Οι οικονομικές ζημιές σε παγκόσμιο επίπεδο από φυσικές καταστροφές και καταστροφές που προκάλεσαν από δυστυχήματα για τα οποία ευθύνονται άνθρωποι ανήλθαν σε 222 δις δολάρια το 2010, ποσό υπερτριπλάσιο από τα 63 δις δολάρια του 2009, σύμφωνα με την ασφαλιστική εταιρία Swiss Re.

Η παγκόσμια ασφαλιστική βιομηχανία δαπάνησε 36 δις δολάρια λόγω καταστροφών εφέτος, ποσό αυξημένο κατά 34% από το 2009.

Ο απολογισμός των νεκρών ήταν ο υψηλότερος από το 1976: 260.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από φυσικές καταστροφές το 2010 έναντι 15.000 το 2009, πάντοτε σύμφωνα με τη Swiss Re.

Το μεγαλύτερο μέρος των θυμάτων οφείλεται στον σαρωτικό σεισμό της Αϊτής τον Ιανουάριο, όπου έχασαν τη ζωή τους πάνω από 220.000 άνθρωποι, σύμφωνα με την ασφαλιστική. Επιπλέον 15.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από το κύμα καύσωνα και τις πυρκαγιές στη Ρωσία, ενώ οι θερινές πλημμύρες σε Κίνα και Πακιστάν στοίχισαν 6.225 θανάτους, σύμφωνα με την εταιρία.

Το Φεβρουάριο σεισμός 8,8 βαθμών στοίχισε τη ζωή 800 ανθρώπων στη Χιλή, σεισμός 7,1 βαθμών κόστισε το θάνατο 3.000 ανθρώπων και άφησε 100.000 άστεγους στη Γιουσού στην επαρχία Τσίνγκαϊ της Κίνας τον Απρίλιο, ενώ πάνω από 500 ήταν οι νεκροί μετά από σεισμό 7,7 βαθμών και τσουνάμι στα νησιά Μενταουάι στις δυτικές ακτές της Σουμάτρας στην Ινδονησία. Το Νοέμβριο εξερράγη το ηφαίστειο στο Όρος Μεράπι της Ιάβας στην Ινδονησία, στοιχίζοντας τις ζωές εκατοντάδων.

Οι καταστροφές αποκάλυψαν μεγάλες διαφορές στην οργάνωση των συστημάτων ασφάλισης στις χώρες που επλήγησαν και το πώς οι ασφαλιστικές εταιρίες αντιμετώπισαν τις οικονομικές συνέπειες των καταστροφών, ανέφερε η Swiss Re.

«Αν και τα περισσότερα από τα δαπανηρότερα γεγονότα που προκάλεσαν οι σεισμοί στην Κίνα και στη Νέα Ζηλανδία και η χειμερινή κακοκαιρία στην Ευρώπη καλύπτονταν με ασφαλιστικές συμβάσεις, γεγονότα όπως ο σεισμός στην Αϊτή και οι πλημμύρες στην Ασία ελάχιστη ασφαλιστική κάλυψη είχαν, εάν είχαν κάποια»

, είπε ο Τόμας Χες, επικεφαλής των οικονομολόγων της εταιρίας.

Η πιο «ακριβή» καταστροφή ήταν ο σεισμός του Φεβρουαρίου στη Χιλή, ο οποίος κόστισε στην ασφαλιστική βιομηχανία 8 δις δολάρια, κατά προκαταρκτικές εκτιμήσεις. Ο σεισμός της Νέας Ζηλανδίας στοίχισε 2,7 δις δολάρια στις ασφαλιστικές εταιρίες, ενώ στην Δυτική Ευρώπη η κακοκαιρία στοίχισε στις ασφαλιστικές εταιρίες απώλειες 2,8 δις δολάρια.

Η οικονομική ζημιά είναι πολύ δυσκολότερο να μετρηθεί σε γεγονότα όπως η έκρηξη του ηφαιστείου κοντά στον παγετώνα Εϊγιαφγιαλαγιόκουκ στην Ισλανδία, που προκάλεσε τεράστια προβλήματα στις αερομεταφορές στη Βόρεια και Δυτική Ευρώπη επί εβδομάδες, αλλά όπως και η διαρροή πετρελαίου μετά την έκρηξη σε εξέδρα της BP Plc τον Απρίλιο–που ήταν η χειρότερη στην ιστορία των ΗΠΑ. Η διαρροή σταμάτησε μόλις τον Ιούλιο και το κοίτασμα σφραγίστηκε το Σεπτέμβριο.

Στο μεταξύ Παγκόσμια Τράπεζα και Ηνωμένα Έθνη σε έκθεσή τους ανέφεραν ότι το 2100 ακόμα και χωρίς να υπολογίζονται οι συνέπειες από τις κλιματικές αλλαγές οι ζημιές από φυσικές καταστροφές ενδέχεται να τριπλασιαστούν φθάνοντας σε χρηματική αξία τα 185 δις δολάρια ετησίως. Η κλιματική αλλαγή μπορεί να αυξήσει το ποσό από 28 ως 68 δις δολάρια μόνο στην περίπτωση που αυξηθούν οι τροπικοί κυκλώνες, κατά την έκθεση, που τιτλοφορείται Natural Hazards, UnNatural Disasters: The Economics of Effective Prevention («Φυσικοί Κίνδυνοι, Αφύσικες Καταστροφές: Τα Οικονομικά της Αποτελεσματικής Πρόληψης»).

Η πρόληψη, υποστηρίζεται στην έκθεση, μπορεί να αποδειχθεί σωτήρια σε πάρα πολλές περιπτώσεις. Σημειώνεται το παράδειγμα του Μπανγκλαντές, όπου τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και η πρόοδος των συστημάτων καιρικών προγνώσεων έχουν μειώσει δραστικά τους θανάτους από κυκλώνες σε ετήσια βάση.

Σύμφωνα με την έκθεση των δύο διεθνών οργανισμών, οι φυσικές καταστροφές προκάλεσαν από το 1970 έως το 2008 περίπου 3,3 εκατ. θανάτους.