Αδυναμία να παράσχει ενημέρωση για τις πηγές χρηματοδότησης και τη διαχείριση
των δανείων Ινστιτούτων πρώην πρωθυπουργών, δηλώνει το υπουργείο Παιδείας επειδή – όπως αναφέρεται σε έγγραφο που
διαβιβάστηκε στη Βουλή – το ίδιο δεν ασκεί οικονομική εποπτεία επί των
Ιδρυμάτων αυτών, πολύ περισσότερο των Ινστιτούτων Πολιτικής.

Το έγγραφο, που είχε υπογραφεί στις 6 Μαρτίου από την πρώην υπουργό Παιδείας,
Άννα Διαμαντοπούλου, διαβιβάστηκε στη Βουλή προς απάντηση ερώτησης που είχε
απευθύνει ο βουλευτής Λευτέρης Αυγενάκης, ζητώντας διευκρινίσεις
σχετικά με την επιχορήγηση και τα οικονομικά στοιχεία των Ιδρυμάτων πρώην
πρωθυπουργών και των Ινστιτούτων Μελετών, «που λειτουργούν ως προέκταση της
δομής των κομμάτων
».

Επιχορηγήσεις χωρίς απολογιστικά στοιχεία έως το 2009

Η κ. Διαμαντοπούλου σημειώνει στο έγγραφό της ότι
τα αναφερόμενα στην ερώτηση του βουλευτή Ιδρύματα των πρώην πρωθυπουργών
(Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Βενιζέλος», το Ίδρυμα
Κωνσταντίνος Καραμανλής, το Ίδρυμα Ανδρέα Παπανδρέου, το Πνευματικό Ίδρυμα
Γεωργίου Παπανδρέου, το Ίδρυμα Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και το Ίδρυμα Κώστα
Σημίτη) λάμβαναν ετήσια επιχορήγηση από τον προϋπολογισμό του υπουργείου
Παιδείας κατ΄ εφαρμογή του Ν. 3577/2007.

Όπως προκύπτει από το έγγραφο, ο
καθορισμός της επιχορήγησης αυτής μέχρι και το τέλος του 2009 γινόταν με βάση
προϋπολογιστικά στοιχεία και όχι τα απολογιστικά στοιχεία τα οποία υπέβαλλαν τα
Ιδρύματα στο υπουργείο Παιδείας.

Το 2010, όμως, το υπουργείο Παιδείας ζήτησε απολογιστικά στοιχεία, όπως θυμίζει
η κ. Διαμαντοπούλου, ενώ προχώρησε αρχικά σε περικοπή 10% και στη συνέχεια σε
πλήρη αναστολή της επιχορήγησης λόγω της οικονομικής κρίσης.

Όπως μάλιστα
διευκρινίζει η πρώην υπουργός Παιδείας, «την απόφαση αυτή ανέλυσε και
αιτιολόγησε εγγράφως προς τα Ιδρύματα, ζητώντας την κατανόησή τους και τη
συνδρομή τους στις οδυνηρές θυσίες των πολιτών
».

Είναι πάντως αξιοσημείωτη η επισήμανση της κ. Διαμαντοπούλου ότι «από τον
έλεγχο των απολογιστικών στοιχείων, σε συνδυασμό με τις προϋπολογιζόμενες
δαπάνες, διαπιστώθηκε ότι στην πλειονότητά τους τα Ιδρύματα θα μπορούσαν να
ανταποκριθούν μέσω αποθεμάτων και εύλογων περικοπών στις βασικές τους
ανάγκες
».

Ωστόσο, όπως αναφέρεται στο έγγραφο, το υπουργείο Παιδείας, «αναγνωρίζοντας το
έργο και τη θετική συνεισφορά τους στην Ελληνική Γραμματεία, προτίθεται να
σταθεί αρωγός τους και να εξετάσει κάθε συγκεκριμένο τεκμηριωμένο αίτημά τους
για την τυχόν κάλυψη των ανελαστικών δαπανών τους, όπως έπραξε σε συγκεκριμένες
περιπτώσεις (Ίδρυμα Ελευθέριος Βενιζέλος)
».

Η κ. Διαμαντοπούλου ενημερώνει
πάντως τον κ. Αυγενάκη ότι «η ανταπόκριση των Ιδρυμάτων στην πρωτοβουλία αυτή
του υπουργείου υπήρξε, γενικά, άξια των προσδοκιών για φορείς που συνδέονται με
εξέχουσες μορφές της ελληνικής κοινοβουλευτικής ιστορίας
».

Ο βουλευτής, αν και στην ερώτησή του δέχεται ότι η επιχορήγηση για όλα τα
Ιδρύματα Ερευνών των πρώην πρωθυπουργών έχει αποφασιστεί με το Ν. 3577/2007,
επισημαίνει ότι μέχρι πρόσφατα κάθε Ίδρυμα λάμβανε ετήσια επιχορήγηση 225.000
ευρώ.

«Ωστόσο, δεν είναι σαφές τι συμβαίνει με τα Ινστιτούτα πρώην
πρωθυπουργών, όπως π.χ. το ΙΣΤΑΜΕ
», ανέφερε στην ερώτησή του ο κ. Αυγενάκης,
επισημαίνοντας ότι ενώ εξοικονομήθηκε 1.350.000 από την αναστολή της
επιχορήγησης, «οι πολίτες εξακολουθούν να παραμένουν χωρίς σαφή εικόνα για τα
οικονομικά των Ιδρυμάτων και Ινστιτούτων πρώην πρωθυπουργών, ενώ παραμένουν
ασαφείς και οι πηγές χρηματοδότησής τους
».

Σημείωνε επιπλέον ότι δεν υπάρχει
ενημέρωση ούτε για τα δάνεια που έχουν λάβει τα Ιδρύματα και τα Ινστιτούτα
Πολιτικής.

Ανάμεσα στα θέματα για τα οποία είχε ζητήσει ενημέρωση ο βουλευτής ήταν η
αναλυτική εικόνα των ισολογισμών των Ιδρυμάτων και των Ινστιτούτων αυτών από το
2004 έως και σήμερα, ποιες είναι οι πηγές χρηματοδότησης τους και ποιο το ύψος
της κρατικής επιχορήγησης που δικαιούνται και ακόμη ποια δάνεια έχουν συνάψει
και με ποιες εγγυήσεις.

Προς απάντηση της ίδιας ερώτησης είχε διαβιβαστεί στη Βουλή και έγγραφο του
υπουργού Εσωτερικών Τάσου Γιαννίτση, με το οποίο θύμιζε ότι με τις διατάξεις
του άρθρου 34 του Ν. 3577/2007, ο οποίος ψηφίστηκε την άνοιξη του 2007, τα
Ιδρύματα και τα Ινστιτούτα, που περιλαμβάνουν στον καταστατικό σκοπό τους τη
συγκέντρωση, διάσωση, συντήρηση αρχειακού υλικού διατελεσάντων κοινοβουλευτικών
πρωθυπουργών, καθώς και την προβολή του έργου τους, επιχορηγούνται με ετήσια
κρατική επιχορήγηση, το ύψος της οποίας καθορίζεται με κοινή απόφαση των
υπουργών Οικονομικών και Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, και ως εκ
τούτου παρέπεμπε στο υπουργείο Παιδείας για τις απαντήσεις στα ερωτήματα του
βουλευτή.