Αφότου έγινε γνωστή η διαρροή στους αντιδραστήρες του πυρηνικού εργοστασίου της Φουκουσίμα, τον περασμένο μήνα, το αναπάντητο ερώτημα είναι αν τα παρασυρόμενα ραδιενεργά νέφη θα μπορούσαν να βλάψουν ανθρώπους στην Ιαπωνία ή αλλού. Για πολλούς ο μεγαλύτερος φόβος είναι ο καρκίνος. Είναι γνωστό ότι ορισμένα επίπεδα έκθεσης στη ραδιενέργεια αυξάνουν τον κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου, όμως οι επιστήμονες διαφωνούν για τις επιπτώσεις των πολύ χαμηλών επιπέδων ραδιενεργού ακτινοβολίας που έχουν καταγραφεί μέχρι στιγμής στην Ιαπωνία.
Ο δόκτωρ Τζον Μπόις, καθηγητής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Βάντερμπιλτ, ο οποίος μελετά τις επιπτώσεις της ραδιενέργειας σε ανθρώπους, προειδοποιεί ότι ο υπολογισμός των κινδύνων από χαμηλές δόσεις ραδιενέργειας είναι παρακινδυνευμένος, καθώς υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία για έκθεση σε δόσεις μικρότερες των δέκα ρεμ (μονάδα μέτρησης της απορρόφησης ραδιενέργειας κατ΄ άτομο, όπου 100 ρεμ ισούνται με ένα σίβερτ). «Μπορούμε να πάρουμε μια χαμηλή δόση, να την πολλαπλασιάσουμε επί ένα εκατομμύριο άτομα και να πούμε ότι θα υπάρξουν χιλιάδες θάνατοι, αλλά αυτό θα ήταν ανάρμοστο, παραπλανητικό και κινδυνολογικό» λέει. Ωστόσο ο δόκτωρ Ντέιβιντ Μπρένερ, διευθυντής του Κέντρου Ακτινολογικών Μελετών του Πανεπιστημίου Κολούμπια, ανήκει σε εκείνους που πιστεύουν ότι δεν υπάρχει ασφαλές όριο έκθεσης. «Η ραδιενέργεια προκαλεί βλάβες στο DΝΑ και μόνο ένα κύτταρο αρκεί για να σπείρει τον καρκίνο, έστω και αν παίρνει δεκαετίες για να αναπτυχθεί» εξηγεί.
Μέχρι στιγμής έχουν ανιχνευθεί μόνο απειροελάχιστες ποσότητες ραδιενέργειας από τους ιαπωνικούς αντιδραστήρες στις ΗΠΑ, στο γάλα στην Ανατολική και Δυτική Ακτή και σε σταγόνες βροχής στη Μασαχουσέτη. Στην ίδια την Ιαπωνία ραδιενέργεια έχει ανιχνευθεί στο γάλα, στο κρέας, στα λαχανικά και στο νερό της βρύσης, σε ποσότητες που επέβαλλαν την κατανάλωση εμφιαλωμένου νερού σε ορισμένες περιπτώσεις.
Σε απόσταση περίπου 500 μέτρων από το εργοστάσιο της Φουκουσίμα έχει μετρηθεί ραδιενέργεια 0,1 ρεμ ανά ώρα. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι τετραήμερη έκθεση ή και μικρότερη θα μπορούσε να αυξήσει τις πιθανότητες καρκίνου.
Σύμφωνα με την Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Προστασίας (ΕΡΑ), μόνο από το φυσικό μας περιβάλλον δεχόμαστε ακτινοβολία ίση με 0,3 ρεμ ετησίως. Μέχρι στιγμής οι εκτιμήσεις από κυβερνητικές υπηρεσίες για τους κινδύνους της έκθεσης σε χαμηλές δόσεις ραδιενέργειας στηρίζονται σε επαγωγικά συμπεράσματα, βασισμένα στην έκθεση σε υψηλές δόσεις.
Πολλές από τις σημερινές εκτιμήσεις κινδύνου στηρίζονται σε μια μελέτη 200.000 επιζώντων από τις ατομικές βόμβες της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι, τον Αύγουστο του 1945. Περισσότεροι από το 40% ζουν ακόμη. Μέχρι στιγμής δεν είναι βέβαιο πόσο σχετικά είναι τα αποτελέσματα από τους επιζήσαντες των ατομικών βομβών με τους Ιάπωνες που ενδεχομένως εκτέθηκαν στη ραδιενέργεια των αντιδραστήρων.
«Το πρώτο ερώτημα είναι σε ποια δόση ραδιενέργειας εκτέθηκαν πραγματικά αυτοί οι άνθρωποι. Επειτα και ο τρόπος μόλυνσης είναι διαφορετικός. Οι επιζήσαντες του 1945 έλαβαν μονομιάς τη ραδιενέργεια σε όλο τους το σώμα,ενώ σήμερα η μόλυνση ενδέχεται να είναι σταδιακή» λέει ο δόκτωρ Εβαν Ντούπλε, επικεφαλής της έρευνας για τους επιζήσαντες και υποδιευθυντής του Ερευνητικού Ιδρύματος για τις Επιπτώσεις της Ραδιενέργειας στη Χιροσίμα.
«Στην Ιαπωνίαμέχρι στιγμής οι δόσεις έκθεσης είναι πολύ μικρές. Οι επιζήσαντες της βόμβας δέχθηκαν από κολοσσιαίες ως απειροελάχιστες δόσεις ραδιενέργειας.Βεβαίως αυξήθηκε ο κίνδυνος καρκίνου, αλλά όχι όσο θα περίμενε κανείς» λέει ο δρ Ντούπλε και εξηγεί ότι από 120.000 επιζώντες σε μια ομάδα μελέτης, 219 με έκθεση στη ραδιενέργεια πέθαναν από λευχαιμία από το 1950 ως το 2002. Ωστόσο μόνο 98 περιπτώσεις, δηλαδή το 45% των θανάτων, αποδίδονται στην έκθεση σε ακτινοβολία.
Τα δεδομένα από τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι έχουν εφαρμογή στη Φουκουσίμα; «Η Χιροσίμα και το Ναγκασάκι ήταν οι χειρότερες περιπτώσεις.Μπορεί κανείς να εξαγάγει από αυτές συμπεράσματα για την έκθεση σε μικρές δόσεις ραδιενέργειας,αλλά θα υπήρχαν μεγάλες αβεβαιότητες» εκτιμά ο δρ Ντούπλε.
Τι δεν ήξεραν η Κιουρί, ο Στάλιν και οι αμερικανοί στρατηγοί
Η Μαρία Κιουρί δεν ήξερε πόσο επικίνδυνη ήταν η ακτινοβολία, και το πλήρωσε με τη ζωή της. Ούτε ο Στάλιν και οι αμερικανοί στρατηγοί που εξέθεταν, τη δεκαετία του ΄50, χιλιάδες στρατιώτες στη ραδιενέργεια ατομικών εκρήξεων, γνώριζαν την αλήθεια. Σήμερα ξέρουμε πολύ καλά ότι δεν υπάρχουν ασφαλή όρια έκθεσης στη ραδιενεργό ακτινοβολία, μόνον όρια αποδεκτού κινδύνου.
Η μέθοδος που χρησιμοποιείται για να εκφράσει το όριο κινδύνου από την ακτινοβολία λαμβάνει υπόψη αυτή την παράμετρο. Πρόκειται για μια μέση απορροφώμενη δόση, η οποία ονομάζεται «ενεργός δόση». Η μονάδα μέτρησής της ονομάζεται σίβερτ (sievert, Sv).
Ατομικά και περιβαλλοντικά δοσίμετρα μετρούν με ακρίβεια δόσεις τόσο χαμηλές όσο ένα εκατομμυριοστό του sievert, ή μSv (microsievert). Το όριο δόσης αναφοράς για το κοινό είναι 1 mSv, δηλαδή ένα χιλιοστό του σίβερτ, ανά έτος. Την περασμένη Τρίτη η ποσότητα που μετρήθηκε έξω από τον αντιδραστήρα 2 στη Φουκουσίμα ήταν 100.000 φορές επάνω από το φυσιολογικό όριο. Ανάλογα με τη διάρκεια της έκθεσης και το πόση ακτινοβολία δέχεται κανείς, οι επιπτώσεις μπορεί να είναι έντονες και άμεσες, με τη μορφή δηλητηρίασης, ναυτίας, πυρετού, ακόμη και θανάτου, ή σωρευτικές και μακροπρόθεσμες, με τη μορφή του αυξημένου κινδύνου εκδήλωσης διαφόρων μορφών καρκίνου.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ