Η συνάντηση του κ. Γ. Παπανδρέου με τον ιρανό πρόεδρο Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ στη Νέα Υόρκη μόνο τυχαία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Σύμφωνα με διπλωματικούς κύκλους με τους οποίους συνομίλησε «Το Βήμα», η συνάντηση των δύο ανδρών στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών «είχε την αμερικανική ενθάρρυνση, αλλά και την ισραηλινή κατανόηση». Οι ίδιες πηγές επιμένουν ότι οι Αμερικανοί, στην προσπάθειά τους να προσεγγίσουν τον «σκληρό πυρήνα» του καθεστώτος της Τεχεράνης, «αναζητούν εναλλακτικούς τρόπους και μέσα για να το επιτύχουν. Και σε αυτό το πλαίσιο, ο έλληνας πρωθυπουργός αποτελεί ιδανική επιλογή λόγω και των καλών σχέσεων της χώρας του με το Ιράν».

Οπως φαίνεται, η ισραηλινή κυβέρνηση (αλλά και το εβραϊκό λόμπι) δεν ήταν αντίθετη στην κίνηση αυτή. Αλλωστε ο ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου είχε παραδεχθεί, στη συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα» κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα, ότι ο έλληνας πρωθυπουργός είναι ένα πρόσωπο που μπορεί να βοηθήσει: «Ο κ. Παπανδρέου είναι ένας πολύτιμος παίκτης. Τέτοιοι άνθρωποι είναι πάντα χρήσιμοι. Μπορεί να παίξει ρόλο σε πολλά θέματα».

Η στροφή των Αμερικανών προς τον κ. Παπανδρέου μπορεί να εξηγηθεί, σύμφωνα με αμερικανικές και ευρωπαϊκές διπλωματικές πηγές, με βάση δύο στοιχεία. Το πρώτο είναι ότι οι ΗΠΑ και το Ισραήλ έχουν κατανοήσει πως «το παράθυρο ευκαιρίας για να πλήξουν στρατιωτικά το Ιράν έχει κλείσει» . Επομένως πρέπει να μεταφερθεί το μήνυμα στον πρόεδρο Αχμαντινετζάντ και μέσω αυτού στους μουλάδες ότι χρειάζεται να καθήσουν στο τραπέζι και να επιτύχουν έναν «μεγάλο συμβιβασμό». «Μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να διευκολύνει μεσοπρόθεσμα ακόμη και τις ειρηνευτικές συνομιλίες στο Παλαιστινιακό» επισημαίνεται.

Το δεύτερο στοιχείο είναι η δυσκολία να αποκρυπτογραφηθούν οι προθέσεις της Τουρκίας. Σύμφωνα με τους κύκλους αυτούς, «η Ουάσιγκτον γνωρίζει ότι η κυβέρνηση Ερντογάν έχει πρόσβαση στην ιρανική κυβέρνηση. Γι΄ αυτό και η πρόταση για μεταφορά ποσότητας ιρανικού ουρανίου στην Τουρκία είχε αρχικώς την αμερικανική ενθάρρυνση, αλλά ο τρόπος με τον οποίο έγινε ενόχλησε τις ΗΠΑ. Θεωρήθηκε προσπάθεια της Τουρκίας να δείξει ότι κινείται αυτόνομα, ενώ συνέπεσε με τη συζήτηση για τις κυρώσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας εναντίον της Τεχεράνης που προωθούσαν οι Αμερικανοί».

Σε τουλάχιστον δύο κλειστές συσκέψεις που έλαβαν χώρα στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ μετά την κρίση στις τουρκοϊσραηλινές σχέσεις επισημάνθηκε άλλωστε ακριβώς αυτό: ότι η Τουρκία είναι μεν πολύ σημαντική χώρα, αλλά η ίδια θεωρεί ότι λόγω της γεωπολιτικής αναβάθμισής της μπορεί να αυτονομείται από τη δυτική πολιτική. Εγκυρες πηγές σημειώνουν: «Οι ΗΠΑ δεν μπορούν να στηριχθούν μόνο στην κυβέρνηση Ερντογάν για να περάσει το μήνυμα συνεννόησης στην Τεχεράνη. Χρειάζονται και άλλοι παίκτες. Η Τουρκία πρέπει να διατηρηθεί κοντά στη Δύση κυρίως μέσω της ευρωπαϊκής της πορείας. Τα “καπρίτσια” της όμως δεν μπορούν να γίνονται παντού ανεκτά».