Την αναγκαιότητα της εκμετάλλευσης της ηλιακής ενέργειας για παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος στην Ελλάδα, διαδικασία η οποία εκτός των άλλων ωφελειών θα δημιουργήσει και νέες θέσεις εργασίας επισημαίνει ο ευρωπαίος Επίτροπος Ενέργειας, Γκίντερ Ετινγκερ σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Der Spiegel». Ακόμη προτείνει στους ιθύνοντες να εκμεταλλευθούν τα κοινοτικά προγράμματα με συγχρηματοδότηση.
– Κύριε Επίτροπε, έχει απομονωθεί η Γερμανία στην Ευρώπη με την αιφνιδιαστική ενεργειακή στροφή της;
– «Φυσικά, κάθε χώρα-μέλος μπορεί να αποφασίζει μόνη της, αλλά πολλοί εταίροι ανησυχούν, όταν μια μεγάλη χώρα σαν τη Γερμανία πραγματοποιεί μια τόσο σημαντική στροφή χωρίς διαβουλεύσεις. Όπως επίσης είναι αλήθεια ότι η Γερμανία δεν μπορεί να υλοποιήσει την ενεργειακή στροφή χωρίς τις γείτονες χώρες».
-Γιατί;
– «Η ενεργειακή στροφή είναι εφικτή μόνον επειδή η Γερμανία είναι δικτυωμένη με τα γειτονικά κράτη, τα οποία παίρνουν από μας το πλεονάζον ρεύμα, αν παράγουμε υπερβολικές ποσότητες, ή μας προμηθεύουν ρεύμα, αν χρειαστούμε. Για παράδειγμα, το ρεύμα από αιολική ενέργεια δεν διοχετεύεται κατευθείαν από τη Βόρεια στη Νότια Γερμανία, αλλά διέρχεται από την Πολωνία και την Τσεχία, που όμως δεν ερωτήθηκαν… Θα πρέπει να συντονιστούμε πανευρωπαϊκά και να σταματήσουμε τη «νοοτροπία του συνοριακού φράχτη».
– Πώς θα λειτουργήσει αυτό;
– «Την περασμένη Τετάρτη επισκέφθηκε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ο έλληνας πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος και μας περιέγραψε τον σημαντικό ρόλο που παίζει για την οικονομική σταθεροποίηση της χώρας του το θέμα της ενέργειας. Αυτή τη στιγμή οι Έλληνες εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το πετρέλαιο. Πρέπει να σταματήσουμε όλες τις μονάδες παραγωγής ενέργειας με βάση το πετρέλαιο στην Ελλάδα και να αναπτύξουμε την ηλιακή ενέργεια. Έτσι, θα δημιουργούνταν και νέες θέσεις εργασίας, αλλά και το κράτος θα εξασφάλιζε μια αξιόπιστη πηγή εσόδων».
-Ποιος θα τα πληρώσει αυτά;
– «Αφενός μπορούμε να προτείνουμε στους Έλληνες να εκμεταλλευτούν κοινοτικά προγράμματα με συγχρηματοδότηση, αφετέρου μπορούμε μεσοπρόθεσμα να χρησιμοποιήσουμε τις ενισχυτικές δυνατότητες που διαθέτουμε, προκειμένου να δικτυώσουμε ταχύτερα την Ελλάδα με τα κράτη-μέλη. Τρίτον, μπορούμε να εξετάσουμε αν οι χώρες, βάσει της οδηγίας που καθορίζει σε τι ποσοστό μπορούν να αναπτύξουν τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, μπορούν να συνυπολογίζουν και επενδύσεις σε άλλα κράτη-μέλη. Και η γερμανική κυβέρνηση θα πρέπει να ‘ανοίξει’ τον νόμο περί ανανεώσιμων πηγών ενέργειας».
– Να πληρώσουν δηλαδή οι γερμανοί καταναλωτές ρεύματος εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών στην Ελλάδα;
«Και βέβαια, αν η παραγωγή ηλιακής ενέργειας μακροπρόθεσμα καθίσταται λιγότερο κοστοβόρα. Για άλλες χώρες μάλιστα υπάρχουν επιπλέον επιχειρήματα: Το Λουξεμβούργο π.χ. έχει νομοθετικές διατάξεις, που δεν μπορεί να εφαρμόσει σαν μικρή χώρα που είναι. Ή δείτε τη Μάλτα, όπου μέχρι τώρα δεν παράγεται καθόλου οικολογικό ρεύμα. Οι Μαλτέζοι δεν θέλουν να εγκαταστήσουν στη Βαλέττα, λόγω της διατήρησης του ιστορικού χαρακτήρα της πόλης, μαύρες πλάκες φωτοβολταϊκών στις στέγες των κτιρίων».
Η ανταλλαγή ρεύματος μεταξύ των χωρών του Νότου και του Βορρά δεν λειτουργεί σωστά. Γιατί δεν ενδιαφέρονται οι ευρωπαϊκές Υπηρεσίες για την επίλυση αυτού του προβλήματος;
– «Επειδή μέχρι τώρα έχουμε κατά το πλείστον περιφερειακά δίκτυα. Το πολύ 150 χιλιόμετρα, όπου στο ένα άκρο είναι το εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας και στο άλλο ο καταναλωτής. Ήδη στη Γερμανία υπάρχουν 4 δίκτυα μεταφοράς, αλλά όχι και μια συνολική γερμανική στρατηγική δικτύων».