Η «βόμβα» που έριξε ο Γιώργος Παπανδρέου στη Βουλή για το ενδεχόμενο δημοψηφίσματος αν τα αποτελέσματα της επικείμενης συνόδου κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αρνητικά για τις χώρες που αντιμετωπίζουν οξύ δημοσιονομικό πρόβλημα, δημιουργεί νέα δεδομένα. Το «παιγνίδι χοντραίνει» πολύ. Και πριν βιαστούν να πουν κάποιοι ότι όλα αυτά είναι για εσωτερική κατανάλωση, θα πρέπει να θυμούνται ότι εσωτερική κατανάλωση σε τέτοια ζητήματα, τέτοιες ώρες, απλώς δεν υπάρχει. Δεν χωράει. Η δήλωση αυτή είναι βέβαιο ότι θα ληφθεί πάρα πολύ σοβαρά υπόψη από τους Γερμανούς και τους λοιπούς μας εταίρους.

Η επίκληση / απειλή δημοψηφίσματος δεν είναι αστεία υπόθεση – κάθε άλλο μάλιστα.

Πρώτον, επειδή με την πίεση που δέχεται σήμερα ο ελληνικός λαός, το όποιο δημοψήφισμα σε όποιο σχετικό ερώτημα είναι εκ προοιμίου βέβαιο ότι θα φέρει ένα συνθλιπτικό ποσοστό κατά ακριβώς αυτής της πίεσης και, συνεπώς, κατά της ευρωπαϊκής θέσης, όπως θα έχει αυτή διαμορφωθεί με την πίεση του Βερολίνου και γι αυτό άλλωστε θα οδηγήσει, αν οδηγήσει, στην ανάγκη δημοψηφίσματος. Και το τι θα περιέχει αυτό το δημοψήφισμα, εν όψει δε της αναθεώρησης της Συνθήκης της Λισσαβόνας, μπορεί να έχει καθοριστική σημασία για την πορεία ολόκληρης της Ευρώπης. Ένα τέτοιο δημοψήφισμα δεν θα είναι απλά ελληνική εσωτερική υπόθεση. Κάθε άλλο μάλιστα. Να σημειωθεί ότι η αναθεώρηση της Συνθήκης που έχει προαναγγελθεί, μπορεί να γίνει ανά πάσα στιγμή, όπως και μπορεί να μπλοκαριστεί, με διάφορους τρόπους ανά πάσα στιγμή με ότι αυτό σημαίνει τόσο ως προς τη διαδικασία όσο και ως προς το περιεχόμενο, για τα οποία το Βερολίνο δεν μπορεί παρά να δείξει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον.

Δεύτερον, επειδή μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να λειτουργήσει ως «ιός» που εξαπλώνεται. Ένα τέτοιο τετελεσμένο στην Ελλάδα θα μπορούσε να οδηγήσει σε παρόμοια κατεύθυνση και μια σειρά από άλλες χώρες που ανησυχούν για τη μοίρα τους. Από την ώρα που τέτοιες διεργασίες δρομολογηθούν, ουδείς γνωρίζει που θα σταματήσουν.

Η προσφυγή του Παπανδρέου στα θεσμικά όπλα που διαθέτει η χώρα τόσο εντός της εσωτερικής της έννομης τάξης, όσο και στα ευρωπαϊκά πλαίσια, είναι ένα πολύ δυνατό και, ταυτόχρονα, αρκετά παρακινδυνευμένο καινούργιο χαρτί, το οποίο ορθώς ο πρωθυπουργός ρίχνει στο τραπέζι και μάλιστα αυτή τη στιγμή, λίγες ημέρες πριν τη σύνοδο κορυφής. Η Ελλάδα διαθέτει αυτή τη στιγμή και την ηθική νομιμοποίησηκαι την τακτική θέση να το πράξει. Εχει εισπράξει τα πολλαπλά εύσημα από το Δ.Ν.Τ. και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την πορεία της – ακόμα και από την ίδια τη Γερμανία κατά διαστήματα – και έχει αποδείξει ότι έμπρακτα κάνει πρωτοφανείς θυσίες για να ευθυγραμμιστεί με το κοινό ευρωπαϊκό όραμα, ενώ, την ίδια στιγμή, έχει και μια σειρά από δυνητικούς συμμάχους που δεν θέλουν να τους σκάσει η γερμανική εθνικιστική αδιαλλαξία στο κεφάλι, όπως τις χώρες που ήδη κινδυνεύουν, αλλά και συμμάχους που δεν κινδυνεύουν αλλά δεν επιθυμούν να γίνουν μέρος μιας γερμανικής Ευρώπης, όπως το Λουξεμβούργο, που είναι ποσοτικά μικρό αλλά ποιοτικά καθοριστικό. Πρόκειται για μια από τις οικονομίες – υποδείγματα της ευρωζώνης αλλά και για μια χώρα που ίσως τελικά να αποδειχθεί προπομπός της γαλλικής πολιτικής με τρόπο που η Αυστρία υπήρξε προπομπός της Γερμανικής.

Οι ώρες είναι μεγάλες και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη. Το παίγνιο είναι πολύ σύνθετο και επισφαλές. Όμως, ο μόνος που δεν μπορεί και δεν πρέπει να το καθορίσει, είναι ο φόβος. Με μεγάλη προσοχή και προετοιμασία, με συνεργασία με όλους αυτούς τους δυνητικούς συμμάχους στην Ευρώπη αλλά και τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ελλάδα ορθώς εισέρχεται στη σφαίρα της μεγάλης πολιτικής, καθώς, μόνον έτσι κι όχι αν λειτουργήσει σαν υποτακτική χώρα δεύτερης κατηγορίας μπορεί να πετύχει κάτι. Και θα είναι πολύ σημαντικό αν στις συναντήσεις που θα έχει ο πρωθυπουργός με τους πολιτικούς αρχηγούς πριν πάει στη σύνοδο, έχει τη στήριξή τους για μια τέτοια «σκληρή» γραμμή. Το μήνυμα αυτό θα μετρήσει και προς τα έξω και προς τα μέσα, συμβάλλοντας καθοριστικά στον εθνικό, αλλά και στον ευρωπαϊκό αγώνα που φαίνεται να ξεκινά.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ