Τι πιο υγιές, όταν σε μία δημοκρατικά δομημένη πολιτεία υπάρχει πολυφωνία, πλουραλισμός και έκφραση διαφορετικών απόψεων. Το γεγονός αυτό θεσμικά αντικατοπτρίζεται στη δημιουργία του φαινομένου ίδρυσης των πολιτικών κομμάτων, των φορέων έκφρασης πολιτικής βούλησης που αποσκοπούν στην νόμιμη κατάληψη της κυβερνητικής εξουσίας. Τι πιο δημοκρατικό και δημιουργικό παράλληλα από τη συμμετοχή νέων ανθρώπων με ιδεώδη σε πολιτικά κόμματα. Ιδίως σήμερα στην Ελλάδα – και όταν μιλάμε για το «σήμερα», αναφερόμαστε στη στενή έννοια του όρου, το «τώρα» -, που ο κόσμος έχει απηυδήσει από τη συνεχή επανάληψη των ίδιων ονομάτων στα ψηφοδέλτια και από τη φθορά και τη διαφθορά που εκείνα φέρουν επάνω τους, η ίδρυση νέων κομμάτων να αποτελούσε μία νέα φιάλη οξυγόνου στην χωλαίνουσα δημοκρατία μας.

Το πρόβλημα που δημιουργείται σε αυτή την περίπτωση είναι διττό: Πρώτον, τα αγαθά κίνητρα των νέων ανθρώπων και δεύτερον η δημιουργία «νέων» κομμάτων από ανθρώπους σε πολιτικό κώμα. Σχετικά με το πρώτο, σίγουρα ο ψηφοφόρος παίρνει το ρίσκο κατά την κρίσιμη ώρα της εκλογής να ψηφίσει ένα κόμμα που δεν τον αντιπροσωπεύει ενδεχομένως πλήρως. Αντεπιχείρημα βρίσκει κανείς στη σύγχρονη εθνική μας ιστορία, που παρ’ όλο που ξέραμε τι ψηφίζαμε, εν τούτοις συμπεριφερόμασταν κατά ένα περίεργο τρόπο «αυτοκτονικά». Επομένως, καλό θα ήταν να δοθεί η ευκαιρία και στα νέα κόμματα να ορθώσουν τη φωνή τους και έτσι από το κοινώς λεγόμενο «Give Greece a chance», θα μεταφερθούμε στο “Give parties a chance”, αυτή τη φορά όμως μεταφράζοντας σωστά τη λέξη “party” ως κόμμα και όχι ως «πάρτυ» ή «πάρτη».

Σχετικά με το δεύτερο: Η ίδρυση νέου κόμματος εννοιολογικά περιέχει τα εξής βασικά στοιχεία: αρχικά έχουμε να κάνουμε με ίδρυση και όχι συνέχιση, δηλαδή παρακλάδι ή παράρτημα ήδη υπάρχοντος κόμματος και το δεύτερο βασικό στοιχείο είναι η λέξη «νέο». Από πού κι ως πού να ονομάζεται ως νέο ένα κόμμα του οποίου τα μέλη υπάγονταν προηγουμένως σε άλλον ευρύ κομματικό σχηματισμό; Πλέον δεν έχουμε να κάνουμε με το νομικό – τυπικό σκέλος της διαδικασίας, αλλά με το ουσιαστικό. Ποια η ιδεολογική διαφορά; Μα, θα μπορούσε να αντικρούσει κανείς, ότι ο Α ή ο Β αποχώρησε από ένα κόμμα επειδή δεν τον εξέφραζε άλλο. Στην περίπτωση αυτή συγχωρούνται μόνο οι καλές προθέσεις και η πραγματική βούληση του Α ή του Β ότι νοιάζεται πραγματικά για το καλό αυτού εδώ του τόπου θα ελεγχθεί από το εκλογικό σώμα.

Η ίδρυση πολιτικών κομμάτων μπορεί να αποτελεί έκφανση δημοκρατίας, αλλά όχι και πρόσχημα ενασχόλησης με τα κοινά, σε μία περίοδο την οποία μπορεί κάλλιστα ο καθένας να εκμεταλλευτεί για προσωπική ανάδειξη και επαγγελματική ανέλιξη. Δεν μπορεί αυτός που υποστηρίζει τη δημοκρατία (δημοκράτης), να την ανάγει σε επάγγελμα χειραγώγησης των απλών πολιτών που προσδοκούν ένα καλύτερο μέλλον (πόσο γραφικό μα και πόσο τραγικό ακούγεται παράλληλα αυτό το «καλύτερο μέλλον»…). Σαφώς και δε σημαίνει ότι όποιος αποπειράται να εισέλθει στην πολιτική «σκηνή» του τόπου, ότι είναι και ηθοποιός. Απλώς είναι γεγονός ότι ελάχιστοι νοιάζονται πραγματικά για το συλλογικό συμφέρον βάζοντας στην άκρη το δικό τους ή μετατοπίζοντάς το, έστω προσωρινά.

Δυστυχώς η ροή της πολιτικής εξέλιξης, των κοινωνικών και πολιτικών πραγμάτων, μας έχει οδηγήσει στην πλήρη απαξίωση και απομυθοποίηση των πολιτικών θεσμών της χώρας. Καλώς ή κακώς, θα αναρωτηθεί κανείς. Σίγουρα καλώς, γιατί όποιον δοξάζαμε πριν, τον κάναμε αμέσως θεό και μέσα από το πάθημα πήραμε το μάθημά μας από τη μία, αλλά και κακώς από την άλλη, διότι η πλήρης απογοήτευση απέναντι στα κόμματα έχει καταλάβει τη θέση της ελπίδας ότι ίσως κάπου να υπάρχουν και κάποιοι άνθρωποι που νοιάζονται για τους anonymous συμπολίτες τους και που θέλουν η Ελλάδα να συνεχίσει να είναι ο παγκόσμιος φορέας των δημοκρατικών αρχών. Αυτοί οι λίγοι, όπου κι αν βρίσκονται, είναι οι πραγματικοί δημοκράτες, χωρίς να συγχέουν το επάγγελμα με το φρόνημα.