Πριν από λίγες ημέρες ο πρόεδρος του ΤΕΕ κ.Αλαβάνος σε συνέντευξη του είχε υποστηρίξει ότι οι μηχανικοί στην Ελλάδα είναι πολύ περισσότεροι από όσους χρειαζόμαστε -διπλάσιοι αν δεν κάνω λάθος- και η κατάργηση της υποχρεωτικής κατώτατης αμοιβής θα προκαλέσει τεράστια προβλήματα και θα αναγκάσει πολλούς να αποχωρήσουν από το επάγγελμα.

Έχει ασφαλώς δίκιο. Αλλά βέβαια στην προκειμένη περίπτωση το πρόβλημα δεν είναι η κατάργηση της κατώτατης αμοιβής αλλά οι υπεράριθμοι μηχανικοί. Αντιθέτως η υποχρεωτική αμοιβή διαιωνίζει το πρόβλημα σε βάρος του κοινωνικού συνόλου που υποχρεώνεται να χρηματοδοτεί αυτό το πλεόνασμα μηχανικών. Από στενά οικονομική άποψη μάλιστα θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι αν κάποιοι αποχωρούσαν και έβρισκαν απασχόληση σε άλλους κλάδους τότε θα ήταν πολύ περισσότερο παραγωγικοί προς όφελος όλων. Το ίδιο ισχύει κατ αναλογίαν και με άλλα κλειστά επαγγέλματα.

Θα μπορούσαμε να εξυπηρετηθούμε το ίδιο ή και καλύτερα με λιγότερα φαρμακεία -τα οποία όμως θα ήταν ανοικτά όταν τα χρειαζόμαστε- ή με λιγότερους δικηγόρους κ.ο.κ. Σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα το πλεόνασμα π.χ. των φαρμακοποιών εξηγεί ενδεχομένως γιατί στην Ελλάδα είναι τόσο εύκολο να πάρεις αντιβιοτικά χωρίς συνταγή ή γιατί -λίγοι ελπίζουμε- πέφτουν στον πειρασμό να κλέβουν τα ταμεία. Το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων φιλοδοξεί να αντιμετωπίσει αυτά ακριβώς τα προβλήματα μειώνοντας το κόστος των υπηρεσιών μέσα από τον ανταγωνισμό.

Μην κρυβόμαστε όμως πίσω από το δάκτυλό μας. Μια τέτοια αλλαγή έχει μεγάλο κοινωνικό κόστος προσαρμογής. Ιδιαίτερα σε συνθήκες ύφεσης είναι εξαιρετικά δύσκολο να πεις σε έναν επαγγελματία ότι ήρθε η ώρα να ψάξει αλλού για δουλειά ή ότι θα πρέπει να μειώσει -σε κάποιες περιπτώσεις δραστικά- τις αποδοχές του.

Είναι φανερό ότι θα πρέπει να υπάρξουν ασφαλιστικές δικλίδες και μεταβατικές διατάξεις. Με την σαφή κατανόηση βέβαια ότι σε μια εποχή που μειώνονται οι αποδοχές των μικροσυνταξιούχων αυτό το κόστος δεν μπορεί να αποτελέσει και πάλι το άλλοθι για να μην γίνει τίποτα!