Θεσσαλονίκη, 1 Μαρτίου 2012

Ως Έλληνες, για χρόνια απωλέσαμε τον ορθολογισμό που επιβάλει ο «κοινός νους», τον οποίο -με επιτυχία ή και με αποτυχία πολλές φορές- προσπαθεί να συστηματοποιήσει ό,τι θα ονομάζαμε τεχνοκρατία. Κατά συνεπεία και επί σειράς δεκαετιών, η έλλειψη μεθόδου προκλητικά συνόδεψε την ευρύτερη πορεία του έθνους. Ως αποτέλεσμα, οι εκάστοτε εφαρμογές υπήρξαν εξαρτώμενες εν πολλοίς της εκτελεστικότητας πολιτικών τυχοδιωκτισμών, τόσο εκ μέρους των αιρετών, όσο και από πλευράς του ίδιου του εκλογικού σώματος.

Την ύστατη στιγμή, την κρίσιμη ώρα δηλαδή που ο τόπος δοκιμάζεται συστημικά από βαθύτατη και μη αναστρέψιμη ίσως κρίση, σύσσωμος σχεδόν ο λαός προτίμησε να παραδώσει τα ινία του πολιτικού άρματος σα να είναι αυτά σκυτάλη. Όπως με αφέλεια θα αποδέχονταν άλλοτε κανείς την ύπαρξη κληρονομικών δικαιωμάτων, στην εξουσία, στον πλούτο ή στην ευκαιρία εν γένη, με την ίδια αφέλεια, η σκυτάλη παραδόθηκε εν μία νυκτί σε πρόσωπα και φορείς, Έλληνες αυτοί και μη, φερέλπιδες όλοι ενός τεχνοκρατικού ρεαλισμού, τον οποίο ομολογουμένως μόνο ως τίτλο και όχι ως ποιότητα κυοφορούν οι ίδιοι από έτη.

Είναι άλλωστε εύλογο να αναρωτιέται κανείς… Πως όσο ο λαός καιροσκόπησε εις βάρος μιας υγιούς πολιτικής ζωής και όσο παράλληλα ποδηγετήθηκε μαζί απ’ τους τυχοδιωκτισμούς της υφιστάμενης πολιτικής πρωτοβουλίας, άλλο τόσο μήπως δε χειραγωγήθηκε, δεν επηρεάστηκε και εν τέλη δεν εκμαυλίστηκε η δυναμική του συστήματος του ίδιου να γεννάει ή να χρησιμοποιεί δημιουργικά τους όποιους τεχνοκράτες; Είναι επίκαιρη θέση τούτη τη στιγμή, να θεωρήσει κανείς το αυτονόητο ως πασιφανές.

Πως όσο ο λαός θα επιζητά απ’ τον πολιτικό την προστασία ενός εν δυνάμει αφεντικού, άλλο τόσο ο πολιτικός θα υποδύεται τον τεχνοκράτη. Ακόμη παραπάνω, πως όσο ο πολιτικός δεν είναι στ’ αλήθεια «πολιτικός», τότε και ο τεχνοκράτης, μοιραία, δεν θα είναι στην πραγματικότητα «τεχνοκράτης». Αν όλα τα παραπάνω ευσταθούν…

Είναι αναμενόμενο να θεωρήσει κανείς πως εν ώρα κρίσης και τη στιγμή ίσως μιας «τελικής κρίσης», οι ποιότητες που θα πρέπει να αναδειχθούν είναι κατ’ ουσία και φύση πιο «πολιτικές» από ποτέ. Αλλά και πως η αντιμετώπιση των φαινομένων ενέχει παράλληλα χειρισμούς που προϋποθέτουν ενδελεχή γνώση και κυρίως βαθιά, ορθολογιστική ανάλυση των ζητημάτων. Είναι κοινός τόπος άλλωστε πως η διακριτότητα των ρόλων αποτελεί πάγια και απαραίτητη συνθήκη κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών χειρισμών.

Το πόσο ουσιαστική έχει υπάρξει βέβαια η Ευρώπη, στο σύνολο της, όσον αφορά τη διανομή των παραπάνω ρόλων, μέλλεται ακόμη να αποσαφηνιστεί και ίσως παραμένει αρκετά αμφισβητήσιμο.

Αλέξης Δημητρακόπουλος Οικονομικός Αναλυτής, Επικεφαλής Rainbow Advisory