Πάσχα 1919, Δωδεκάνησα. Γιορτή χριστιανοσύνης, μα και Ελληνισμού. Παρακολουθούμε μέσα από πυκνογραμμένη, εκ 33 σελίδων, «αυθεντική έκθεση του Σ.Μητροπολίτου Ρόδου Αποστόλου των κατά το Πάσχα 7 Απριλίου 1919 γενομένων συλλαλητηρίων και των σκηνών αι οποίαι προυκλήθησαν υπό των ιταλικών Αρχών», η οποία διαβιβαζόταν με ΑΠ 9469 προς «Την Αυτού Εξοχότητα τον Πρόεδρον της Ελληνικής Κυβερνήσεως κύριον Ελευθέριον Βενιζέλον εις Παρισίους». Σημειωτέον, ο Βενιζέλος βρισκόταν στη γαλλική πρωτεύουσα επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης που αναμενόταν να αποκαταστήσει την τάξη πραγμάτων στην Ευρώπη μετά το τέλος του Α Δ Παγκοσμίου Πολέμου. Στην κρίσιμη εκείνη στιγμή ωστόσο, παρά τον άνεμο φιλελευθερισμού που φυσούσε και την επικράτηση της αρχής για αυτοδιάθεση των λαών, βασισμένης στις αρχές του αμερικανού προέδρου Γούντροου Γουίλσον, η Δωδεκάνησος δεν φαινόταν εύκολος στόχος για την ελληνική αντιπροσωπεία.
Αν και τεκμηριωμένη ιστορικά η αγριότητα την οποία επέδειξαν οι Ιταλοί στην προσπάθεια αφελληνισμού του ντόπιου πληθυσμού, πλην άλλων και στη βασισμένης σε διπλωματικά έγγραφα της εποχής έκδοση της Υπηρεσίας Διπλωματικού Αρχείου ΥΠΕΞ, εντύπωση προκαλεί η ανάγνωση της συγκεκριμένης έκθεσης σε ό,τι αφορά τη βάναυση, μετά ξυλοδαρμών, συμπεριφορά κατά μικρών παιδιών, νηπίων και βρεφών στα γεγονότα εκείνα που οδήγησαν σε δύο φόνους, του ιερέα του χωριού Βιλλανόβα Ρόδου και της χωρικής Ανθούλας Γεωργίου Μανωλά ή Ζερβού το βράδυ της Αναστάσεως.
Η άτυχη γυναίκα, με το που σήμανε η Ανάσταση και εν μέσω κωδωνοκρουσιών το πλήθος ζητωκραύγαζε υπέρ της Ενώσεως με την Ελλάδα, διαμαρτυρήθηκε γιατί ιταλός στρατιώτης λόγχισε δύο φορές «εις τον βραχίονα και άπαξ εις τον μηρόν δωδεκαετές παιδίον ζητωκραυγάζον» με την παρατήρηση ότι «δεν έπρεπε να λογχίζη τοιουτοτρόπως έν μικρόν παιδίον. Αλλ΄ ο στρατιώτης εκμανείς εκ της παρατηρήσεως ταύτης», ανέφερε η έκθεση, «επυροβόλησε διά του περιστρόφου του εις το στήθος της γυναικός,η οποία ζώσα εισέτι έσκυψεν να λάβη λίθον,οπότε λογχισθείσα υπό τριών άλλων στρατιωτών εκ των όπισθεν έπεσεν αμέσως νεκρά». Λίγα λεπτά μόλις αργότερα, επίσης λογχισθείς, έπεφτε νεκρός ο ιερέας του χωριού, ονόματι Λουκάς, κατόπιν εντολής αξιωματικού προς τον ιταλό στρατιώτη που ενώ ήταν έτοιμος να χτυπήσει άλλον ιερέα, τον Αναστάσιο, μετέβαλε τον στόχο του, «πράγμα το οποίον σημαίνει καθαράν προμελέτην», σημειώνεται στην έκθεση, «διότι εναντίον του φονευθέντος ιερέως οι Ιταλοί έπνεον μένεα καθ΄ ότι ήτο αισθηματίας, καταδικασθείς μάλιστα και προ δύο μηνών υπό του Στρατοδικείου εις εξάμηνον φυλάκισιν μόνον διότι είπεν η Ελλάς θα έλθη ενταύθα». Και σαν μην έφτανε αυτό, αφού σκόρπισαν διά της βίας το πλήθος, άφησαν τον ιερέα στη μέση του δρόμου χωρίς να επιτρέψουν στους συγγενείς του ούτε να τον κηδέψουν, ενώ στον σύζυγο της νεκρής πρότειναν, εφόσον ήθελε να αποζημιωθή «από την Ιταλικήν Κυβέρνησιν», να υπογράψει όπως «και άπασα η οικογένειά του ότι θέλετε την Ιταλίαν και τότε και τον θάνατον της συζύγου σου (του) θα αποζημιώση η Κυβέρνησις και μηνιαίον μέχρι τέλους της ζωής σου (του) και τροφάς και φάρμακα διά τους τυχόν ασθενείς» θα ελάμβανε. «Ο γενναίος όμως χωρικός Γεώργιος Ζερβός» σημείωνε ο Μητροπολίτης Ρόδου «απεποιήθην ειπών μετά περιφρονήσεως:Το αίμα της συζύγου μου θα φάγω τώρα;». Επειδή όμως στόχος των Ιταλών ήταν ο Μητροπολίτης Ρόδου, πέντε ημέρες αργότερα συγκέντρωσαν όσους είχαν φυλακίσει για να τους ανακρίνει προσωπικά ο ίδιος ο στρατηγός Τενέντε, προκειμένου να λάβει τη μαρτυρία που επεδίωκε, ότι δηλαδή οι ταραχές ξέσπασαν «τη υποκινήσει του Μητροπολίτου». Η ομόφωνη άρνηση των κρατουμένων, οι οποίοι είπαν ότι «ο Μητροπολίτης δεν είχεν γνώσιν του ζητήματος γενομένου όλως αυθορμήτως υπ΄ αυτών και ουδέν ενήργησαν διά να μετανοήσωσιν και ζητήσωσιν συγγνώμην», τους οδήγησε πίσω στις φυλακές με απειλές ότι οι δάσκαλοι και οι δήμαρχοι όσων χωρίων διαδήλωσαν θα παυθούν και στη θέση τους θα διόριζε άλλους η ιταλική διοίκηση.
Στο μεταξύ τα χωριά στα οποία ξέσπασαν ταραχές ήταν, πλην της πρωτεύουσας της Ρόδου, όπου ο Μητροπολίτης μετά πολλών εμποδίων υπό των «καραβινοφόρων, πεζών και εφίππων, περιβεβλημένος την κυανόλευκον στολήν του εξήλθε της ωραίας Πύλης και εν μέσω μυστηριώδους και ευγλώττου σιγής του συγκεκινημένου και συγκρατουμένου μετά δυσκολίας πλήθους ανήλθεν μετά την περάτωσιν της ακολουθίας της Αναστάσεως Μητροπολιτικού Θρόνου,εκ του ύψους του οποίου ο σθεναρός Ιεράρχης με το πελιδνόν εκ συγκινήσεως πρόσωπόν του και την κυανόλευκον στολήν εφαίνετο εις τους δακρύοντας Ελληνας,ως Αγγελος καταβάς εκ του απείρου κυανού ουρανού ίνα κατ΄ εντολήν του Μεγάλου Θεού της Ελλάδος διερμηνεύση ποία συναισθήματα και ποίοι πόθοι εδόνουν την Ελληνικήν του ποιμνίου του ψυχήν», ήσαν: ο Αρχάγγελος, όπου οι Ιταλοί έριξαν στις φυλακές τα παιδιά που χτύπαγαν την καμπάνα τη στιγμή της Αναστάσεως και ξυλοκόπησαν τον ιερέα «σχίσαντες μάλιστα τα άμφιά του», η Μαλώνα, ο Αφάντου, όπου και εκεί ξυλοκοπήθηκε άγρια παραμένων επί ημέρες κλινήρης «μη δυνάμενος να μιλήση» ο ιερέας Εμμανουήλ, ο Θόλος, όπου θύμα ήταν ο δάσκαλος του χωριού, το Ασκληπιείο, όπου φυλακίστηκαν δύο δάσκαλοι, η Ψίνθος, όπου οι πιστοί εμποδίστηκαν υπό του στρατού να εισέλθουν στην εκκλησία, το Αλάερμα, όπου ιταλοί στρατιώτες «ορμήσαντες εναντίον του ιερέως και του πλήθους κατεπάτησαν το Ευαγγέλιον και έθραυσαν τας εικόνας προς δόξαν του Χριστιανισμού!..». Επίσης τα χωριά Αρνίθας και Απολακιάς, Αρχίπολι, Βάτι, Γεννάδι, Εμπονα, Κοσκινού, Καλλιθέα, Καλαβάρδα, Καστέλλο, Κάλαθος, Μαριτσά, Μάσαρι, Πλατάνια, Σορωνή, Σιάννα, Σάλακος, Λίνδος, Λαχανιά, Λάρδος, Τριάντα, Κρεμαστή κ.ά. Σημειωτέον, παρόμοια επεισόδια εκτυλίχθηκαν στη Χάλκη και στη Σύμη.
Και η μεν Δωδεκάνησος τελικά απελευθερώθηκε με το τέλος του Β Δ Παγκοσμίου Πολέμου, οι δε Δωδεκανήσιοι εορτάζουν, όπως και οι υπόλοιποι Ελληνες, το Αγιο Πάσχα με λαμπρότητα. Εκείνος που σήμερα προπάντων αναζητείται είναι «ο Μεγάλος της Ελλάδος Θεός», κατά τη ρήση του Μητροπολίτη Ρόδου.
Η κυρία Φωτεινή Τομαή είναι ιστορικός, πρεσβευτής σύμβουλος Α’ στο υπουργείο Εξωτερικών.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ