Μπορεί να κατηγορείται ότι ως επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) ο γάλλος σοσιαλιστής πολιτικός Ντομινίκ Στρος-Καν δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να δημιουργεί παρακαταθήκες για μια δυναμική επιστροφή στην εσωτερική πολιτική σκηνή της πατρίδας του για να διεκδικήσει το χρίσμα του Σοσιαλιστικού Κόμματος ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2012, όμως επί των ημερών του ο διεθνής χρηματοπιστωτικός οργανισμός λαμβάνει πρωτοφανείς πρωτοβουλίες. Σήμερα άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο για την επιβολή ελέγχων στη ροή των διεθνών κερδοσκοπικών κεφαλαίων.

Το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα αποτελούν εμβληματικούς θεσμούς του σύγχρονου μεταπολεμικού καπιταλισμού, ο οποίος απορρίπτει μετά βδελυγμίας κάθε πολιτική ή άλλη παρέμβαση στην ελεύθερη λειτουργία των αγορών, ακόμη κι αν μερικές φορές κάποιες ασύδοτες υπερβολές προκαλούν οικονομικές και λογιστικές υπερβάσεις και φούσκες που καταλήγουν σε καταστροφές σαν κι αυτή που ζήσαμε το 1997 με τη διαβόητη ασιατική κρίση ή το 2008 με την κατάρρευση της αμερικανικής subprime market και της παγκόσμιας αγοράς ακινήτων.

Η εφημερίδα Financial Times δημοσίευσε σήμερα τις κατευθυντήριες γραμμές – που δεν αποτελούν ακόμη επίσημη πολιτική του ΔΝΤ – με τις οποίες το Ταμείο τείνει να νομιμοποιήσει παρεμβάσεις στις αγορές τις οποίες επί έξι και πλέον δεκαετίες καταδίκαζε. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες αυτές γραμμές, τα κράτη θα μπορούν να θέτουν περιορισμούς και ελέγχους στις εισροές κεφαλαίων όταν το νόμισμά τους είναι υποτιμημένο, όταν διαθέτουν ήδη επαρκή συναλλαγματικά διαθέσιμα στα θησαυροφυλάκιά τους και όταν δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν εναλλακτικά μέτρα νομισματικής ή φορολογικής πολιτικής για να επιτύχουν τους στόχους που επιδιώκου με την επιβολή ελέγχων στη ροή των κεφαλαίων.

Το ΔΝΤ εκτιμά ότι περίπου το ένα τέταρτο ή το ένα τρίτο των κρατών πληρούν τα κριτήρια για να καταφύγουν στην επιβολή περιορισμών στη ροή των κεφαλαίων. «Οι έλεγχοι στη ροή των κεφαλαίων βρίσκονται αναμφίβολα στο κουτί των εργαλείων για την αντιμετώπιση των οικονομικών και χρηματοοικονομικών κινδύνων», σημειώνει σε ανακοίνωσή της η Εκτελεστική Επιτροπή του ΔΝΤ. Η πλειοψηφία των μελών της Επιτροπής στηρίζουν αναφανδόν τις προτεινόμενες κατευθυντήριες γραμμές, ένδειξη ότι υπάρχει μεγαλύτερη συναίνεση από όση υπήρχε στο παρελθόν μεταξύ των ανεπτυγμένων και των αναπτυσσομένων κρατών στο θέμα των περιορισμών στις υπερεθνικές κινήσεις των κεφαλαίων, αναφέρουν οι FT.

Μόλις ξέσπασε η τελευταία κρίση αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η Βραζιλία και η Ταϊλάνδη, έσπευσαν να επιβάλουν ελέγχους στις ροές κεφαλαίων για να αντιμετωπίσουν την απειλή του πληθωρισμού, χρηματοοικονομικών φουσκών ή ακόμη και κινήσεων πανικού από παράγοντες της εγχώριας οικονομίας, που φοβούμενοι μια οικονομική καταστροφή θα έσπευδαν να εξαγάγουν κεφάλαια σε πιο ασφαλείς χώρες του εξωτερικού για να τα σώσουν – σημειωτέον ότι η ασιατική κρίση του 1997 ξεκίνησε από τη συντονισμένη κερδοσκοπική επίθεση που υπέστη το νόμισμα της Ταϊλάνδης, το μπατ.

Η ακολουθητέα διαδικασία
Σύμφωνα με τις κατευθυτήριες γραμμές του ΔΝΤ, οι χώρες που αντιμετωπίζουν μαζική εισροή κεφαλαίων θα πρέπει να αφήνουν πρώτα, αν αυτό είναι δυνατόν, το νόμισμά τους να ανατιμάται ή να χαλαρώνουν τη νομισματική πολιτική τους και να αυξάνουν τους φορολογικούς συντελεστές. Αν δεν είναι δυνατή η λήψη των μέτρων αυτών, το ΔΝΤ συνιστά στις χώρες να θέτουν περιορισμούς στη ροή κεφαλαίων, χωρίς όμως να κάνουν διακρίσεις μεταξύ ξένων και εγχωρίων επενδυτών.

Το ΔΝΤ αναφέρει ότι μέτρα που διακρίνουν τους εγχωρίους και τους ξένους επενδυτές, όπως οι φόροι στις εισαγωγές ξένων κεφαλαίων που εισήγαγε η Βραζιλία, πρέπει να αποτελούν την τελευταία γραμμή άμυνας των κυβερνήσεων. Συμπερασματικά θα έλεγε, δηλαδή, κανείς ότι η νέα, υπό τον Στρος-Καν, «γραμμή» του του ΔΝΤ συνοψίζεται στο «όλα επιτρέπονται για τον περιορισμό των κερδοσκοπικών κινήσεων του αόρατου χεριού των αγορών».