιθανή, αν όχι αναπόφευκτη, την παροχή του τρίτου ή και τέταρτου πακέτου. Η μόνη βασική διαφορά μεταξύ τους είναι όχι το αν αλλά το πότε θα δοθεί. Και αυτό προμηνύει, σε ακραία περίπτωση, «χρεοκρατία» χωρίς ημερομηνία λήξεως.
ΜΙΧΑΕΛ ΜΑΪΣΤΕΡ (Αντιπρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας των Χριστιανοδημοκρατών
«Οι Ελληνες δεν έχουν καταλάβει ακόμη τι τρέχει»

Το εγχείρημα «κούρεμα του χρέους» πέτυχε, ο έλληνας ασθενής παραμένει σε κώμα;

«H Ελλάδα έχει τέσσερα μεγάλα προβλήματα. Το ένα είναι η υπερχρέωση. Σε αυτόν τον τομέα έγινε μέσω του «κουρέματος» ένα μεγάλο βήμα προς τα εμπρός, χωρίς όμως να έχει διασφαλιστεί πραγματικά η βιωσιμότητα του χρέους. Το δεύτερο είναι ο ελλειμματικός κρατικός προϋπολογισμός, που επιτάσσει την τήρηση των δεσμεύσεων για τη σταθεροποίησή του. Το τρίτο είναι η αναποτελεσματικότητα της ελληνικής διοίκησης, που επιβάλλει τη ριζική αναμόρφωσή της, π.χ. σε ό,τι αφορά την απορρόφηση κοινοτικών κονδυλίων και τη συγκομιδή φόρων. Και το τέταρτο είναι η ανάπτυξη. Εδώ είναι αναγκαίες οι μεταρρυθμίσεις στο εργασιακό καθεστώς, ενώ πρέπει να επισπευσθούν το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων και η αξιοποίηση των κοινοτικών κονδυλίων σε επιλεγμένους τομείς».
Σε τι θα βοηθήσουν οι ιδιωτικοποιήσεις;
«Ας δούμε τη δική μας εμπειρία. Χάρη στην ιδιωτικοποίησή της προ εικοσαετίας η Lufthansa παίζει σήμερα σημαντικό ρόλο στις διεθνείς αερογραμμές. Το ίδιο ισχύει και για την Τelekom, καθώς και τα ταχυδρομεία. Οι κερδισμένοι ήταν τόσο οι γερμανοί καταναλωτές, που έχουν σήμερα στη διάθεσή τους πολύ περισσότερα και φθηνότερα προϊόντα, όσο και οι επιχειρήσεις, που έγιναν διεθνώς πιο ανταγωνιστικές. Αν είχαν μείνει κρατικές, θα έμεναν στάσιμες. Σημασία δεν έχει λοιπόν τι ποσό μπορεί να εισπραχθεί από την πώληση των εταιρειών. Το βασικό κριτήριο είναι η αύξηση, πρώτον, της ανταγωνιστικότητάς τους και, δεύτερον, του οφέλους για τους καταναλωτές».
Σχετικά με τις εκλογές τον ερχόμενο Μάιο, θα προτιμούσατε να παραμείνει η κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου και έπειτα από αυτές σε περίπτωση που ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα, η Νέα Δημοκρατία και το ΠαΣοΚ, δεν καταφέρει να αποκτήσει αυτοδυναμία;
«Δεν θα ανακατευθώ με τίποτα στις ελληνικές εκλογές. Αυτό που ισχύει είναι: η Ευρώπη και το ΔΝΤ προσφέρονται να βοηθήσουν την Ελλάδα σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση. Οι έλληνες ψηφοφόροι και πολιτικοί πρέπει να αποφασίσουν αν αποδέχονται τη βοήθεια ή αν την απορρίπτουν».
Θα υποστηρίξετε στις εκλογές το αδελφό σας κόμμα στην Ελλάδα, τη Νέα Δημοκρατία;
«Φυσικά και στεκόμαστε στο πλευρό των χριστιανοδημοκρατών φίλων μας. Αυτό δεν παίζει όμως ρόλο σε σχέση με το δεύτερο πακέτο βοήθειας. Το αποφασιστικό ερώτημα είναι εδώ αν ύστερα από την πολύχρονη αποτυχία των ελληνικών ελίτ η Ελλάδα χρειάζεται άλλες δομές και αν αποδέχεται ή όχι τη βοήθεια των φίλων της».
Διευκολύνει την κατάσταση η στροφή της Νέας Δημοκρατίας υπέρ του πακέτου;
«Για μας η βάση για την παροχή της βοήθειας είναι μια κυβέρνηση η οποία, ανεξάρτητα από τη σύνθεσή της, θα τηρήσει τις δεσμεύσεις του πακέτου. Οσο ισχύει αυτό η βοήθεια θα βρίσκεται στη διάθεσή της. Διαφορετικά η Ελλάδα θα πρέπει να βρει τον δικό της δρόμο. Δεν θα υπάρξουν διαπραγματεύσεις και αλλαγές εκ των υστέρων».
Είναι το μοντέλο ανάπτυξης που επιβάλλεται στην Ελλάδα μέσω του δεύτερου πακέτου συμβατό με εκείνα των άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης εν όψει της δραστικής περικοπής των μισθών και των εργασιακών δικαιωμάτων;
«Πρώτον, κανείς δεν επιβάλλει κάτι στην Ελλάδα. Η χώρα παρακάλεσε για βοήθεια και πήρε μια προσφορά γι’ αυτήν. Είναι στο χέρι της αν θα την αποδεχθεί ή όχι. Δεύτερον, υπάρχουν χώρες, όπως οι Βαλτικές, οι οποίες πραγματοποίησαν από μόνες τους, χωρίς κάποιους εξωτερικούς όρους ή εξωτερική βοήθεια, πολύ μεγαλύτερα εγχειρήματα του ιδίου είδους. Γι’ αυτό και απορώ που μου τίθεται τέτοια ερώτηση. Εκείνο που έκαναν άλλοι εθελουσίως και χωρίς ξένη βοήθεια δεν γίνεται προφανώς αποδεκτό από την Ελλάδα, που παραπονιέται μάλιστα και για άσκηση εξωτερικής πίεσης. Αυτό δείχνει ότι συνειδησιακά οι Ελληνες δεν έχουν συλλάβει ακόμη την πραγματικότητα. Θα τους συνιστούσα προτού αρχίσουν τα παράπονα να πάνε στη Βαλτική για να δουν τι συνέβη εκεί χωρίς εξωτερική βοήθεια».

ΓΚΕΡΧΑΡΝΤ ΣΙΚ (Κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος των Πρασίνων)
«Εκμεταλλευθείτε ήλιο και άνεμο»

Τον τελευταίο καιρό στην Ελλάδα όλο για ανάπτυξη ακούμε και ανάπτυξη δεν βλέπουμε. Πώς το εξηγείτε αυτό;

«Με το γεγονός ότι η προσπάθεια επικεντρώθηκε ως τώρα μονόπλευρα στη μείωση των χρεών και στη δημοσιονομική εξυγίανση. Η ανάπτυξη αποτελεί όμως εξίσου σημαντικό παράγοντα. Γι’ αυτό και προτείνουμε ένα πρόγραμμα επενδύσεων που αποβλέπει ιδίως στον οικολογικό εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας. Μια χώρα που έχει τόσο πολύ ήλιο και άνεμο δεν χρειάζεται να εισάγει τόσο πολύ πετρέλαιο όπως τώρα. Αλλά η λύση για όλα αυτά μπορεί να δοθεί μόνο στην Αθήνα, όχι σε ξένες πρωτεύουσες».
Μπορεί όμως να γίνει πραγματική ανάπτυξη σε μια χώρα στην οποία οι εργαζόμενοι έχουν χάσει το 30%-50% των μισθών τους;
«Στην Ελλάδα εφαρμόστηκε ένα μοντέλο ανασυγκρότησης το οποίο προκάλεσε πολύ μεγαλύτερα οικονομικά και κοινωνικά κόστη από ό,τι έπρεπε. Τα δύο προηγούμενα χρόνια πήγαν κυριολεκτικά χαμένα. Το «κούρεμα» ήταν η πρώτη μεγάλη ανακούφιση που δέχθηκε η χώρα. Στον τομέα της ανάπτυξης όμως γίνονται ελάχιστα πράγματα. Και αυτό προοιωνίζεται νέα πακέτα».
Δεν φοβάστε ότι, αν το ελληνικό μοντέλο μεταδοθεί και σε άλλες χώρες της ευρωζώνης, θα έχουμε σύντομα όχι απλώς μια Ευρώπη των δύο ταχυτήτων αλλά των δύο κόσμων, του Πρώτου και του Τρίτου;
«Ο φόβος είναι όντως υπαρκτός. Η Ελλάδα είναι το πιο ακραίο μοντέλο, αλλά και στην Πορτογαλία και στην Ισπανία έχουμε μεγάλη ανεργία και καθίζηση των μεσαίων τάξεων. Η φτώχεια αυξάνεται παντού. Αυτό ισχύει και για τη Γερμανία, όπου η ψαλίδα ανάμεσα στους πλούσιους και στους φτωχούς διευρύνεται τελευταία. Θα χρειαστούμε σε ολόκληρη την Ευρώπη μια διόρθωση του τρόπου αναδιανομής του πλούτου, όχι μόνο στις χώρες που πλήττονται άμεσα από την κρίση».

ΜΙΧΑΕΛ ΣΛΕΧΤ (Επικεφαλής των οικονομολόγων του κόμματος «Αριστερά»
«Ολα θα κριθούν πάλι στο Βερολίνο»

Το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων που κατέχουν ιδιώτες επενδυτές αποτελεί γεγονός. Παρ’ όλα αυτά, εσείς υποστηρίζετε ότι δεν θα πετύχει τον στόχο του. Γιατί;

«Επειδή η πολιτική της λιτότητας μειώνει δραστικά την απόδοση της εθνικής οικονομίας. Και δεδομένου ότι το ποσοστό του χρέους καθορίζεται από τη σχέση του χρέους προς αυτή την απόδοση, θα έχουμε αύξηση του ποσοστού ακόμη και σε περίπτωση μείωσης του χρέους σε απόλυτους αριθμούς. Για να αντιστραφεί η καταστροφική αυτή πορεία πρέπει να μπει στη θέση της λιτότητας ένα ισχυρό αναπτυξιακό πρόγραμμα. Αλλιώς θα έχουμε σύντομα τρίτο και τέταρτο πακέτο βοήθειας».
Το λεγόμενο ευρωπαϊκό Σχέδιο Μάρσαλ είναι μια καλή βάση για την ανάπτυξη;
«Ναι, αλλά στον βαθμό που στηρίζεται μόνο στα κονδύλια των διαρθρωτικών ταμείων όχι αρκετό. Αναγκαίο είναι ένα εθνικό πρόγραμμα ανάπτυξης με ξένη χρηματοδότηση, που θα έχει στο επίκεντρο τη βιομηχανική ανάπτυξη της χώρας».
Η τρόικα απαιτεί από την Ελλάδα μια καλή διοίκηση, από την άλλη όμως επιβάλλει την κατάργηση μιας σειράς ρυθμίσεων που χαρακτηρίζουν μια χρηστή αγορά εργασίας. Μπορεί να αποφέρει καλά αποτελέσματα μια τέτοια πολιτική;
«Φυσικά όχι. Αλλά εκείνο που δεν γνωρίζουν ίσως οι αναγνώστες σας είναι ότι η απορρύθμιση συντελείται από πολλού και στη Γερμανία, με αποτέλεσμα τα τελευταία δέκα χρόνια οι μισθοί να πέσουν κατά 4,5%. Αυτό οδήγησε σε μικρή αύξηση του κόστους εργασίας ανά τεμάχιο και κατ’ ακολουθία σε έκρηξη των γερμανικών εξαγωγών – σε βάρος φυσικά των χωρών της ευρωζώνης. Τα γερμανικά πλεονάσματα στο εξαγωγικό εμπόριο προκάλεσαν τα ελλείμματα των εταίρων της στο εισαγωγικό. Και αυτό μεταφράστηκε τελικά μέσω των δανείων που σκόρπιζαν αλόγιστα οι γερμανικές τράπεζες στις οικονομικά αδύναμες χώρες σε τεράστια κρατικά ελλείμματα. Αν αυτό δεν περιοριστεί δραστικά, τότε αργά ή γρήγορα η Ευρωπαϊκή Ενωση και η ευρωζώνη θα καταρρεύσουν».
Από οικονομική άποψη η εξέλιξη αυτή είναι προφανώς δύσκολο να ανακοπεί. Από πολιτική;
«Θα έλεγα στους Ελληνες που διαδηλώνουν στην πλατεία Συντάγματος να μεταφέρουν τις διαδηλώσεις τους μπροστά στην καγκελαρία του Βερολίνου. Η γερμανική κυβέρνηση είναι ο πραγματικός τους αντίπαλος, όχι η ελληνική».
Θα μπορούσε να αντικατασταθεί η πολιτική Μέρκελ από μια πιο «φιλευρωπαϊκή» σε περίπτωση που θα έρχονταν στην εξουσία οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Πράσινοι;
«Το δράμα είναι ότι ο βασικός υπαίτιος για τη σημερινή κρίση στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες δεν είναι η Ανγκελα Μέρκελ αλλά ο Γκέρχαρντ Σρέντερ. Αυτός ήταν που μαζί με τον Γιόσκα Φίσερ επέβαλε, μέσω της κυβέρνησης Σοσιαλδημοκρατών – Πρασίνων, την απορρύθμιση της γερμανικής αγοράς εργασίας, την περικοπή των εργασιακών δικαιωμάτων και τη δημιουργία ενός μεγάλου τομέα χαμηλομίσθων. Αυτός ήταν που άνοιξε τον δρόμο της απορρύθμισης και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το ενδιαφέρον ερώτημα λοιπόν είναι αν μια νέα κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών – Πρασίνων θα στέρξει να αναθεωρήσει τις «μεταρρυθμίσεις» του Σρέντερ. Αν αυτό δεν γίνει, τότε δεν θα αλλάξει τίποτε στην Ευρώπη».
Δεν βασίζεστε καθόλου στον Σοσιαλιστή Φρανσουά Ολάντ σε περίπτωση εκλογικής νίκης του τον ερχόμενο Απρίλιο στη Γαλλία;
«Ο Ολάντ θα φτύσει σίγουρα στη μία ή στην άλλη περίπτωση στη σούπα των Γερμανών. Το κύριο θέμα όμως είναι οι εξελίξεις στη γερμανική πολιτική. Ιστορικά, δυστυχώς, η κατάσταση είναι παρόμοια με εκείνη στα μέσα του προηγούμενου αιώνα: η μοίρα της Ευρώπης αποφασίζεται πάλι στο Βερολίνο».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ