Το υπουργείο Παιδείας κατέθεσε προτάσεις για μια σημαντική μεταρρύθμιση στον χώρο της ανώτατης Παιδείας. Δεν εφηύρε τον τροχό. Δεν χρειαζόταν άλλωστε. Το ΄καναν άλλοι πριν από εμάς που έχουν πολύ καλύτερα πανεπιστήμια από τα δικά μας. Θα μπορούσε η πολιτική ηγεσία να νομοθετήσει ριζικότερες αλλαγές, αλλά δεν τόλμησε.
Οι πρώτες αντιδράσεις των πρυτανικών αρχών, καθώς και των συνδικαλιστικών οργανώσεων πανεπιστημιακών και φοιτητών, υπήρξαν στη μεγάλη τους πλειονότητα απόλυτα έως μέτρια αρνητικές. Μερικοί έκλεισαν ή κατέλαβαν τα πανεπιστημιακά κτίρια, πολλοί είναι κάθετοι, όπως οι ίδιοι δηλώνουν (αν ήταν οριζόντιοι, τι θα γινόταν άραγε;), στην άρνησή τους να συζητήσουν με το υπουργείο, ενώ οι πιο διαλλακτικοί αναζητούν τρόπους για να σκοτώσουν τη μεταρρύθμιση με το γάντι. Δεν εκπλήσσουν αυτές οι αντιδράσεις, αν αναλογιστούμε από πού προέρχονται. Να θυμίσουμε ότι ανάλογες αντιδράσεις είχαμε μόλις λίγα χρόνια πριν κατά της αξιολόγησης στο όνομα του ανεξέλεγκτου και της ήσσονος προσπαθείας των δημόσιων λειτουργών. Πολλοί συνεχίζουν να υπονομεύουν με κάθε τρόπο αυτή τη διαδικασία.
Κεντρικούς στόχους της αντίδρασης αποτελούν οι προτάσεις του υπουργείου αφενός για τη δημιουργία διοικητικού συμβουλίου στα πανεπιστήμια που θα περιλαμβάνει μειοψηφία μελών εκτός πανεπιστημίου και αφετέρου για την προκήρυξη της θέσης του πρύτανη με διεθνή διαγωνισμό. Στα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου, από την Αμερική, την Ευρώπη και μέχρι την Κίνα, συμμετέχουν στη διοίκηση και άτομα εκτός του πανεπιστημιακού χώρου. Αυτό θεωρείται τελείως φυσικό αν λάβουμε υπόψη μεταξύ άλλων το γεγονός ότι τα πανεπιστήμια δεν αυτοχρηματοδοτούνται. Αρα οφείλουν να λογοδοτήσουν σε αυτόν που τους πληρώνει. Στη δική μας περίπτωση, είναι ο έλληνας φορολογούμενος. Το θέμα βεβαίως είναι ποιος και πώς θα εκπροσωπεί τον ταλαίπωρο φορολογούμενο. Να θυμίσουμε επίσης ότι, σε άλλες χώρες, τα πολιτικά κόμματα και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των φοιτητών δεν έχουν καθοριστικό ρόλο όπως εδώ στην επιλογή των πρυτάνεων στο πλαίσιο μιας γενικευμένης συναλλαγής. Κάπως αλλιώς φαίνεται ότι αντιλαμβάνονται τη δημοκρατία στο πανεπιστήμιο σε χώρες λιγότερο ανεπτυγμένες από εμάς!
Με τις προτάσεις αυτές, «βάλλεται η αυτοδιοίκηση των πανεπιστημίων» μας λένε, που είναι άλλωστε και «συνταγματικά κατοχυρωμένη». Και προς επίρρωσιν του επιχειρήματος αυτού, αναζητούνται οι ειδικοί που θα υποστηρίξουν την αντισυνταγματικότητα των συγκεκριμένων προτάσεων. Εμείς ειλικρινά θα ανησυχούσαμε αν τα εξωπανεπιστημιακά μέλη διορίζονταν από το υπουργείο, γιατί τότε πιθανότατα θα επιλέγονταν συντοπίτες ή συγγενείς του εκάστοτε υπουργού. Ευτυχώς όμως δεν ισχύει κάτι τέτοιο στη συγκεκριμένη πρόταση. Ο τρόπος επιλογής παραμένει σίγουρα ένα κρίσιμο θέμα προς συζήτηση, αρκεί να γίνεται χωρίς προκαταλήψεις και ιδεοληψίες. Θα ήταν πράγματι συγκινητική αυτή η ευαισθησία των θεσμικών και συνδικαλιστικών εκπροσώπων της πανεπιστημιακής κοινότητας, αν μπορούσαμε να ξεχάσουμε τη θλιβερή πραγματικότητα που βιώνουμε εδώ και χρόνια στα ελληνικά πανεπιστήμια. Ας την περιγράψουμε συνοπτικά, αν και είναι πλέον ευρύτερα γνωστή: καθοριστικός ρόλος του κράτους (του πελατειακού που έχουμε εδώ στην Ελλάδα, όχι άλλου) ακόμη και στην καθημερινή λεπτομέρεια, έντονη παρουσία των κομμάτων στη διοίκηση και τη νομή της εξουσίας (έτσι αντιλαμβάνονται το πανεπιστήμιο, δεν έχουν μάθει αλλιώς), εκτεταμένη διαφθορά και διογκούμενη ανομία που συχνά καταλήγει σε βία. Αυτού του είδους την αυτοδιοίκηση υπερασπίζονται οι θεσμικοί και συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι της πανεπιστημιακής κοινότητας; Πόσοι από αυτούς έχουν τολμήσει να μιλήσουν για την ουσία του προβλήματος, αντί να υποκρίνονται χρησιμοποιώντας την ξύλινη γλώσσα του πολιτικού λόγου που διδάσκεται καθημερινά στα τηλεπαράθυρα; Λίγοι, είναι η απάντηση. Οι άριστοι (κακιά λέξη και αυτή στην εποχή του δημοκρατικού λαϊκισμού) έχουν αναγκαστεί να αποτραβηχτούν από τα κοινά, στο πανεπιστήμιο όπως και στην πολιτική- οι πιο πολλοί τουλάχιστον. Τον χώρο κατέλαβαν οι ατσίδες, αυτοί που μπορούν να συναλλάσσονται με τους πάντες και τα πάντα. Ετσι χρεοκόπησε τελικά η χώρα, μαζί με το πολιτικό σύστημα. Τα πανεπιστήμια δεν μπορούσαν να μείνουν απέξω.
Η αλήθεια είναι ότι, με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις, οι θεσμικοί και συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι της πανεπιστημιακής κοινότητας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης. Το ίδιο ακριβώς ισχύει στην πλειοψηφία και για τους πολιτικούς, όπως και για τους συνδικαλιστές. Ατομα και νοοτροπίες που μας έφεραν στη χρεοκοπία και στη διεθνή ανυποληψία. Αν δεν καταλάβουμε τι πήγε στραβά και δεν αλλάξουμε, τα χειρότερα είναι μπροστά μας.
Οι κκ. Χαράλαμπoς Μ. Μουτσόπουλος και Λουκάς Τσούκαλης είναι καθηγητές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.