Αρχαία Ολυμπία: το μεγάλο κόλπο των ληστών 20 χρόνια μετά
Η πρώτη μαζική ληστεία σε ελληνικό αρχαιολογικό μουσείο, μετά από είκοσι σχεδόν χρόνια είναι αυτή που σημειώθηκε στο μουσείο της Ολυμπίας. Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ εκτιμούσαν ότι «είναι απίθανη μια νέα κλοπή μουσείου γιατί πλέον τα εκθέματα είναι καταγεγραμμένα σε διαδικτυακούς καταλόγους και είναι αδύνατη η πώλησή τους σε συλλέκτες στο εξωτερικό». Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι μέχρι τις αρχές του 1993 είχαν σημειωθεί 14 κλοπές σε ελληνικά μουσεία – ανάμεσα σε αυτά της Πάρου, Τεγέας, Σικυώνος, Ρόδου, Σαντορίνης, Σχηματαρίου, Ωρεών Ευβοίας και άλλα- που έχουν παραμείνει ανεξιχνίαστες και ελάχιστα από τα κλαπέντα αντικείμενα έχουν εντοπισθεί μέχρι σήμερα.
Μείζον θέμα για τις έρευνες της ΕΛ.ΑΣ είναι ο τρόπος διαφυγής των δραστών – αφού δεν υπάρχει μέχρι στιγμής καμία αξιόπιστη μαρτυρία. Σύμφωνα με τους αστυνομικούς οι δράστες μετά τη φυγή του απο το μουσείο περπάτησαν περίπου για 200 έως 300 μέτρα , στην πίσω πλευρά του οικήματος όπου τους περίμενε όχημα με άγνωστα στοιχεία.
Γι αυτόν τον λόγο τα δεκάδες μπλόκα σε διάφορα σημεία των νομών Ηλείας, Μεσσηνίας , Αρκαδίας και Αχαΐας ψάχνουν στα τυφλά, αφού δεν έχει δοθεί σήμα για την αναζήτηση οχημάτων με συγκεκριμένες περιγραφές.
Επιπλέον αναζητείται κατάλυμα των δραστών στην περιοχή της Αρχαίας Ολυμπίας ενώ δεν έχει αποκλεισθεί το ενδεχόμενο στην ληστρική επίθεση να συμμετείχαν και σεσημασμένοι Ελληνες ή αλλοδαποί κακοποιοί που έχουν συμμετάσχει και σε άλλες εγκληματικές επιθέσεις στην Πελοπόννησο και στην Στερεά Ελλάδα. Ακόμη αναμένεται να ζητηθεί η αρση απορρήτου κλήσεων κινητών τηλεφώνων που εγιναν στην περιοχή το χρονικό διάσατημα διάπραξης της ληστειας. Επιπλέον ζητείται η καταγραφή καμερών εξω από τραπεζες και καταστήματα στην Ολυμπίσα , μήπως κατέγραψαν τις κινήσεις των δραστών στην προσπαθεια διαφυγής τους.
Οπως προέκυψε στην πορεία των ερευνών οργανωτές της κλοπής ήταν δύο ποινικοί που ασχολούντο με την διακίνηση κοκαΐνης και οι οποίοι δεν μπόρεσαν ποτέ να πουλήσουν τα καταγεγραμμένα αρχαία του Μουσείου της Κορίνθου. Επιπλέον στις αρχές της δεκαετίας του ’90 είχε σημειωθεί μπαράζ επιθέσεων σε μουσεία όλης της χώρας, οι οποίες δεν εξιχνιάσθηκαν. Λόγω αυτής της εικοσάχρονης σιωπής των αρχαιοκαπήλων αλλά και της εξέλιξης στην υπόθεση κλοπής στο Μουσείο της Κορίνθου , οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ είχαν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «δεν θα συμβεί πάλι τέτοιου είδους ληστεία σε μουσείο της χώρας, γιατί τα αρχαία αντικείμενα δεν μπορεί να πουληθούν πουθενά».

