Στον Μεσοπόλεμο οι ισπανοί φαλαγγίτες του Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ριβέρα, αλλά και του Μουσολίνι οι μελανοχίτωνες, όπως και του Ιωάννη Μεταξά οι νεολαίοι, ορκίζονταν στο συντεχνιακό κράτος, σε ένα σχήμα ενοποίησης και διαχείρισης των κοινωνικών και επαγγελματικών συμφερόντων, καθ’ υπέρβασιν της πάλης των τάξεων που προπαγάνδιζαν οι κομμουνιστές «σφετεριστές» της εξουσίας, αλλά και οι φιλελεύθεροι αστοί, καπιταλιστές και τραπεζίτες, οι οποίοι, κατά τη φασιστική ιδεολογία, χρησιμοποιούσαν τη Δημοκρατία ως εργαλείο επιβολής των συμφερόντων τους.

Ο συντεχνιασμός που αναπτύχθηκε στα μεταπολεμικά χρόνια έχει τη βάση του ακριβώς σε εκείνες της φασιστικής εμπνεύσεως διακηρύξεις περί συντεχνιακού κράτους. Το ελληνικό μετεμφυλιακό κράτος απέδωσε προνόμια σε επαγγελματικές ομάδες και δυνάμεις, καθόρισε κανόνες και αρχές για την άσκηση των επαγγελμάτων, θέσπισε περιορισμούς και απαγορεύσεις, το ίδιο το κράτος κράτησε για τον εαυτό του το προνόμιο της αδειοδότησης, ήταν αυτό που εξέδιδε άδειες και καθόριζε ποιοι και πώς θα ασκούν το όποιο επάγγελμα. Με τα χρόνια διαμορφώθηκαν συγκεκριμένα απολύτως δεσμευτικά καθεστώτα, η κοινωνική διαστρωμάτωση ορίστηκε επί δεκαετίες από αυτά.

Τα κλειστά επαγγέλματα δεν είναι τίποτε άλλο παρά εκφράσεις του προστατευτισμού και του συντεχνιασμού που επεκράτησαν μετά το 1950 στη συντηρητική ελληνική κοινωνία και στην κλειστή ελληνική οικονομία.

Με τον καιρό εμπλουτίστηκαν, δέθηκαν με πόρους, απαλλαγές, ασφαλιστικά και άλλα προνόμια, κέρδισαν ισχύ και εξουσία, έγιναν βάσεις οικονομικής προόδου, κοινωνικής καταξίωσης και επιβολής, μετεβλήθησαν σε ζώνες εκμετάλλευσης της δεσπόζουσας θέσης που κατείχαν, έλαβαν μορφή καρτέλ, κατέληξαν σε δυνάστες του συνόλου και της οικονομίας.

Αν επιχειρήσει να προσεγγίσει κανείς τους κανόνες που διέπουν την άσκηση βασικών επαγγελμάτων, όπως αυτά των δικηγόρων, των συμβολαιογράφων, των μηχανικών, των φαρμακοποιών, των ιδιοκτητών φορτηγών δημόσιας χρήσης, των ιδιοκτητών ταξί, θα διαπιστώσει ακριβώς τα παραπάνω. Θα δει ότι αποτελούν απομεινάρια της κλειστής προστατευμένης οικονομίας, μοιάζουν με κλειστά κλαμπ, απολύτως αταίριαστα προς το μοντέλο της ανοιχτής οικονομίας της ενταγμένης στο απελευθερωμένο σχήμα της ευρωζώνης.

Από την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ άρχισε μια βραδεία διαδικασία απεμπλοκής από τον καθολικό προστατευτισμό της μεταπολεμικής ελληνικής οικονομίας. Το 1985 η προσπάθεια απεμπλοκής πήρε μορφή και μετά το 1990 γενικεύθηκε. Τότε απελευθερώθηκε η κίνηση κεφαλαίων και το τραπεζικό σύστημα ξέφυγε από τον διοικητικό καθορισμό των επιτοκίων, ενώ ταυτόχρονα διαρκής ήταν η ελευθέρωση του εμπορίου των τιμών. Ωστόσο ο συντεχνιασμός ουδέποτε κατέπεσε, παρέμεινε στρεβλωτικός και αλλοίωνε τη λειτουργία της απελευθερωμένης οικονομίας. Τα κλειστά επαγγέλματα δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια εστία στρέβλωσης του επικρατήσαντος τις τελευταίες δύο δεκαετίες οικονομικού συστήματος. Η κρίση ανέδειξε το βάρος και την προβληματικότητα διατήρησής τους, Καθεστώτα που διατηρούν τις τιμές ψηλά, που ζουν και μεγαλουργούν εις βάρος της οικονομικής δραστηριότητας, δεν ταιριάζουν στις σημερινές συνθήκες. Είναι εκτεθειμένα και θα τελειώσουν. Νομοτελειακό είναι το άνοιγμά τους. Εκτός κι αν οι μελανοχίτωνες ζωντανέψουν και φέρουν άλλα κι άλλα…