Φθινοπωρινό σοκ φοβούνται οι έμποροι στην αγορά, μετά τις καχεκτικές επιδόσεις των θερινών εκπτώσεων. Χαρακτηριστικό του κλίματος που επικρατεί και της ανησυχίας που έχει καταλάβει τις εμπορικές επιχειρήσεις, κυρίως τις μικρές, είναι το γεγονός ότι αμέσως μετά τη λήξη των θερινών εκπτώσεων ξεκίνησαν οι προσφορές, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν αξιόλογα αποτελέσματα. Ο κ. Π. Καρέλας, πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών (ΕΣΑ), μιλώντας στο «Βήμα» τονίζει ότι «λίγες θα είναι οι εμπορικές επιχειρήσεις που θα αντέξουν ως το τέλος του χρόνου», επισήμανση που αναδεικνύει το μέγεθος του προβλήματος που αντιμετωπίζουν οι μικρές και μεσαίου μεγέθους εμπορικές επιχειρήσεις. Και συμπληρώνει ότι το ερώτημα που σήμερα απασχολεί τους περισσότερους εμπόρους είναι: «Να υποστηρίξω οικονομικά την επιχείρησή μουμε κάθε τρόπο ή να την κλείσω μια ώρα αρχύτερα;».

Και βεβαίως οι έμποροι των Αθηνών είχαν, όπως αναμενόταν, πολύ κακή θερινή περίοδο εκπτώσεων. Σύμφωνα με έρευνα του ΕΣΑ που πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 344 εμπόρων από τις 26 Αυγούστου ως τις 2 Σεπτεμβρίου, το 91,1% των ερωτηθέντων απάντησε ότι οι πωλήσεις τους σημείωσαν κάμψη. Από αυτούς το 22,78% είχε μείωση πωλήσεων 30%, το 26,58% είχε μείωση πωλήσεων 20%, το 10,13% μείωση κατά 40%, το επίσης 10,13% μείωση 50% και το 17,72% είχε μείωση πωλήσεων 10%. Μόνο στο 7,59% των ερωτηθέντων οι πωλήσεις παρέμειναν σταθερές και το 1,27% είπε ότι αυξήθηκαν.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αλλαγή νοοτροπίας των καταναλω τών αναφορικά με τον τρόπο πληρωμής. Ετσι το μεγαλύτερο ποσοστό των καταναλωτών, το 82,05%, προτίμησε να πραγματοποιήσει τις αγορές του εξοφλώντας με μετρητά, ενώ ένα μικρό ποσοστό, το 17,95%, έκανε χρήση πιστωτικών καρτών. Οπως επισημαίνεται χαρακτηριστικά, η συγκεκριμένη επιλογή οφείλεται στα ιδιαίτερα υψηλά επιτόκια δανεισμού των πιστωτικών καρτών και στην εκ των πραγμάτων ύπαρξη πολλών υπερχρεωμένων νοικοκυριών, στα οποία δεν δίνεται πλέον πίστωση.

Αναφορικά με την οικονομική και κοινωνική πολιτική που ακολουθείται από την κυβέρνηση, η πλειονότητα των ερωτηθέντων, το 89,74%, έχει την άποψη ότι δεν συμβάλλει στην επιβίωση της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας. Επίσης, το 77,78% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι τα προγράμματα ΤΕΜΠΜΕ δεν εξυπηρετούν τις ανάγκες ενίσχυσης της ρευστότητας των επιχειρήσεών τους, καθώς κατευθύνονται στην ενίσχυση επιχειρήσεων που πληρούν τα αντίστοιχα τραπεζικά κριτήρια. Εξάλλου, η αλλαγή πλεύσης των τραπεζών σχετικά με την πολιτική χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, για το μεγαλύτερο μέρος των ερωτηθέντων, 77,78%, οφείλεται τόσο στην έλλειψη ρευστότητας των ίδιων των τραπεζών όσο και στη γενικότερη πολιτική κατεύθυνση του τραπεζικού συστήματος που ενδεχομένως προωθεί την απαξίωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε συνδυασμό με την αντικατάστασή τους «από λίγους και ισχυρούς». Οπως σημειώνεται, «η ακολουθούμενη πολιτική αφαιρεί κάθε προοπτική επιβίωσης και ανάπτυξης των επιχειρήσεων».

Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι η μείωση των πωλήσεων θα έχει άμεσες επιπτώσεις στην απασχόληση, καθώς οι ερωτηθέντες έμποροι σε ποσοστό 72,22% απάντησαν ότι δεν θα μπορέσουν να διατηρήσουν τις υπάρχουσες θέσεις εργασίας.

Σχετικά με τις εμπορικές μισθώσεις, το 31,8% των ερωτηθέντων δεν κατόρθωσε να μειώσει το ενοίκιο του καταστήματος, εν αντιθέσει με το 26,32% που το πέτυχε και το 26,32% που κατόρθωσε να παγώσει το ενοίκιο.

Ο κ. Καρέλας μιλώντας στο «Βήμα» επισημαίνει ακόμη ότι «η αγωνία που διακατέχει τον εμπορικό κόσμο είναι αν από το διαθέσιμο καταναλωτικό εισόδημα “περισσεύει κάτι” και για προϊόντα που δεν είναι άμεσης ανάγκης» . Ισως γι΄ αυτόν τον λόγο στις προκριθείσες συλλογικές αντιδράσεις είναι η προσπάθεια με στόχο την αναμόρφωση του υπάρχοντος αρνητικού ψυχολογικού κλίματος, η ανάπλαση υποβαθμισμένων περιοχών και η τόνωση εμπορικών δρόμων που κινδυνεύουν να περιθωριοποιηθούν, η «απογκετοποίηση» περιοχών και τομέων της πόλης όπου εμφανίζεται κάθε μορφής παραβατικότητα, διαφημιστικές καμπάνιες για κάθε περιοχή, τονίζοντας ότι οι άρτια οργανωμένες εμπορικές αγορές είναι αντίστοιχες των πολυκαταστημάτων στις οποίες μπορεί ο καταναλωτής να προμηθευτεί ό,τι επιθυμεί.