ΤΟ ΒΗΜΑ – PROJECT SYNDICATE
Οι πολιτικοί της Αμερικής, ως φαίνεται, έχουν χορτάσει από Δημοκρατία. Σε ολόκληρη τη χώρα, αστυνομικοί διαλύουν τις σκηνές που έστησαν διαδηλωτές του κινήματος «Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ» _ ενίοτε με σοκαριστική και εντελώς απρόκλητη βία.
Στο χειρότερο περιστατικό μέχρι στιγμής, εκατοντάδες αστυνομικοί περικύκλωσαν τις σκηνές των διαδηλωτών του «Καταλάβετε το Οκλαντ» και έριξαν λαστιχένιες σφαίρες (οι οποίες μπορούν να αποβούν μοιραίες) και δακρυγόνα _ ορισμένοι σημάδεψαν απευθείας τους διαδηλωτές.
Η δική μου πρόσφατη σύλληψη, ενώ σεβόμουν τους όρους της γραπτής άδειας και στεκόμουν ειρηνικά σ’ ένα δρόμο του Μανχάταν, μου έδειξε από πρώτο χέρι την άγρια πάταξη. Η Αμερική ξυπνάει βλέποντας τι οικοδομήθηκε όσο κοιμόταν: ιδιωτικές εταιρείες εξαγοράζουν την αστυνομία (η JPMorgan Chase χάρισε 4,6 εκατ. δολάρια στο Ιδρυμα της Αστυνομίας της Νέας Υόρκης), το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας έδωσε στρατιωτικού τύπου οπλικά συστήματα σε αστυνομικούς, το δικαίωμα των πολιτών στην ελευθερία του λόγου και του συνέρχεσθαι, υπονομεύεται από αδιαφανείς απαιτήσεις για γραπτές άδειες.
Αίφνης, η Αμερική μοιάζει σαν τον υπόλοιπο οργισμένο, διαμαρτυρόμενο, ανελεύθερο κόσμο. Οι περισσότεροι σχολιαστές δεν έχουν αντιληφθεί ότι μαίνεται ένας παγκόσμιος πόλεμος, διαφορετικός από κάθε προηγούμενο: για πρώτη φορά, άνθρωποι ανά τον κόσμο δεν συσπειρώνονται γύρω από εθνικές ή θρησκευτικές γραμμές αλλά με όρους μιας παγκόσμιας συνείδησης για να απαιτήσουν ειρηνική ζωή, ένα βιώσιμο μέλλον, οικονομική δικαιοσύνη και βασική Δημοκρατία. Ο εχθρός είναι η παγκόσμια «επιχειρησιοκρατία» που έχει εξαγοράσει κυβερνήσεις και κοινοβούλια, έχει δημιουργήσει τους δικούς της ένοπλους επιβολείς της τάξης, επιδίδεται σε συστημικές οικονομικές απάτες και πλιατσικολογεί θησαυροφυλάκια και οικοσυστήματα.
Οι ειρηνικοί διαδηλωτές δαιμονοποιούνται επειδή διαταράσσουν την τάξη. Αλλά η ίδια η δημοκρατία διαταράσσει την τάξη. Ιδανικά, οι διαδηλωτές πρέπει να αφιερωθούν στην πειθαρχημένη, μη βίαιη διατάραξη.
Τα κινήματα διαμαρτυρίας δεν επιτυγχάνουν μέσα σε ώρες ή μέρες, πρέπει να πραγματοποιήσουν μακροχρόνιες καταλήψεις. Η επιχειρησιοκρατία τρομοκρατείται στη σκέψη ότι οι πολίτες θα ανακτήσουν την έννομη τάξη. Οι διαδηλωτές σε κάθε χώρα πρέπει να προσλάβουν ένα στρατό από δικηγόρους.
Πρέπει επίσης να φτιάξουν τα δικά τους μέσα ενημέρωσης. Να γράφουν σε blogs, στο Τwitter, να συντάσσουν άρθρα γνώμης και δελτία τύπου καθώς επίσης και να καταχωρήσουν και να τεκμηριώσουν περιπτώσεις αστυνομικής βίας.
Υπάρχουν, δυστυχώς, πολλά στοιχεία για βίαιους προβοκάτορες που εισχώρησαν σε διαδηλώσεις στο Τορόντο, στο Πίτσμπουργκ, στο Λονδίνο και στην Αθήνα. Και οι προβοκάτορες πρέπει να φωτογραφηθούν και να καταχωρηθούν _ γι’ αυτό είναι σημαντικό οι διαδηλωτές να μην καλύπτουν το πρόσωπό τους.
Πολλοί διαδηλωτές επιμένουν να μένουν χωρίς ηγεσία, το οποίο είναι λάθος. Ενας ηγέτης δεν χρειάζεται αναγκαστικά να βρίσκεται στην κορυφή μιας ιεραρχίας. Μπορεί να είναι ένας απλός εκπρόσωπος. Οι διαδηλωτές πρέπει να εκλέξουν εκπροσώπους για ορισμένη «θητεία» όπως σε κάθε Δημοκρατία.
Οι διαμαρτυρίες πρέπει να διαπλάθουν το είδος της κοινωνίας πολιτών που οι συμμετέχοντες σε αυτές επιθυμούν να δημιουργήσουν. Στο Πάρκο Ζουκότι του Μανχάταν, για παράδειγμα, υπάρχει βιβλιοθήκη και κουζίνα, το φαγητό συλλέγεται από δωρεές. Οι μουσικοί πρέπει να φέρουν τα όργανά τους, η ατμόσφαιρα να γίνει χαρούμενη και θετική. Οι διαδηλωτές πρέπει να καθαρίζουν όσα λερώνουν. Η ιδέα είναι να οικοδομήσουμε μια νέα πόλη μέσα στην διεφθαρμένη πόλη και να δείξουμε ότι αντικατοπτρίζει την πλειοψηφία της κοινωνίας, όχι ένα ακραίο, καταστροφικό περιθώριο.
Αλλωστε, ό,τι βαθύτερο σ’ αυτά τα κινήματα δεν είναι τα αιτήματά τους αλλά η εκκολαπτόμενη υποδομή μιας κοινής ανθρωπότητας. Επί δεκαετίες, οι πολίτες άκουγαν ότι όφειλαν να σκύβουν το κεφάλι _ είτε σε ένα κόσμο καταναλωτικών φαντασιώσεων είτε στην φτώχεια και τον μόχθο _ και να αφήνουν τις ελίτ να ηγούνται.
Τίποτε από τα παραπάνω δεν μπορεί να συμβεί σε μια ατμόσφαιρα πολιτικής και αστυνομικής βίας εναντίον ειρηνικών διαδηλωτών. Οπως είχε αναρωτηθεί ο Μπέρτολντ Μπρεχτ ύστερα από την βίαιη πάταξη εργατών που διαδήλωναν το 1953 στην κομμουνιστική Ανατολική Γερμανία, «δεν θα ήταν ευκολότερο για την κυβέρνηση να διαλύσει τον λαό και να εκλέξει άλλο;». Στην Αμερική και σε πολλές άλλες χώρες, δημοκρατικοί υποτίθεται ηγέτες μοιάζουν σαν να παίρνουν στα σοβαρά την ειρωνική ερώτηση του Μπρεχτ.