Η επιτυχέστερη της αναμενομένης άντληση κεφαλαίων στις χθεσινές κρίσιμες δημοπρασίες ομολόγων της Ιρλανδίας, της Ισπανίας και της χώρας μας δεν στάθηκε αρκετή για να ηρεμήσει τους επενδυτές σε μετοχές. Κάθονταν σε αναμμένα κάρβουνα ώσπου να μάθουν αν ο πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) Μπεν Μπερνάνκι και οι συνάδελφοί του αποφασίσουν για νέες πρόσθετες ενέργειες προκειμένου να τονώσουν την αμερικανική οικονομία. Στέλνοντας το μήνυμα ότι επιθυμούν να χαλαρώσουν περαιτέρω τη νομισματική πολιτική τους για να τονώσουν την οικονομία και να μειώσουν την ανεργία, προκάλεσαν νέα πανικόβλητη φυγή των κεφαλαίων από το δολάριο. Παρ΄ ότι δεν αποφάσισαν να αρχίσουν, εδώ και τώρα, έναν δεύτερο γύρο αγοράς των κρατικών ομολόγων, ωστόσο άνοιξαν την πόρτα για την «ποσοτική χαλάρωση» πυροδοτώντας το ξεπούλημα του δολαρίου. Το ευρώ εκτινάχθηκε στα 1,3286 δολάρια.

Η Fed ζωγραφίζοντας μια περισσότερο γκρίζα από την αναμενόμενη εικόνα για την υγεία της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου ανησύχησε αρχικά και τους επενδυτές στη Wall Street. Ταχύτατα ωστόσο το αμερικανικό χρηματιστήριο στάθηκε στα πόδια του.

Στο χθεσινό ανακοινωθέν της Fed αναφέρθηκε ότι «θα συνεχίσουν να παρακολουθούν τις οικονομικές προοπτικές και τις χρηματοπιστωτικές εξελίξεις και είναι έτοιμοι να χαλαρώσουν περαιτέρω τη νομισματική πολιτική τους αν χρειαστεί, ώστε να στηρίξουν την ανάκαμψη της οικονομίας και να αποτρέψουν την περαιτέρω μείωση του πληθωρισμού». Επίσης διατηρήθηκε η φράση-«κλειδί»: ότι δηλαδή το βασικό κόστος δανεισμού θα παραμείνει στα ιστορικά χαμηλά επίπεδα, μεταξύ του μηδενός και του 0,25%, «για παρατεταμένη χρονική περίοδο». Η φράση αυτή της Fed υποδηλώνει συνήθως μια χρονική περίοδο έξι μηνών. Την απόφασή τους αυτή τη δικαιολόγησαν αναφέροντας στο ανακοινωθέν ότι οι ρυθμοί ανάκαμψης της αμερικανικής οικονομίας και της απασχόλησης «έχουν επιβραδυνθεί τους τελευταίους μήνες» .

Παρά το γεγονός ότι διατηρούνται σε μηδενικά σχεδόν επίπεδα από τον Δεκέμβριο του 2008, ωστόσο η αγορά εργασίας δεν έχει ανακάμψει. Τα τελευταία στοιχεία, τα οποία αφορούσαν τον μήνα Αύγουστο, έδειξαν ότι συνεχίζονται οι απολύσεις, με αποτέλεσμα ο συνολικός αριθμός των ανέργων στις ΗΠΑ να αυξηθεί σε 14,86 εκατομμύρια τον Αύγουστο από 14,69 εκατομμύρια που ήταν τον Ιούλιο. Επίσης το ποσοστό της ανεργίας ανέβηκε σε 9,6% τον ίδιο μήνα από 9,5% τον Ιούλιο.

Το κλίμα νευρικότητας που επικράτησε στις χρηματιστηριακές αγορές της Ευρώπης πριν από την ανακοίνωση των αποφάσεων της Fed οδήγησε τους επενδυτές στην αποκόμιση των κερδών τους. Οι ευρωπαϊκές μετοχές είχαν επωφεληθεί από τα νέα ότι και οι τρεις κυβερνήσεις, της Ιρλανδίας, της Ελλάδας και της Ισπανίας, πέτυχαν τον στόχο τους αντλώντας περισσότερα των αναμενομένων από την αγορά κεφαλαίων. Ωστόσο υπέκυψαν στις ρευστοποιήσεις κερδών και έκλεισαν με απώλειες. Το Λονδίνο, η Φραγκφούρτη και το Παρίσι έκλεισαν με πτώση 0,47%, 0,30% και 0,10% αντίστοιχα.

Αντίθετα, το χρηματιστήριο της Ιρλανδίας κατάφερε να διατηρήσει μέρος των κερδών του και να κλείσει με άνοδο 0,58%. Οι ιρλανδέζικες μετοχές, κυρίως των τραπεζών, αγοράστηκαν λόγω της επιτυχίας της κυβέρνησης να αντλήσει 1,5 δισ. ευρώ πουλώντας τετραετούς και οκταετούς διάρκειας κρατικά ομόλογα. Παραμερίστηκε όμως το γεγονός ότι η Ιρλανδία εξαναγκάστηκε να προσφέρει πολύ υψηλότερα επιτόκια έναντι των προηγούμενων αντίστοιχων δημοπρασιών προκειμένου να προσελκύσει τους επενδυτές: 4,76% για τα τετραετή και 6,02% για τα οκταετή κρατικά ομόλογα.

Πάντως το ποσό που αντλήθηκε ήταν πέραν των προσδοκιών των αγορών και μείωσε τους φόβους ότι η κυβέρνηση της Ιρλανδίας έχει χάσει την αξιοπιστία της στις αγορές και συνεπώς θα στραφεί για οικονομική βοήθεια στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Και τούτο διότι η επιτυχής πώληση των κρατικών τίτλων έδειξε ότι η ζήτηση παραμένει ισχυρή παρά τις ανησυχίες ότι η οικονομία της Ιρλανδίας εξακολουθεί να βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού εξαιτίας του πολύ υψηλού χρέους και του προβληματικού τραπεζικού συστήματός της. Τέλος, το χρηματιστήριο της Μαδρίτης έκλεισε με άνοδο, έστω και οριακή, κατά 0,18% μετά την επιτυχία της κυβέρνησης της Ισπανίας να αντλήσει 7 δισ. ευρώ- κάλυψε δηλαδή τις υψηλότερες προσδοκίες- μέσω της έκδοσης 12μηνων και 18μηνων εντόκων γραμματίων.