Ανάμεσα σε ένα δυνατό Ευρώ και την χρηματοοικονομική κρίση, η Ευρωζώνη βρίσκεται σε μία θέση λεπτή. Κάποιοι μιλούν για μία στραγγαλισμένη οικονομία και κάποιοι πιέζουν για μία αναδιαπραγμάτευση των κρατικών χρεών των πιο αδύναμων χωρών.

Ο κεντρικός τραπεζίτης της Ιταλίας Lorenzo Bini Smaghi, 54 ετών, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, είναι της αντίθετης άποψης. Σε αυτή την συνέντευξη, απορρίπτει κατηγορηματικά το ενδεχόμενο αναδιαρθρώσεως χρεών, μειώνει την σημασία της ανατιμήσεως του ενιαίου νομίσματος και κυρίως αφήνει να εννοηθεί νέα άνοδος στο κόστος χρήματος της Ευρώπης.

Κατ’ ιδίαν, πολλοί Υπουργοί Οικονομικών ισχυρίζονται ότι μία αναδιάρθρωση χρέους των πιο αδύναμων χωρών είναι αναπόφευκτη. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, το δημοσιονομικό έλλειμμα το 2010 ξεπέρασε το 10% του ΑΕΠ, όταν ο στόχος ήταν 8%.

Το πιο πιεστικό θέμα είναι η φτωχή ανάλυση. Διακινδυνεύεται να ληφθούν σημαντικές αποφάσεις που θα έχουν αντίκτυπο στη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων βασισμένες σε ιδεολογικά στερεότυπα. Μία αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους θα είχε μία σειρά επιπτώσεων που πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπ’ όψιν. Το πρώτο είναι η ζημία διεθνών επενδυτών. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, αυτοί οι επενδυτές είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τέτοιου είδους ζημίες. Για πολλούς η ανάλυση σταματάει εδώ. Αυτό, όμως, είναι λάθος.

Ποιες άλλες συνέπειες βλέπετε;

To έκτακτο δάνειο που χορήγησαν οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες στην Ελλάδα δεν θα αποπληρώνονταν και, ως εκ τούτου, αυτοί που συνεισέφεραν από τα άλλα κράτη θα έχαναν μερικά εκατομμύρια Ευρώ. Είναι σίγουρο ότι θα ενδυναμώνονταν το ευρωσκεπτικισμός της κοινής γνώμης που εναντιώνεται στο Ευρώ και θα ζητούσε την έξοδο των πιο αδύναμων χωρών αφού δεν αποπληρώνουν τα χρέη τους. Αλλά τις πιο σοβαρές συνέπειες μίας χρεοκοπίας θα υφίστατο η ίδια η χώρα που χρεοκοπεί. Αυτό πολλοί το ξεχνούν, ακόμη και η ίδια η Ελλάδα.

Πιο συγκεκριμένα;

Σύμφωνα με την δική μας ανάλυση, μία αναδιάρθρωση του χρέους θα επέφερε την χρεοκοπία μεγάλου μέρους του ελληνικού τραπεζικού συστήματος το οποίο διακρατεί κρατικούς τίτλους και για το οποίο εγγυητής είναι το Κράτος. Οι ελληνικές τράπεζες δεν θα είχαν πρόσβαση στην ΕΚΤ για αναχρηματοδότηση και θα έπρεπε να μειώσουν τα δάνεια προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Χωρίς να ξεχνάμε, τέλος, τις συνέπειες για τους καταθέτες, τα ασφαλιστικά ταμεία και τους άλλους οργανισμούς της Ελλάδος που έχουν επενδύσει τις αποταμιεύσεις τους σε τίτλους Δημοσίου. Η ελληνική οικονομία θα γονάτιζε, με καταστροφικές συνέπειες στην κοινωνική συνοχή και στη διατήρηση του δημοκρατικού πολιτεύματος αυτής της χώρας. Στο τέλος, βεβαίως, η Ελλάδα είναι εκείνη που θα αποφασίσει ποιόν δρόμο θα ακολουθήσει δεδομένου ότι τις χειρότερες συνέπειες θα τις υποστεί η ίδια. Αλλά οι άλλες χώρες θα πρέπει να αποφύγουν να την σπρώξουν στην καταστροφή.

Τούτου λεχθέντος, η Ελλάδα θα καταφέρει να επιστρέψει στις αγορές το 2012, όπως προβλέπεται;
Για να επιστρέψει στις αγορές χρειάζεται να έχουν εμπιστοσύνη οι επενδυτές. Εάν συνεχισθεί να προβάλεται η πιθανότητα αναδιαρθρώσεως του χρέους, κανένας επενδυτής δεν θα αναλάβει το ρίσκο να αγοράσει τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου.

Και εάν δεν καταφέρει να επιστρέψει στις αγορές;

Εάν δεν έχει άλλο τρόπο χρηματοδοτήσεως, η Ελλάδα θα βρεθεί στην δραματική θέση να μην μπορεί να πληρώσει τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, τις συντάξεις κ. κλπ. Σε αυτή την περίπτωση η χρεοκοπία ή η αναδιάρθρωση δεν θα βοηθούσε διότι η Ελλάδα έχει ένα πρωτογενές έλλειμμα, και συνεπώς πρέπει να συνεχίσει να δανείζεται για να χρηματοδοτεί τις τρέχουσες δαπάνες.

Οπότε ποια είναι η λύση;

Να συνεχισθεί η εφαρμογή του προγράμματος σταθερότητας και ανάπτυξης και οι μεταρρυθμίσεις που έχουν συμφωνηθεί με το ΔΝΤ και την ΕΕ, να ξεκινήσουν οι ιδιωτικοποιήσεις που θα επέτρεπαν την μείωση του χρέους. Δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση.

Εντούτοις, ο Υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Wolfgang Schäuble, φέρεται να έχει πει ότι οι φόβοι που συνδέονται με μία αναδιάρθρωση του χρέους, σήμερα της Ελλάδος αύριο μίας άλλης χώρας, είναι «υπερβολικοί».

Τον Σεπτέμβριο του 2008, αρκετοί υποστήριζαν ότι η αγορά θα είχε όλο τον χρόνο για να αντιμετωπίσει την χρεοκοπία μίας επενδυτικής τράπεζας και ο κίνδυνος εξάπλωσης στην υπόλοιπη οικονομία θα ήταν μικρός. Έτσι, η Lehman Brothers οδηγήθηκε σε χρεοκοπία και αυτό ήταν ένα μοιραίο λάθος που πληρώθηκε με την μεγαλύτερη μεταπολεμική χρηματοοικονομική κρίση, με εκατομμύρια ανέργους. Θέλουμε να το ξαναδοκιμάσουμε; Ειλικρινά δεν έχουμε καταλάβει τίποτα από εκείνη την κρίση; Η ΕΚΤ προσπαθεί να εξηγήσει ξεκάθαρα στις κυβερνήσεις ποιοί είναι οι κίνδυνοι που αναλαμβάνουν όταν συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο. Κατόπιν, είναι δικό τους θέμα να αποφασίσουν.

Όμως η αναδιάρθρωση των κρατικών χρεών στην Ευρωζώνη δεν θα επιβληθεί εκ των πραγμάτων το 2013 όταν θα ξεκινήσει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης, το νέο ευρωπαϊκό «αλεξίπτωτο» για τις πιο χρεωμένες χώρες;

Όπως υποστηρίχθηκε στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, οι αναδιαρθρώσεις χρεών πρέπει να γίνονται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ακόμη και μετά το 2013, και μονάχα σε συνθήκες όπως εκείνες που επικρατούσαν στο παρελθόν, σε υποανάπτυκτες χώρες όπως η Ζιμπάμπουε ή το Εκουαδόρ. Τέτοιες συνθήκες δεν έχουν υπάρξει ποτέ σε χώρες της ΕΕ.

Εν τω μεταξύ, και η Πορτογαλία κατά την προεκλογική περίοδο ζήτησε βοήθεια από την ΕΕ. Θα καταφέρει να βρει μία συμφωνία που θα υλοποιηθεί από την επόμενη κυβέρνηση όποια κι αν είναι αυτή;

Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση εκτός της ανακάμψεως και των μεταρρυθμίσεων. Το πρόβλημα της Πορτογαλίας είναι η χαμηλή ανάπτυξη. Για να μπορέσει να αντιμετωπίσει μία κρίση σαν αυτή την οποία περνά, απαιτείται ενότητα της χώρας, με μία συμφωνία ανάμεσα στην πλειοψηφία και την αντιπολίτευση για το πώς θα ανακάμψουν τα δημόσια οικονομικά και να υιοθετηθούν γενναίες μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα αποκαταστήσουν την ανταγωνιστικότητα της χώρας. Διαφορετικά, τα πολιτικά παιχνίδια στο εσωτερικό υπάρχει κίνδυνος να επικρατήσουν του εθνικού συμφέροντος. Και αυτό ισχύει και για την Πορτογαλία αλλά και για την Ελλάδα.

Σχετικά με τις τράπεζες: η ΕΚΤ εξετάζει πως θα επιστρέψει σε λιγότερο γενναιόδωρες πρακτικές αναχρηματοδοτήσεως, με κυμαινόμενο επιτόκιο και με περιορισμένο ποσό χρηματοδοτήσεως. Πόσο περιπλέκει τα πράγματα στην στρατηγική εξόδου ο φαύλος κύκλος κρίσης χρέους και πιστωτικής ασφυξίας;

Όταν οι τράπεζες εξαρτώνται υπερβολικά από την ρευστότητα που παρέχεται από την ΕΚΤ, είναι διατεθειμένες να πληρώσουν οποιοδήποτε τίμημα, το οποίο αυξάνει τα επιτόκια την ώρα της δημοπρασίας, με αρνητικές συνέπειες για όλη την Ευρωζώνη. Στην πραγματικότητα το πρόβλημα είναι ότι μεγάλο μέρος αυτών των τραπεζών βρίσκεται σε χώρες που έχουν πρόβλημα ρίσκου εθνικού χρέους. Οι τράπεζες αυτές δεν τα καταφέρνουν χωρίς την ΕΚΤ καθώς δεν μπορούν να δανεισθούν από τις αγορές. Μελετάμε τον τρόπο επιστροφής στους κανονικούς μηχανισμούς χρηματοδοτήσεως χωρίς να δημιουργηθούν προβλήματα στο τραπεζικό σύστημα ως σύνολο.

Είστε ικανοποιημένοι από τον τρόπο με τον οποίο η αγορά έχει αντιδράσει στο κόστος χρήματος να διαμορφώνεται σε 1,25%;

Οι αγορές έχουν διδαχθεί με τον καιρό πως αντιδρά η ΕΚΤ η οποία θέτει μεσοπρόθεσμους στόχους όσον αφορά στην σταθερότητα τιμών και παρακολουθεί τις εξελίξεις ρεαλιστικά. Τα ελάχιστα επίπεδα επιτοκίων δικαιολογούνταν από την ύφεση του 2009 και από τον κίνδυνο αποπληθωρισμού. Όσο απομακρύνεται το ενδεχόμενο να πραγματοποιηθούν αυτοί οι κίνδυνοι, τόσο λιγότερο δικαιολογούνται αυτά τα επίπεδα επιτοκίων.

Οι αγορές αναμένουν περαιτέρω αυξήσεις, πριν ή μετά το καλοκαίρι. Είναι ορθή αυτή η πρόβλεψη;

Θα εξαρτηθεί από την οικονομική δραστηριότητα και τον πληθωρισμό. Τα πιο πρόσφατα στοιχεία, όπως και οι προβλέψεις του ΔΝΤ, φαίνεται να επιβεβαιώνουν το σενάριο μίας διατηρήσιμης παγκόσμιας αναπτύξεως, η οποία περνάει και στην Ζώνη του Ευρώ.

Μα δεν σας απασχολεί η άνοδος του Ευρώ;

Πρέπει να παρακολουθούμε τις συναλλαγματικές ισοτιμίες συνολικά δηλαδή σε σχέση με όλες τις κύριες ισοτιμίες και όχι μόνο σε σχέση με το Δολάριο. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα 40 κυριότερα νομίσματα, στην πραγματικότητα, σήμερα η ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία του Ευρώ είναι στο ίδιο επίπεδο με αυτό του 2005, και περίπου 10% πιο χαμηλή εάν μετρηθεί σε πραγματικούς όρους. Αυτό έγινε αναγκαστικά εξ αιτίας της σημαντικής πραγματικής ανατιμήσεως αρκετών νομισμάτων των αναδυομένων χωρών όπως της Βραζιλίας (80%), της Ρωσίας (40%), της Ινδίας (40%) ή ακόμη και της Αγγλίας (20%).

Το 2005 ορθώς αυξήσατε τα επιτόκια παρά την αντίθεση αρκετών. Όμως η αύξηση του επιτοκίου το 2008 δεν αποδείχθηκε εκ των υστέρων ότι ήταν λάθος;

Η αύξηση του 2008 δεν ήταν λάθος και, όπως και να ‘χει, συνέβη στο τέλος ενός κύκλου περιοριστικής πολιτικής. Τότε τα επιτόκια ήταν 4%. Τώρα είμαστε στο τέλος ενός κύκλου επεκτατικής πολιτικής με τα επιτόκια πολύ χαμηλά, όπως το 2005. Όποιος φοβόταν ότι το 2008 θα ανακόπταμε την πορεία ανάκαμψης, αναγκάσθηκε να πάρει πίσω την κριτική του.