Επαναστατικές αλλαγές στον νόμο περί ευθύνης υπουργών, ο οποίος θα είναι και στο επίκεντρο της συνταγματικής αναθεώρησης που συμφωνήθηκε μεταξύ των δύο πολιτικών αρχηγών Παπανδρέου και Σαμαρά, προωθεί η κυβέρνηση με βάση και την πρόταση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, η οποία γίνεται δεκτή από το υπουργείο Δικαιοσύνης. Το θέμα απασχόλησε πρόσφατα και «κλειστή» επιτροπή που συνεδρίασε στο Μέγαρο Μαξίμου με εντολή του Πρωθυπουργού, υπό την προεδρία του αντιπροέδρου της κυβερνήσεως κ. Θ.Πάγκαλου και με τη συμμετοχή των υπουργών Επικρατείας κ. Χ.Παμπούκη, Αμυνας κ. Ευ.Βενιζέλου , Δικαιοσύνης κ. Χ.Καστανίδη και του προέδρου της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας κ. Μιλτ.Παπαϊωάννου .

Σύμφωνα με την πρόταση της Επιτροπής, θεσμοθετείται ένα νέο στάδιο αξιολόγησης των στοιχείων ευθύνης των πρώην υπουργών μεταξύ του σταδίου της Εξεταστικής Επιτροπής και της προκαταρκτικής (προανακριτικής παλαιότερα), το οποίο θα παρουσιάζεται στην Ολομέλεια της Βουλής για να αποφασίσει. Το νέο στάδιο θα γίνει με την τροποποίηση του Κανονισμού της Βουλής και προβλέπει τη συγκρότηση ενός τριμελούς γνωμοδοτικού συμβουλίου που θα αποτελείται από ανώτατους δικαστές (μάλλον μέλη του Εφετείου). Θα γνωμοδοτεί για το αν με τα υπάρχοντα στοιχεία πιθανολογείται βάσιμα η ποινική ευθύνη των υπουργών και βεβαίως θα υποβάλλει τη γνωμοδότηση στη Βουλή, που είναι η μόνη αρμόδια να κρίνει αν πρέπει να ασκηθεί ποινική δίωξη.

Το Συμβούλιο των Δικαστικών θα υποβάλλει τη γνωμοδότηση πριν από τη συγκρότηση της Προκαταρκτικής Επιτροπής. Τα μέλη του θα ορίζονται με απόφαση της Ολομέλειας των προέδρων της Βουλής ή με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου του Αρείου Πάγου ή θα κληρώνονται από αριθμό ανώτατων δικαστών, που θα προεπιλέγονται με σαφή και σταθερά κριτήρια. Η διάταξη αυτή, όπως θα σημειώνεται στην αιτιολογική έκθεση του νέου νόμου, επιβάλλεται να προωθηθεί για να λείψει η καχυποψία από τον πολίτη ότι η εκάστοτε πλειοψηφία της Βουλής παραπέμπει τους πολιτικούς αντιπάλους τής κομματικής μειοψηφίας.

Η συγκεκριμένη αλλαγή κρίνεται από την κυβέρνηση ότι μπορεί να προωθηθεί άμεσα, σε αντίθεση με τον θεσμό της αποσβεστικής προθεσμίας (παραγραφής) για την άσκηση ποινικής δίωξης, που προϋποθέτει, σύμφωνα με την κρατούσα στην κυβέρνηση άποψη, συνταγματική αναθεώρηση. Οπως σημειώνεται χαρακτηριστικά στην Εκθεση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, το κρίσιμο θέμα της παράτασης του χρόνου αποσβεστικής προθεσμίας της παρ. 3 του άρθρου 86 του Συντάγματος σε σχέση με την εξάλειψη του αξιοποίνου δεν μπορεί με οποιονδήποτε τρόπο να αντιμετωπιστεί με κοινή νομοθετική πρωτοβουλία, αλλά «θα πρέπει να ρυθμιστεί κατά την επόμενη συνταγματική αναθεώρηση», από την επόμενη Βουλή, δηλαδή όπως συμφώνησαν οι δύο αρχηγοί.

Σύμφωνα με τις συζητήσεις που έχουν γίνει και στη Βουλή, για το αδίκημα της απιστίας ο χρόνος της παραγραφής μπορεί να είναι συντομότερος από αυτόν που προβλέπει το κοινό Ποινικό Δίκαιο. Σε σχέση όμως με τα εγκλήματα της δωροδοκίας και του ξεπλύματος μαύρου χρήματος ο χρόνος παραγραφής, κατά την κυβερνητική πλειοψηφία, πρέπει να είναι 20ετής, ίδιος δηλαδή με τις κοινές διατάξεις για όλους τους πολίτες. Σύμφωνα άλλωστε και με την πρόταση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας «πρέπει να καταργηθεί ο ειδικός χρόνος παραγραφής των αδικημάτων που τελούν οι υπουργοί και οι υφυπουργοί και τα σχετικά αδικήματα να παραγράφονται με τη συνήθη παραγραφή που ισχύει για “όλους τους πολίτες”».

«ΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΔΕΝ ΤΗΡΗΘΗΚΑΝ»
Στην έκθεση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας επισημαίνεται ότι «στη χώρα μας με ευθύνη των πολιτικών ηγεσιών και των πλειοψηφιών της Βουλής,αλλά και της Δικαιοσύνης,οι διατάξεις του νόμου περί ευθύνης υπουργών δεν τηρήθηκαν και δεν εφαρμόστηκαν καλά…».Τονίζεται στη συνέχεια ότι «το ειδικό συνταγματικό καθεστώς,το σχετικό με την ποινική ευθύνη των υπουργών, υπάρχει προς όφελος της καλής λειτουργίας του πολιτεύματος και όχι για την αυξημένη προστασία των φυσικών προσώπων…».Οι αλλαγές αυτές αποφασίστηκαν όχι μόνο διότι αποτελούν κυβερνητική δέσμευση και του ιδίου του πρωθυπουργού κ.Γ. Παπανδρέου.Επιταχύνονται και με βάση την εμπειρία της λειτουργίας των εξεταστικών επιτροπών τόσο για το σκάνδαλο του Βατοπαιδίου όσο και την εν εξελίξει σύνταξη του πορίσματος για τη Siemens.