Το κλασικό αστυνομικό μυθιστόρημα συσσωρεύει γρίφους, αβεβαιότητες και παραπλανητικούς συνειρμούς- ως τη στιγμή που ο «Πουαρό» του, στο καταληκτικό κεφάλαιο, θα εμφανιστεί ενώπιον των ενδιαφερομένων για να τοποθετήσει πρόσωπα και πράγματα στη θέση τους. Το «οργασμικό» τέλος μιας καλής αστυνομικής ιστορίας είναι πάντα η αποκάλυψη του πραγματικού ενόχου και των κινήτρων του, και δεν γνωρίζω πολλούς αναγνώστες του είδους που θα απολάμβαναν ένα «ανοιχτό τέλος». Γιατί το «άπλετο φως» του τέλους είναι ανθρωπολογικά εγγυημένο ένστικτο, και ακόμη και τα πάθη και τα παθήματα μιας τραγωδίας, κατά τον παλαιό Αριστοτέλη, προκαλούν ηδονική κάθαρση μέσα από τη συντεταγμένη περαίωσή τους.
Το μυθιστόρημα της Αλλαγής, του Εκσυγχρονισμού, της Ηπιας Προσαρμογής και του «Υπάρχουν Λεφτά» (οι παραπλανητικοί συνειρμοί που λέγαμε) τελείωσε ξαφνικά κάπου πέρυσι την άνοιξη- κι ενώ, τούτη την άνοιξη, τούτο το καλοκαίρι, περιμέναμε τις διευκρινίσεις του τελικού κεφαλαίου, ο Πουαρό όχι μόνο δεν καταδέχθηκε να εμφανιστεί αλλά, όταν ρωτήθηκε, μας είπε «Ολοι μαζί το κάναμε». Και σε μια φαρσοειδή εκδοχή της αριστοτελικής τραγωδίας, η «περαίωση» ήρθε όπως μας ήρθε. Ψέματα και στη μία και στην άλλη περίπτωση.
Ξαφνικά πέρυσι ανακοινώθηκε ότι ζούσαμε ένα ψέμα, ότι ζούσαμε με ψέματα, ότι λέγαμε ψέματαπρος εαυτούς και αλλήλους. Δεν ξέρω αν ήταν το δαιμόνιο της φυλής, οι ευνοϊκές συγκυρίες ή η μακροθυμία της Standard & Ρoor΄s, αλλά κατορθώσαμε να ανασκευάσουμε όλες τις σχετικές θυμοσοφίες: στην περίπτωσή μας ο ψεύτης χάρηκε πολύ περισσότερο από τον πρώτο χρόνο, και τα ψέματά του είχαν πιο μακριά ποδάρια και από την περιφανέστερη μοντέλα. Και θυμώνω επειδή νιώθω ότι συνεχίζουμε να πορευόμαστε με μισές αλήθειες.
Βλέπω πρώην και νυν πολιτικούς, κοτζαμπάσηδες του συνδικαλισμού, μπαϊρακτάρηδες επαγγελματικών σιναφιών, πιθανολόγους του κοινωνικοοικονομικού μας μέλλοντος, υποψηφίους πρυτάνεις, τους επτά σοφούς των αρίφνητων «παραθύρων», τον Λαζόπουλο, και τον εαυτό μου την ώρα που κάνει «μάθημα στο ελληνικό Πανεπιστήμιο»και θαρρώ ότι όλοι, για κάποιον λόγο, με κάποιον τρόπο, λένε, λέμε, ψέματα. Και, ναι, θυμώνω πολύ. Και, ναι, μα την Τρόικα, χρειαζόμαστε έναν Πουαρό συν ένα καλό πρόγραμμα απεξάρτησης…
Ο κ. Θεόδωρος Δ. Παπαγγελής είναι καθηγητής του Τμήματος Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.