«Ανεπιθύμητη» χαρακτήρισε μια ενδεχόμενη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, ο υπουργός Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου σε συνέντευξή του που δημοσιεύεται σήμερα στην γερμανική οικονομική εφημερίδα Handelsblatt. Η αναδιάρθρωση θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει το ελληνικό και το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα επισημαίνει χαρακτηριστικά.

Το πλήρες κείμενο της συνέντευξης έχει ως εξής:


Handelsblatt: Κύριε Υπουργέ, θα επιβιώσει η Ελλάδα χωρίς αναδιάρθρωση χρέους;

Γιώργος Παπακωνσταντίνου: Γνωρίζω ότι το θέμα είναι επίκαιρο. Αλλά η κυβέρνησή μας και τα τρία θεσμικά όργανα που μας υποστηρίζουν …

Handelsblatt: … η ΕΕ, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ, τα οποία δεσμεύθηκαν κατά το προηγούμενο έτος να χορηγήσουν στην Ελλάδα δάνεια έκτακτης ανάγκης ύψους 110 δισεκατομμυρίων Ευρώ…

Παπακωνσταντίνου: Όλοι συμφωνούμε ότι πρέπει να συνεχίσουμε το πρόγραμμά μας για την επίτευξη δημοσιονομικής σταθερότητας. Έτσι, μπορούμε να δημιουργήσουμε πρωτογενή πλεονάσματα στον προϋπολογισμό, να επιστρέψουμε στην οικονομική ανάπτυξη και να μειώσουμε το χρέος. Τελεία και παύλα.

Handelsblatt: Κάποιοι εξέχοντες οικονομολόγοι διαφωνούν.

Παπακωνσταντίνου: Ορισμένοι εξέχοντες οικονομολόγοι προέβλεπαν πριν από δύο χρόνια την κατάρρευση του Ευρώ. Αυτό δεν συνέβη. Έχουν προβλέψει την πτώχευση της Ελλάδας. Και αυτό δεν έγινε πραγματικότητα. Με όλο τον σεβασμό: έχουμε διαφορετική άποψη.

Handelsblatt: Γιατί να μην γίνει αναδιάρθρωση;

Παπακωνσταντίνου: Οι συνεπαγόμενες ζημίες των ιδιωτών επενδυτών θα μπορούσαν να προκαλέσουν προβλήματα σταθερότητας στο ελληνικό και το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα. Η απώλεια της εμπιστοσύνης θα είχε ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό μας για μεγάλο χρονικό διάστημα από τις αγορές. Αυτά θα επηρέαζαν τελικά την πραγματική οικονομία. Επιπλέον, πιθανότατα θα προκαλείτο επέκταση της κρίσης και σε άλλες xώρες. Όλα αυτά καθιστούν μη επιθυμητή την αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας.

Handelsblatt: Δεν θα άντεχε ο ελληνικός τραπεζικός τομέας την αναδιάρθρωση του χρέους;

Παπακωνσταντίνου: Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι πράγματι σε καλή κατάσταση. Σε αντίθεση με άλλες χώρες, οι τράπεζες μας δεν έχουν ποτέ επενδύσει σε τοξικά προϊόντα. Το κύριο πρόβλημα είναι ότι, λόγω των υψηλών ασφαλίστρων κινδύνου των ελληνικών κρατικών ομολόγων, δεν έχουν πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές, αλλά αναγκάζονται να στραφούν προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Ως εκ τούτου, υπάρχει έλλειψη ρευστότητας στην αγορά, η οποία με τη σειρά της στραγγαλίζει την οικονομική ανάπτυξη.

Handelsblatt: Τότε η πρόσφατη αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ δεν είναι αυτό ακριβώς που η Ελλάδα χρειάζεται τώρα.

Παπακωνσταντίνου: Μπορώ να καταλάβω τις προτεραιότητες της ΕΚΤ, δεν θα συζητήσω όμως δημόσια την πολιτική επιτοκίου της. Είναι σαφές ότι, από δημοσιονομική σκοπιά, τα υψηλότερα επιτόκια θα προκαλέσουν προβλήματα σε εμάς.

Handelsblatt: Έχετε συμφωνήσει με τα κράτη-μέλη της ΕΕ να επεκταθεί η διάρκεια αποπληρωμής των δανείων να μειωθούν τα επιτόκια. Αυτό δεν είναι ήδη μία μορφή της αναδιάρθρωσης του χρέους σας;

Παπακωνσταντίνου: Όχι, δεν είναι κατά την άποψή μου. Είναι κάτι εντελώς διαφορετικό.

Handelsblatt: Δεν θα μπορούσατε να διαπραγματευτείτε με ιδιώτες πιστωτές μια παρόμοια λύση;

Παπακωνσταντίνου: Το ξέρω ότι αυτή η συζήτηση σήμερα είναι πολύ δημοφιλής, αλλά δεν συμμετέχω σε αυτήν. Έχουμε επικεντρωθεί στην εφαρμογή του προγράμματος δημοσιονομικής εξυγίανσης και στην έγκαιρη εξυπηρέτηση των χρεών μας.

Handelsblatt: Ο Ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομικών κ. Σόιμπλε έχει αμφιβολίες για το εάν η παράταση του χρόνου αποπληρωμής και η μείωση των επιτοκίων επαρκούν. Συμμερίζεστε αυτήν την ανησυχία;

Παπακωνσταντίνου: Για το 2011 έχουμε εξασφαλίσει πλήρως τη χρηματοδότησή μας από το πακέτο βοήθειας. Γνωρίζουμε όμως, ότι πρέπει να εξασφαλίσουμε το 2012 από την πώληση ομολόγων στην αγορά 25-30 δισ. Ευρώ. Και βλέπουμε ότι τα ασφάλιστρα κινδύνου αυτήν την στιγμή είναι ακόμη πολύ υψηλά.

Handelsblatt: Τι επιτόκιο θα ήταν αποδεκτό;

Παπακωνσταντίνου: Σίγουρα δεν είναι το τρέχον, αλλά ένα επιτόκιο παρόμοιο με αυτό που εμείς πληρώνουμε τώρα για το πακέτο βοήθειας (σ.σ.: λιγότερο από πέντε τοις εκατό) – ίσως και λίγο περισσότερο. Αλλά δεν θα αναφέρω συγκεκριμένους αριθμούς. Θα μπορούσα να φανταστώ ότι, μετά την απόφαση της Πορτογαλίας να ζητήσει βοήθεια, και μετά από τις πορτογαλικές εκλογές του Ιουνίου θα επέλθει μια ομαλοποίηση των ασφαλίστρων κινδύνου, υπό την προϋπόθεση ότι οι αγορές θα πιστεύουν ότι ο κίνδυνος επέκτασης της κρίσης έχει εξαλειφθεί.

Handelsblatt: Έχει πράγματι;;

Παπακωνσταντίνου: Οι πολιτικές αποφάσεις έχουν ληφθεί, το πλαίσιο για την αντιμετώπιση της κρίσης έχει καθοριστεί. Τώρα πρέπει να καθοριστούν και οι λεπτομέρειες και να γίνει η μετάβαση από το σημερινό ταμείο διάσωσης EFSF στο μελλοντικό ESM. Εδώ υπάρχουν κάποιες δυσκολίες και ως εκ τούτου οι αγορές εξακολουθούν να είναι ανήσυχες. Αλλά σε έξι μήνες μπορεί να αλλάξουν πολλά.

Handelsblatt: Τα ασφάλιστρα κινδύνου για τα ελληνικά ομόλογα βρίσκονται ακόμη σε επίπεδα ρεκόρ. Γιατί οι αγορές είναι τόσο επιφυλακτικές;

Παπακωνσταντίνου: Οι αγορές αναμένουν μια αξιόπιστη δημοσιονομική στρατηγική, αναμένουν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Πάντα λέγαμε ότι η πορεία δεν θα είναι εύκολη. Ίσως να είναι μακρύτερος από ό, τι νομίζαμε, λόγω και των συστημικών προβλημάτων στη ζώνη του Ευρώ. Είμαι ομως πεπεισμένος ότι η κατάσταση στις αγορές τελικά θα ομαλοποιηθεί .

Handelsblatt: Και αν δεν γίνει αυτό; Θα ζητήσετε το 2012 πρόσθετη βοήθεια από το EFSF;

Παπακωνσταντίνου: Το EFSF έχει τη δυνατότητα αγοράς ομολόγων, όταν ένα κράτος δεν μπορεί να τα διαθέσει στις αγορές με αποδεκτούς όρους. Αυτό αποτελεί ένα δίχτυ ασφαλείας. Δεν θέλουμε όμως να το χρησιμοποιήσουμε, αλλά να επιστρέψουμε στις αγορές.

Handelsblatt: Δεν θα προσέφερε στην Ελλάδα η αναδιάρθρωση χρέους την ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα;

Παπακωνσταντίνου: Η νέα αρχή για την Ελλάδα έγκειται στην υλοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, την αποκατάσταση των δημοσίων οικονομικών, την επίτευξη πλεονασμάτων στον προϋπολογισμό και την πληρωμή των χρεών.

Handelsblatt: Δαπανάτε σχεδόν το 7% του ΑΕΠ για την εξυπηρέτηση του χρέους. Πόσο καιρό μπορεί να συνεχιστεί αυτό;

Παπακωνσταντίνου: Αρχικά θα είναι 7%, αλλά όχι για πολύ. Η μείωση των επιτοκίων για τα δάνεια διάσωσης μας βοηθά. Θα μας βοηθήσουν επίσης οι ιδιωτικοποιήσεις που έχουν προγραμματιστεί. Με τα έσοδά τους θέλουμε να μειώσουμε το χρέος.

Handelsblatt: Οι Γερμανοί τραπεζίτες μας λένε ότι θα ήταν διατεθειμένοι να πουλήσουν ελληνικά ομόλογα με έκπτωση.

Παπακωνσταντίνου: Εάν είχαμε τα χρήματα για την εξαγορά αυτή, θα ήταν μια ενδιαφέρουσα συμφωνία.

Handelsblatt: Σε ποιά τιμή θα επαναγοράζατε;

Παπακωνσταντίνου: Δεν πρόκειται να δεσμευτώ σε συγκεκριμένους αριθμούς.

Handelsblatt: Έχετε διορθώσει πρόσφατα το έλλειμμα του προϋπολογισμού του 2010 προς τα πάνω και πάλι, ενώ κατά το πρώτο τρίμηνο του 2011, τα φορολογικά έσοδα ήταν χαμηλότεροι από το αναμενόμενο. Τι πηγαίνει στραβά;

Παπακωνσταντίνου: Και τα δύο οφείλονται στη σοβαρή ύφεση κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2010, καθώς η οικονομία μας συρρικνώθηκε κατά 6,6%. Ανάλογα μειώθηκαν και τα φορολογικά έσοδα. Δεν έχει να κάνει με εσφαλμένους υπολογισμούς μας.

Handelsblatt: Αν η χώρα σας θέλει να ξεφύγει από την παγίδα των χρεών, χρειάζεται πάνω απ ‘όλα ανάπτυξη. Από πού θα προκύψει αυτό;

Παπακωνσταντίνου: Είμαστε πράγματι σε μια βαθιά ύφεση, αλλά υπάρχουν ήδη σημάδια ανάκαμψης. Οι εξαγωγές μας έχουν αυξηθεί τους τελευταίους τέσσερις μήνες μέχρι και 40% …

Handelsblatt: … Οι εξαγωγές όμως αποτελούν λιγότερο από 7% του ΑΕΠ.

Παπακωνσταντίνου: Σωστά. Οι εξαγωγές όμως ανακουφίζουν ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματά μας, το υψηλό έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών. Αναμένουμε επίσης μια καλή σαιζόν στον τουρισμό. Το οικονομικό κλίμα αρχίζει να αλλάζει. Το τέταρτο τρίμηνο του 2010 ήταν η κορύφωση της κρίσης. Τώρα αρχίζουμε να ανεβαίνουμε.

Handelsblatt: Χρειάζεται η Ελλάδα μία στρατηγική ανάπτυξης, ένα σχέδιο Μάρσαλ;

Παπακωνσταντίνου: Έχουμε ένα σχέδιο ανάπτυξης. Βασίζεται στην ανάκαμψη της εμπιστοσύνης στη χώρα μας και την προσέλκυση επενδυτών. Αν μειώσουμε τα ελλείμματά μας, θα συμβάλουμε στην ανάπτυξη, γιατί μόνο τότε θα ρεύσει ιδιωτικό κεφάλαιο στη χώρα μας. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, η μείωση της γραφειοκρατίας, η ιδιωτικοποίηση, η απλοποίηση των διαδικασιών για τη δημιουργία επιχειρήσεων και για επενδύσεις: αυτή είναι η στρατηγική ανάπτυξής μας.

Handelsblatt: Κύριε Υπουργέ, σας ευχαριστώ για τη συνέντευξη.