«Ακόμη και οι καλόγριες έχουν βγάλει χρήματα στο εξωτερικό» είχε πει κάποτε ο αντεισαγγελέας κ. Π. Νικολούδης, πρόεδρος της Αρχής κατά της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, όταν ρωτήθηκε από βουλευτές αν υπάρχουν και πολιτικοί που εξήγαγαν χρήματα στο εξωτερικό.Ονόματα βεβαίως καλογριών δεν δόθηκαν ποτέ. Ούτε και πολιτικών. Δόθηκε όμως, κατά πολλούς, με μυστηριώδη τρόπο, σχεδόν συνωμοτικό, η πληροφορία ότι πολιτικό πρόσωπο έβγαλε 1 εκατ. ευρώ στο εξωτερικό και μάλιστα, όπως ειπώθηκε αρχικά, τον Μάιο του 2011 (όταν ψηφιζόταν το Μεσοπρόθεσμο).

Τελικά, όπως αποδείχθηκε, ο «εκατομμυριούχος βουλευτής» ήταν φάντασμα. Ούτε πολιτικό πρόσωπο ήταν ούτε εξήγαγε ευρώ, αλλά δολάρια, ούτε η εξαγωγή έγινε τον Μάιο, αλλά τον Μάρτιο. Και το σημαντικότερο, τα χρήματα που εξήχθησαν σε βρετανική τράπεζα εξήχθησαν νομίμως. Και άνοιξε ξαφνικά, μεσούσης της ψηφοφορίας για τον εφαρμοστικό νόμο, ο ασκός του Αιόλου. Ο πρόεδρος της γερμανικής Βουλής ζήτησε εγγράφως από τον κ. Φ. Πετσάλνικο εξηγήσεις για τους πολιτικούς που έβγαλαν χρήματα στο εξωτερικό, 90 βουλευτές των δύο μεγάλων κομμάτων (και ανεξάρτητοι, προσφάτως διαγραφέντες) ζήτησαν να αρθεί το τραπεζικό απόρρητο των λογαριασμών των πολιτικών, και να παραιτηθεί όχι μόνον ο κ. Νικολούδης αλλά και ο πρόεδρος της Επιτροπής για το Πόθεν Εσχες κ. Ευ. Αργύρης. Τον κ. Αργύρη τον ξαναθυμήθηκε και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης για μια παλαιά ιστορία που αφορούσε την πώληση ακινήτων και τον περιέλαβε για άλλη μία φορά ζητώντας και πάλι την παραίτησή του.

Ουδείς όμως παραιτήθηκε. Αλλωστε, όπως ειπώθηκε, παράνομο δεν είναι να εξάγει κανείς χρήματα στο εξωτερικό. Ετσι, άρχισε μια ιδιόρρυθμη πολιτικο-δικαστική συζήτηση περί ηθικού και νόμιμου.
«Ο,τι λέω το εννοώ» είχε πει κάποτε ο εισαγγελέας, ο οποίος ερευνά κάθε καταγγελία που φθάνει στο γραφείο του. Και όσο για τις… καλόγριες, δεν φαίνεται να το είπε και τόσο τυχαία. Πράγματι ανακάλυψε καλόγριες που έβγαλαν μέσα στο 2011 χρήματα στο εξωτερικό. Αριθμός καλογριών δεν δόθηκε ποτέ. Διέρρευσε όμως αρμοδίως το ανώτατο ποσό που έβγαλαν στο εξωτερικό και το κατέθεσαν σε ξένες τράπεζες. Κάπου… 700.000 ευρώ! Και όταν ρωτήθηκε υπηρεσιακώς γιατί δεν έγιναν γνωστά τα ονόματα των καλογριών, η απάντηση που δόθηκε ήταν ότι «απλώς δεν χρειάστηκε». Οι συγκεκριμένες καλόγριες που έβγαλαν τα χρήματά τους στο εξωτερικό βρίσκονται πλέον στην αρμοδιότητα του υπουργείου Οικονομικών. Μετά τον «εκατομμυριούχο βουλευτή» η νέα συζήτηση που πολύ πιθανόν αναμένεται να υπάρξει είναι «ποια καλόγρια έβγαλε χρήματα στην Ελβετία;».
Ο κ. Νικολούδης είναι γνώριμος στους περισσότερους βουλευτές, γνωρίζει τα οικονομικά των πολιτικών, γνωρίζει τις μεταβολές στα περιουσιακά στοιχεία τους, εντοπίζει εύκολα τις διαφορές, αφού επί σειρά ετών ασχολείτο μ’ αυτά, ως ένας από τους δικαστικούς στην Επιτροπή Ελέγχου των Πόθεν Εσχες. Παρά τον θόρυβο που δημιουργήθηκε και το πολιτικό φιάσκο που προκλήθηκε, ο κ. Νικολούδης δεν φαίνεται να παραδέχεται ότι διέπραξε κάποιο παράπτωμα ή έκανε κάποιος λάθος. Δεν προτίθεται να παραιτηθεί και όταν ερωτάται από συναδέλφους του αν θα κληθεί σε κοινοβουλευτική ή δικαστική επιτροπή για να δώσει εξηγήσεις το μόνο που ακούστηκε να λέει είναι ότι «κανείς δεν με κάλεσε ακόμη», αλλά αν κληθεί ευχαρίστως θα προσέλθει για να πει ακριβώς τι είχε γίνει.
Οι περισσότεροι συνάδελφοί του δικαστικοί, αλλά και πολλοί πολιτικοί που τυγχάνει να τον έχουν συναντήσει, αναγνωρίζουν ότι είναι «ένας άριστος δικαστικός λειτουργός» (κάτι παρόμοιο λέει και η ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης), που δεν έχει εκδηλώσει ποτέ τα πολιτικά του «πιστεύω» και ότι δεν χαρίζεται σε κανέναν. Το μόνο λάθος που ορισμένοι τού προσάπτουν είναι ότι ανακατεύτηκε με τα περιουσιακά στοιχεία όχι των πολιτικών αλλά και των συγγενών των πολιτικών: «Ηθελα να προστατεύσω τους πολιτικούς, να δείξω ότι δεν είναι όλοι διεφθαρμένοι, αφού και το εκατομμύριο που εντοπίστηκε ότι βγήκε στο εξωτερικό, εξήχθη καθ’ όλα νόμιμα» ακούστηκε να λέει μετά τον θόρυβο που προκλήθηκε, κάνοντας επί μία εβδομάδα τους βουλευτές να υποψιάζονται ο ένας τον άλλον και το Προεδρείο της Βουλής να προσπαθεί με διάφορες (κατά πολλούς «πολιτικά αδέξιες και κατακριτέες») κινήσεις να ανακαλύψει τον ή την «εκατομμυριούχο βουλευτή».
Ο κ. Νικολούδης κράτησε το στόμα του κλειστό ως την τελευταία στιγμή και δεν αποκάλυψε το όνομα ούτε στο τηλεφώνημα που του έκανε ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Μιλτ. Παπαϊωάννου: «Δεσμεύομαι με το καθήκον της εχεμύθειας και δεν μπορώ να αποκαλύψω το όνομα, το οποίο άλλωστε λειτούργησε καθ’ όλα νόμιμα» είπε στον υπουργό. Οσον αφορά αυτά που ακούστηκαν για την ενέργειά του αυτή, ότι πρόκειται για προμελετημένη ενέργεια κατά του πολιτικού συστήματος ή συνωμοσία εναντίον της κυρίας Μπακογιάννη, τα χαρακτηρίζει, όπως έλεγαν άνθρωποι που μίλησαν μαζί του, ως ατυχείς σκέψεις. Και γι’ αυτούς που τα καταγγέλλουν αναφέρει κομψά ότι εκφράζονται ελαφρώς… οφσάιντ.
Κατά τον κ. Νικολούδη, στη συζήτηση που είχε τόσο με το Προεδρείο της Βουλής όσο και με την ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης, δεν είπε ποτέ ότι πρόκειται περί βουλευτή (δεν αναφέρεται βουλευτής στην επιστολή του) και ότι επέμεινε πως η εξαγωγή του εκατομμυρίου ήταν νόμιμη. Ηθελε να δείξει, όπως ακούστηκε να λέει, ότι με την ενέργειά του αυτή δεν υπάρχει εγκληματική προέλευση των συγκεκριμένων χρημάτων, γι’ αυτό άλλωστε η συγκεκριμένη υπόθεση είχε ήδη τεθεί στο αρχείο.

Η αποστολή
«Αν είχα εντοπίσει μαύρο χρήμα θα το είχα στείλει στον εισαγγελέα»

Η αποστολή της υπηρεσίας του κ. Νικολούδη, όπως ο ίδιος την περιγράφει σε μια κλειστή συνεδρίαση της Βουλής (Προανακριτική Επιτροπή για τα υποβρύχια), είναι η εξής: «Ενεργοποιείται στην έρευνα υποθέσεων σε πολύ πρώιμο στάδιο, προτού καν επιληφθούν οι αρμόδιες δικαστικές αρχές, με σκοπό όχι τόσο τη λεπτομερή διαλεύκανση βασικών εγκλημάτων, δηλαδή αν έγινε μια απάτη, μια κλοπή, μια ληστεία, αλλά κυρίως τον εντοπισμό εγκληματικού προϊόντος και απώτερο αντικειμενικό σκοπό τη δέσμευση του εγκληματικού προϊόντος». Και συμπλήρωσε: «Δεν εμποδίζομαι σε τίποτε να ζητήσω την αποκάλυψη – γιατί περί αποκάλυψης εν τέλει πρόκειται και εκείνο έχει σημασία -, να μου πουν ποιο φυσικό πρόσωπο κρύβεται πίσω από μια offshore εταιρεία».
Και όσον αφορά τις offshore εταιρείες, τις χαρακτηρίζει κάτι σαν τις ρώσικες… μπάμπουσκες, γιατί το ουσιώδες με αυτές δεν είναι να ανακαλύψεις αν διαθέτουν τραπεζικούς λογαριασμούς ή ποιος είναι ο ιδιοκτήτης τους, αλλά ποιος είναι ο beneficial owner, δηλαδή ποιος είναι ο πραγματικός δικαιούχος. Αν δεν ανακαλύψεις αυτόν, δεν έχεις, όπως είπε, κάνει τίποτε.
Δεν δέχεται τον όρο «μαύρο χρήμα»: «Θα παρέβαινα τα καθήκοντά μου αν είχα διαπιστώσει την ύπαρξη «μαύρου χρήματος» να κινείται. Το «μαύρο χρήμα» είναι μια διαφορετική έννοια. Βρώμικο χρήμα. Αυτή είναι η έκφραση, το βρώμικο, το εγκληματικό χρήμα, το εγκληματικό προϊόν». Και συνέχισε τότε στην Προανακριτική Επιτροπή να λέει: «Αν είχα εντοπίσει τέτοιο, όχι απλώς θα το έλεγα εδώ στην επιτροπή, αλλά θα το είχα δεσμεύσει, θα το είχα στείλει στον εισαγγελέα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ