Μια φορά κι έναν καιρό, όταν για την υπόλοιπη Ευρώπη η Ελλάδα ήταν μία κουκίδα στο χάρτη και το μόνο που γνώριζαν από μας ήταν ο Παρθενώνας και η Μύκονος, περιμέναμε πώς και πώς να έρθει η άνοιξη για να ακουστεί το όνομά μας στο διαγωνισμό της Γιουροβίζιον. Ήταν εκείνα τα τρία ένδοξα λεπτά-όσο διαρκούσε πάνω κάτω το τραγούδι. Κάποιες ελληνικές σημαίες ανέμιζαν στις κερκίδες και οι παρουσιαστές πάσχιζαν να προφέρουν σωστά το όνομα του τραγουδιού και του καλλιτέχνη. Ο αγγλικός στίχος δεν είχε μπει ακόμη στη ζωή μας, κι έτσι συχνά κάναμε επίδειξη λεξιλογίου, στέλνοντας τραγούδια με τίτλους-γλωσσοδέτες, όπως «Ellada hora tou fotos» (Καίτη Γαρμπή, 1994) και «Emeis forame to himona anixiatika» (Μαριάννα Ευστρατίου, 1996). Στην περίπτωση της Καιτούλας βέβαια, το θαλασσί φόρεμα με το αβυσσαλέο σκίσιμο στο πλάι, αποδείχτηκε πολύ εύγλωττο και έστειλε την ελληνική συμμετοχή στην ένατη θέση. Χαρές και πανηγύρια τότε: «Η Ελλάδα στην πρώτη δεκάδα της Γιουροβίζιον!».

Η αλήθεια είναι ότι ακόμη και οι ορκισμένοι εχθροί του διαγωνισμού, που τον είχαν χαρακτηρίσει «πανηγυράκι» από τα πρώτα του βήματα, πάντα νευρίαζαν όταν στέλναμε άσματα κάτω του μετρίου-πολύ συχνά δηλαδή. Από τη μια έλεγαν «τί σαχλαμάρα θεσμός είν’ αυτός» κι από την άλλη, δεν τους άρεσε η ιδέα ότι ρεζιλευόμαστε διεθνώς-ακόμα θυμάμαι το sms που μου είχε στείλει βέλγος φίλος μου σχολιάζοντας την τραγική ερμηνεία του Μιχάλη Ρακιντζή (2002): «τελικά οι Έλληνες είναι ο πιο παράφωνος λαός!».

Η Ελλάδα άρχισε να διογκώνεται στα πρεσβυωπικά μάτια της Γηραιάς Ηπείρου από το 2004. Όχι λόγω Σάκη Ρουβά και «Shake it», αλλά λόγω του πιο απρόβλεπτου πρωταθλήματος Euro όλων των εποχών και φυσικά λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων. Εκείνο ήταν το απόλυτο «Summer of Greece», όπως τυπωνόταν σαν σλόγκαν σε μπλουζάκια, για να το αγοράζουν οι τουρίστες και να το διαφημίζουν και στους συμπατριώτες τους, επιστρέφοντας. Το 2005 κι ενώ οι αλαλαγμοί από τους ξέφρενους πανηγυρισμούς δεν είχαν προλάβει να κοπάσουν, η Έλενα Παπαρίζου κέρδισε την πρωτιά και στη Γιουροβίζιον. Το χατ τρικ είχε επιτευχθεί. Πρώτοι σε όλα. Ποδόσφαιρο, τελετή έναρξης και Ολυμπιακοί που έκαναν ακόμη και τους πιο σκληροπυρηνικούς ξένους ανταποκριτές να ζητούν δημόσια «signomi» που μας είχαν αμφισβητήσει και φυσικά, στο τραγούδι με το όνομα και πράγμα «My number one».

Συνεχίζοντας το σερί υπέρλαμπρων διοργανώσεων, φιλοξενήσαμε και τη Γιουροβίζιον 2006, με παρουσιαστές τη «διεθνή» Μαρία Μενούνος και τον Σάκη Ρουβά. Ο οποίος Ρουβάς, απέδειξε περίτρανα πόσο προτιμότερο είναι να τραγουδάει και όχι να μιλάει, όταν απάντησε με αγοραίο χιούμορ στον Ολλανδό σχολιαστή που του έκανε gay κόρτε on air και ζητούσε το τηλέφωνό του: «Να μου δώσεις εσύ το δικό σου. Βάζω στοίχημα ότι είναι 696969». Καμία σχέση με 12 points. Μηδέν εις στο πηλίκον.

Το 2006 δεν έμεινε στην ιστορία του θεσμού λόγω της φαντασμαγορικής ελληνικής διοργάνωσης-η ΕΡΤ μπερδεύτηκε και νόμιζε ότι έπρεπε να ετοιμάσει τελετή έναρξης για Ολυμπιακούς-, αλλά επειδή υπήρχαν δύο εμπρηστικές συμμετοχές, που κορόιδευαν τη Γιουροβίζιον μπροστά στα γερασμένα μούτρα της. Οι Λιθουανοί τραγουδούσαν αυτοσαρκαζόμενοι το «We are the winners of Eurovision» (Είμαστε οι νικητές της Γιουροβίζιον) και οι Φινλανδοί Lordi κατάφεραν να γίνουν, φορώντας μάσκες τεράτων και τραγουδώντας «Hard rock halleluiah». Κατάφεραν επίσης να εξοργίσουν την Ελένη Λουκά και διάφορες άλλες θεούσες που διαδήλωναν κατά του Σατανά που είχε μπει μέσα τους-πάλι ρεζίλι είχαμε γίνει τότε πανευρωπαϊκώς-, αλλά και να τρομάξουν τον Θόδωρο Ρουσόπουλο, που απέφυγε να τους απονείμει το βραβείο, όπως είχε αρχικά συμφωνηθεί.

Αυτά τα δύο τραγούδια που δεν έκαναν χαβαλέ με το διαγωνισμό και γι’ αυτό ακριβώς έκαναν αίσθηση, θα μπορούσαν να μας εμπνεύσουν φέτος. Επειδή ακριβώς η Ελλάδα δεν είναι πια μια κουκίδα στο χάρτη και το όνομά της δεν ακούγεται μόνο κάθε άνοιξη αλλά κάθε μέρα, σε κάθε κεντρικό δελτίο ειδήσεων σε κάθε χώρα του κόσμου, ίσως το 2012 να ήταν η πρώτη και τελευταία χρονιά που έπρεπε να πάρουμε τη Γιουροβίζιον στα σοβαρά. Τώρα που από φτωχός, γίναμε ο πάμπτωχος συγγενής της Ευρώπης, τώρα που όλα τα φώτα είναι στραμμένα πάνω μας, τώρα που η Ελλάδα πουλάει όπως μας έχει διδάξει ο χρυσός κανόνας της αρνητικής διαφήμισης, θα μπορούσαμε να στείλουμε κάτι για να μας ακούσουν. Κάτι αιχμηρό, κάτι αυτοσαρκαστικό, κάτι που κρατάμε πολύ καιρό καταπιεσμένο και θέλουμε να το βγάλουμε από μέσα μας, έστω τραγουδιστά.

Το κλειδί είναι να μετατρέψεις το μειονέκτημά σου σε πλεονέκτημα. Τώρα που από τη μακρινή Αυστραλία μας στέλνουν ρούχα και κουβέρτες επειδή πιστεύουν ότι όλοι είμαστε εξαθλιωμένοι και κρυώνουμε ενώ την ίδια στιγμή κάποιοι άλλοι θεωρούν ότι απλά πιάνουμε χώρο στο χάρτη, ένα κλείσιμο του ματιού αξιοποιώντας με χιούμορ την οικονομική κρίση, ίσως βοηθούσε να προσελκύσουμε τουρίστες και όχι να τους κάνουμε πάσα στη γειτονική Τουρκία.

Και αντί γι’ αυτό, η ΕΡΤ μας σέρβιρε τέσσερα τραγούδια που όσες φορές και να τ’ άκουγες ήταν σα να έχεις ακούσει ένα-τόσο ίδια κι απαράλλακτα ήταν. Τόσο πολτοποιημένα, με ξεθυμασμένο μπουζούκι για να παραπέμπει στις ρίζες μας και χαζοβιόλικους στίχους για κοριτσάκια που γουστάρουν αγοράκια. Μεταξύ των τεσσάρων, η νικήτρια Ελευθερία Ελευθερίου είχε τουλάχιστον την καλύτερη σκηνική παρουσία. Οι δύο παρουσιαστές της βραδιάς-καλή η Μαρία Κοζάκου, τηλεοπτικά φορτικός ο Γιώργος Φραντζεσκάκης-έλεγαν και ξανάλεγαν ότι τα φετινά έξοδα θα τα αναλάβει αποκλειστικά η δισκογραφική εταιρεία Universal, ενώ τα εσοδα από τα sms της ψηφοφορίας θα διατεθούν για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Άφεση αμαρτιών για την ασύδοτη σπατάλη των περασμένων, αλλά όχι ξεχασμένων ετών;

Δεν έλειψαν και τα μηνύματα συμπαράστασης από άλλες χώρες, όπως εκείνο σέρβου τραγουδιστή που μας είπε με σπαστά ελληνικά σε βίντεο «Η Σερβία είναι πάντα στο πλευρό της Ελλάδας». Ξαφνικά ένιωθες ότι έχουμε πόλεμο και καταφθάνουν οι φωνές αλληλεγγύης από τους συμμάχους. Αγχώθηκα, λες και έδινα ξανά Ιστορία στις Πανελλήνιες και δεν είχα διαβάσει καλά το κεφάλαιο της Εξωτερικής Πολιτικής. Και μέσα σ’ όλα αυτά, να σου και η βουλγάρα τραγουδίστρια, να τραγουδάει το «Love unlimited», φορώντας ένα ανεκδιήγητο πέτσινο μπουφάν. «Κι εμείς έτσι θα ντυνόμαστε όταν χρεωκοπήσουμε και γίνουμε εντελώς φτωχούληδες;» αναρωτήθηκα.

Παλιά τα πράγματα ήταν ξεκάθαρα όσο και ο ξάστερος ελληνικός ουρανός. Ο Κώστας Μπίγαλης τραγουδούσε στη Γιουροβίζιον του 1994 «Diri Diri» (ντίρι, ντίρι ντίρι ντίρι ντι, μες στο τρεχαντήρι μόνοι μας εγώ κι εσύ). Και το συγκρότημα που τον πλαισίωνε λεγόταν See lovers. Με τόσες φουρτούνες όμως, ποιος θυμάται την ελληνική θάλασσα σήμερα; Το brand name της Ελλάδας, ή καλύτερα η ανάγκη για επαναπροσδιορισμό του, θα αποτελούσε σπαζοκεφαλιά ακόμη και για τον πιο καταφερτζή διαφημιστή. «Είμαστε όλοι Έλληνες», «Give Greece a chance», συνθήματα γραμμένα σε ευρωπαϊκά πανό που κάνουν το γύρο του κόσμου, αλλά δεν μας βγάζουν από το αδιέξοδο.

Η Ελλάδα μοιάζει με ένα προϊόν, κάτι σαν λιχούδικο σνακ με πολλά λιπαρά, από το οποίο έφαγαν όλοι και από πολύ και τώρα ξαφνικά το κατηγορούν για στομαχικές διαταραχές. Και παράλληλα, η ωραία Ρία Αντωνίου με τα τσάτρα-πάτρα ιταλικά της και τα καλλίγραμμα παραπατήματά της μπορεί και να κερδίσει στο «Ballando con le stelle» της RAI, εξαργυρώνοντας έξυπνα την εύθραυστη φωτογένεια της χώρας μας. «Θα το σηκώσει όπως ο Χονδροκούκης!» υστεριάζει το δελτίο του STAR και όχι μόνο. Πριν από μερικές μέρες ο Alpha, έτσι ξαφνικά και αψυχολόγητα, πρόβαλε μέσα στο καταχείμωνο την ταινία «Οι εραστές του καλοκαιριού». Με το ζευγάρι αμερικανών που παραθερίζει στην Σαντορίνη και ασπάζεται την κανιβαλιστική ρήση «μέχρι τρεις είναι δεσμός», όταν αποφασίζει να συμπεριλάβει στη συντροφιά του και μια Γαλλιδούλα. Το «Aphrodisiac» της Ελευθερίου θα ήταν επίκαιρο σε παλιότερες δεκαετίες, όταν πολλοί νόμιζαν ότι η Μύκονος είναι η πρωτεύουσα της Ελλάδας. Τώρα χρειαζόμασταν κάτι άλλο. Αλλά θα πάμε να σαχλαμαρίσουμε στο Μπακού, σα να μη συμβαίνει τίποτα.