Ενα ελληνικό κρασί βρέθηκε για πρώτη φορά στα 100 καλύτερα του κόσμου, σε σχετική λίστα του αμερικανικού περιοδικού «Wine Spectator». Το «Ασσύρτικο Κουτσιογιαννόπουλος Σαντορίνη» του ομώνυμου κτήματος που βρίσκεται στη Θήρα αποτελεί, κατά το αμερικανικό περιοδικό, τον «πρεσβευτή» της Ελλάδας στον κόσμο του κρασιού, καθώς έλαβε την 86η θέση, λαμβάνοντας 91 βαθμούς, με άριστα το 100. Είναι η πρώτη φορά που ένας ελληνικός οίνος περιλαμβάνεται στο «Top 100» της ετήσιας έκδοσης του διάσημου περιοδικού των ΗΠΑ, το οποίο, μάλιστα, είναι γνωστό για τις μυστικές γευσιγνωσίες που πραγματοποιούν οι συντάκτες του, και θεωρείται κατ’ ομολογίαν το πλέον αμερόληπτο.

Διπλωματικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι το «Wine Spectator» διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της καταναλωτικής συνείδησης στον κλάδο του κρασιού, καθώς καταλαμβάνει περίοπτη θέση στις κάβες και στα πωλητήρια οίνου, ενώ όσα οινοποιεία περιλαμβάνονται στην εν λόγω λίστα το αναφέρουν ως κατόρθωμα στις διαφημιστικές καταχωρίσεις τους. Μάλιστα, τα τέσσερα γραφεία οικονομικών υποθέσεων των διπλωματικών υπηρεσιών μας στις ΗΠΑ παρατηρούν όλο και συχνότερα στον αμερικανικό Τύπο δημοσιεύματα υπέρ του ελληνικού οίνου, γεγονός το οποίο μάλλον σημαίνει ότι ήλθε η ώρα της δράσης για τους παραγωγούς της χώρας μας.

«Η επιτυχία ήλθε από το μεράκι»

«Αποτελεί μια επιβράβευση για τις προσπάθειές μας όλα αυτά τα χρόνια»

σημειώνει ο ιδιοκτήτης του οινοποιείου κ. Γ. Κουτσογιαννόπουλος. «Αυτή η προσπάθεια συνεχίζεται χωρίς σταματημό. Είναι μεράκι και θέμα αγάπης να ασχολείσαι με κάτι που σου αρέσει. Αν το χόμπι σου είναι η δουλειά σου, θα είσαι πάντα ευτυχισμένος. Πετάξαμε από τη χαρά μας με τη βράβευση. Σκεφθείτε ότι είμαστε ένα μικρό οινοποιείο, όπου το καλοκαίρι δουλεύουν 10 άνθρωποι και τον χειμώνα επτά» σημειώνει. Από τον αμπελώνα του παράγονται κατ’ έτος περί τις 80.000 φιάλες και 50 τόνοι χύμα κρασιού. Ο οίνος συνοδεύει τον κ. Κουτσογιαννόπουλο από τα πολύ παιδικά του χρόνια, από τότε που έπαιζε κρυφτό μέσα στο οινοποιείο. «Ολες οι παιδικές αναμνήσεις είναι αμπέλια, οινοποιεία και γαϊδουράκια» λέει.

Ο κ. Κουτσογιαννόπουλος ανήκει στην τέταρτη γενιά της οικογένειας, η οποία ασχολείται με το οινοποιείο από τον 19ο αιώνα. Ολα ξεκίνησαν το 1870, όταν ο αρκάς προπάππος του, ο οποίος εμπορευόταν λάδι και πατάτες στη Σύρο, βρέθηκε λόγω των δυτικών ανέμων στη Σαντορίνη. Εκεί πούλησε όλη του την πραμάτεια και ενεπλάκη και με το κρασί. Η οικογένεια έκανε εξαγωγές Μονσάντο και υψηλής θερμοκρασίας κρασιών στην Οδησσό και στη Ρωσία ως το 1917, όταν και σταμάτησαν λόγω της Σοβιετικής Επανάστασης. Ωστόσο συνέχισε το εμπόριο προς τη Δυτική Ευρώπη και την Αίγυπτο.

Ο ζήλος της οικογένειας Κουτσογιαννοπούλου ήταν παροιμιώδης. Ο παππούς του και οι δύο αδελφοί του είχαν φθάσει σε ηλικία για στράτευση. Ωστόσο φαντάρος πήγε ο μικρότερος αδελφός για λογαριασμό και των τριών και υπηρέτησε συνολικά οκτώ έτη (!) για να μη χαθεί το πελατολόγιο και για να μη βγει η οικογένεια από το εμπόριο.

«Το κράτος να γίνει αρωγός»

«Εμένα δεν με πειράζει να βάζουν μεγάλους φόρους,

όμως με ενοχλεί όταν τηρούν δύο μέτρα και δύο σταθμά» υποστηρίζει ο οινοποιός. «Μακάρι και το κράτος να ήταν βοηθός και όχι χειρόφρενο. Στον χώρο του κρασιού υπάρχει πολύ μεγάλος ανταγωνισμός. Εάν υπάρχει ένας χώρος που δεν έχει “καεί”, αυτός είναι η Σαντορίνη. Στο εξωτερικό γνωρίζουν ότι έχει διαφορές από άλλα σημεία της χώρας. Ετσι σιγά σιγά η Σαντορίνη εξάγει με χαλαρούς ρυθμούς. Ωστόσο αυτό που έχει “πεθάνει” είναι η Ευρώπη. Αντίθετα, οι χώρες που έχουν προοπτική είναι η Αμερική, η Ρωσία, η Κίνα, η Ιαπωνία και η Κορέα» εξηγεί.

Η ιστορία του σαντορινιού οίνου σε ένα μουσείο

«Σε εμάς,

την τέταρτη γενιά, κληροδοτήθηκαν πολλά σκεύη και αντικείμενα. Μας μπήκε λοιπόν η ιδέα να δημιουργήσουμε ένα μουσείο, να τοποθετήσουμε σε σειρά κάθε μηχάνημα και σκεύος και να δούμε πώς εξελίχθηκε το κρασί της Σαντορίνης, αλλά και η ιστορία της οικογένειας» διηγείται ο κ. Κουτσογιαννόπουλος. «Πήγαμε και πήραμε και άλλα εκθέματα, τα φέραμε εδώ και ύστερα από 21 ολόκληρα χρόνια και μεγάλα ποσά επένδυσης τελειοποιήσαμε το μουσείο και δείχνουμε όλη την ιστορία του κρασιού στη Σαντορίνη» εξηγεί.

Μάλιστα, στο μουσείο εκτίθεται και το πρώτο πιεστήριο που έφεραν στη Σαντορίνη φράγκοι καλόγεροι το 1660 (!) για να το χρησιμοποιήσουν σε καθολικό μοναστήρι. Αυτό το πιεστήριο αποκτήθηκε από τον παππού του, τον Δημήτρη, ο οποίος βοηθούσε τους φράγκους καλόγερους στις συναλλαγές, διότι ήταν ένας από τους λίγους κατοίκους που γνώριζαν γραφή και ανάγνωση. «Για να τον ευχαριστήσουν, του έδωσαν ένα ξύλινο πιεστήριο, χειροποίητο και χειροκίνητο, φτιαγμένο από βελανιδιά στο Λακεντόκ της Γαλλίας» λέει.

Το μουσείο βρίσκεται σε υπόσκαφους χώρους, έχει σχήμα λαβύρινθου και διαθέτει αυτόματη ηλεκτρονική ξενάγηση σε 20 γλώσσες. «Υπάρχουν κινητά και ακίνητα ομοιώματα που δίνουν σε μεγαλύτερη έμφαση αυτό που θέλουμε να παρουσιάσουμε, καθώς και ήχοι και οσμές που αντιστοιχούν σε αυτό που βλέπεις» λέει ο κ. Κουτσογιαννόπουλος. Οπως εξηγεί, πρόκειται για ένα «έξυπνο» μουσείο, καθώς όλα λειτουργούν με φωτοκύτταρα και αισθητήρες. «Η τεχνολογία μπορεί να βοηθήσει τον επισκέπτη να πάρει πληροφορίες σε μήκος 300 και βάθος οκτώ μέτρων κάτω από την επιφάνεια της γης!» καταλήγει.

Το παλαιότερο Βινσάντο της γης

«Αυτή τη στιγμή έχουμε το παλαιότερο Βινσάντο του κόσμου,

παραγωγής 1959. Ο πατέρας μου το είχε φυλάξει σε ένα βαρέλι και το εμφιαλώσαμε για να το σώσουμε. Αυτό το κρασί είναι το μοναδικό που μπορείς να παλαιώσεις για περισσότερο από 100 χρόνια και να συνεχίζει να δίνει περισσότερες γεύσεις και αρώματα χωρίς να χαλάει» σημειώνει ο κ. Κουτσογιαννόπουλος. Και η τιμή πώλησης; Αν βγουν σε πλειστηριασμό 40 φιάλες των 375 ml, υπολογίζεται ότι μπορεί να «χτυπήσει» 8.000-9.000 ευρώ ανά φιάλη! «Δεν θα ήθελα να το πουλήσω, προτιμώ να μας μείνει και κάθε γενιά να ανοίγει από ένα μπουκάλι» λέει.