Ας δούμε τα ακόλουθα επιχειρήματα εναντίον οποιουδήποτε είδους «κουρέματος» του δημόσιου χρέους: Πρώτον, υπάρχει κρατική, ακίνητη και κινητή περιουσία μεγάλης αξίας, η οποία ως τώρα εθεωρείτο «ιερή αγελάδα». Η περιουσία αυτή μπορεί να αξιοποιηθεί με δεκάδες διαφορετικούς τρόπους για την εξόφληση δημόσιου χρέους.

Δεύτερον, πολυετείς έρευνες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η άρση των αναρίθμητων περιορισμών στην επιχειρηματικότητα και στις επενδύσεις καθώς και η ελαχιστοποίηση της γραφειοκρατίας σε επίπεδα παρόμοια με αυτά της ευρωζώνης βελτιώνουν εντυπωσιακά τον δυνητικό ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης. Υπενθυμίζεται ότι η Ιρλανδία τη δεκαετία του 1980 είχε δημόσιο χρέος γύρω στο 130% του ΑΕΠ και το μείωσε στο 35% τη δεκαετία του 1990 μέσω υψηλής ανάπτυξης, προτού βεβαίως εμπλακούν οι τράπεζές της στην κερδοσκοπία της γης με τα γνωστά τραγικά αποτελέσματα.

Τρίτον, η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι οι αγορές δεν έχουν δίκιο τις περισσότερες φορές. Μόνο το 30% των χωρών, των οποίων τα περιθώρια δανεισμού (spreads) των ομολόγων τους ξεπέρασαν τις 900 μονάδες βάσης, χρεοκόπησαν. Οι υπόλοιπες μπόρεσαν και βγήκαν από τον φαύλο κύκλο.

Τέταρτον, και σημαντικότερο, η Ελλάδα ανήκει στην ευρωζώνη, η οποία διαθέτει σήμερα, με μεγάλη καθυστέρηση βεβαίως, μηχανισμούς διάσωσης. Ατελείς, προβληματικούς, αλλά πάντως μηχανισμούς διάσωσης στους οποίους σήμερα έχουν προσφύγει τρεις χώρες-μέλη: η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία. Η Ελλάδα έχει, και θα συνεχίσει να έχει, πρόσβαση στους μηχανισμούς διάσωσης, ενώ το γεγονός ότι δεν είμαστε μόνοι μας στους μηχανισμούς αυτούς σημαίνει ότι το πρόβλημα χρέους για την ευρωζώνη είναι πλέον συνολικό.

Πέμπτον, το γεγονός ότι το πρόβλημα χρέους στην ευρωζώνη είναι πλέον συνολικό, σημαίνει ότι ενδεχόμενη αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους είτε της ακραίας μορφής της στάσης πληρωμών είτε της ηπιότερης μορφής της απομείωσης της ονομαστικής του αξίας («κούρεμα») θα δημιουργήσει «αποτέλεσμα ντόμινο» στις τράπεζες της ευρωζώνης (ιδιαίτερα στις ελληνικές, στις ιρλανδικές και στις πορτογαλικές, αλλά και στις γερμανικές, γαλλικές, ισπανικές) με προφανή αποτελέσματα. Πού θα βρεθούν, στις σημερινές συνθήκες, τα κεφάλαια για να γίνει η απαιτούμενη τεράστια αύξηση κεφαλαίου για να καλύψει τις ζημιές από το «κούρεμα» της τιμής των ομολόγων που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία και ασφαλιστικές εταιρείες;

Εξαίρεση αποτελεί η αναδιάρθρωση του χρέους που λαμβάνει τη μορφή της προσυνεννοημένης επιμήκυνσης του χρόνου εξόφλησης. Υπενθυμίζεται ότι στη Σύνοδο Κορυφής της 11ης Μαρτίου αποφασίστηκε η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του ελληνικού δανείου των 110 δισ. ευρώ από πέντε σε 10 χρόνια και η μείωση του μέσου επιτοκίου δανεισμού κατά 20% περίπου, δηλαδή από 5% σε 4%. Αναδιάρθρωση αυτού του είδους θα μπορούσε κατ΄ αρχήν να γίνει και για τις απαιτήσεις του ιδιωτικού τομέα (τραπεζών κτλ.) καθώς και της ΕΚΤ, αλλά αυτό πρέπει να γίνει συνολικά, με πρωτοβουλία των αρχών της ευρωζώνης (π.χ. του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας).

Το πρόβλημα της Ελλάδας σήμερα είναι ότι δεν μπορεί να πείσει πως έχει τη δυνατότητα να «γυρίσει» τα πράγματα και να «σώσει την παρτίδα». Γι΄ αυτό και ο δημόσιος διάλογος έχει εκτραπεί και αντί να καταπιάνεται με το πρωτεύον ζήτημα, δηλαδή με το πώς θα μειωθεί το κρατικό έλλειμμα από περίπου 10% το 2010 σε λιγότερο του 3% το 2015, θα απελευθερώσει αναπτυξιακές δυνάμεις τις οποίες διαθέτει εν αφθονία και θα μπορέσει να αξιοποιήσει την αδρανή ακίνητη περιουσία του Δημοσίου, καταπιάνεται με το δευτερεύον: δηλαδή με το πώς θα διαγράψει μέρος του δημόσιου χρέους.

Αυτό μπορεί μεν να ακούγεται ως «μουσική στα αφτιά» του μη ενημερωμένου πολίτη, αλλά συνεπάγεται αθέτηση υποχρεώσεών μας, με συνέπειες για την αξιοπιστία της χώρας. Συνεπάγεται κυρίως δυσκολία πρόσβασης ή ακόμη και αποκλεισμό από τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές.

Ο κ. Γιάννης Στουρνάρας είναι καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου Αθηνών, γενικός διευθυντής ΙΟΒΕ.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ