Το κύριο πρόβλημα στην ασφάλιση υγείας είναι η παντελής αδυναμία τήρησης προϋπολογισμού και η συνεχής δημιουργία ελλειμμάτων. Αυτό καθιστά το σύστημα εξαιρετικά σπάταλο και ανταποδοτικό, συντηρεί κοινωνικές ανισότητες και απειλεί το όλο οικοδόμημα της ασφάλισης υγείας.

Η κύρια αιτία της αδυναμίας τήρησης προϋπολογισμού είναι η κατά πράξη πληρωμή, η οποία σε ορισμένα Ταμεία (π.χ. ΟΠΑΔ) έχει πλήρη εφαρμογή, ενώ σε άλλα εκτεταμένη. Η κατά πράξη αμοιβή (α) μετατρέπει τους γιατρούς σε απειράριθμα και ανεξέλεγκτα «κέντρα κόστους» και (β) δημιουργεί κίνητρα προκλητής ζήτησης, αφού η αμοιβή των γιατρών συνδέεται με τον αριθμό των ιατρικών πράξεων. Είναι σαφές ότι αυτό που έχουμε ανάγκη, είναι μια μεταρρύθμιση η οποία να εξασφαλίζει:

Δυνατότητα τήρησης προϋπολογισμού. Ανταπόκριση στις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού. Αντιμετώπιση των κοινωνικών ανισοτήτων στην ασφάλιση υγείας.

Το κλειδί για την τήρηση προϋπολογισμού και την αποφυγή ελλειμμάτων είναι η γενική αντικατάσταση τής κατά πράξη πληρωμής με «προϋπολογιστικά» συστήματα πληρωμών.

Οι θεμελιώδεις κατευθύνσεις μιας τέτοιας μεταρρύθμισης είναι:

1. Η ενιαία και αποτελεσματική διαχείριση των πόρων υγείας των Ταμείων. Η δημιουργία ενός Κοινοπρακτικού Οργανισμού υπό την εποπτεία του υπουργείου Υγείας, ο οποίος θα διαχειρίζεται με ενιαίο τρόπο τους πόρους και τις παροχές υγείας των Ταμείων, αποτελεί την πιο ρεαλιστική λύση. Τα Ταμεία θα περιοριστούν αποκλειστικά σε ρόλο ασφαλιστικού φορέα. Ο ΟΠΑΔ, μαζί με τον διοικητικό μηχανισμό του κλάδου υγείας του ΙΚΑ, μπορεί να αποτελέσει τον οργανωτικό κορμό του νέου οργανισμού.

2. Η καθιέρωση του θεσμού του Οικογενειακού Γιατρού που θα οικοδομηθεί με βάση την ετήσια κατά κεφαλήν αποζημίωση (capitation), μέθοδο που εξασφαλίζει την τήρηση προϋπολογισμού χωρίς να δημιουργεί κίνητρα προκλητής ζήτησης. Ο Οικογενειακός Γιατρός δεν είναι μια επιπλέον παροχή που απαιτεί απαραιτήτως επιπλέον πόρους. Ο θεσμός θα αντικαταστήσει το σημερινό σπάταλο και χαοτικό σύστημα, εξασφαλίζοντας (α) υψηλότερη αποτελεσματικότητα και (β) έλεγχο των δαπανών με δημοσιονομική πειθαρχία. Η οργάνωση και χρηματοδότηση του θεσμού θα πρέπει να γίνει από τον Κοινοπρακτικό Οργανισμό.

3. Η οργάνωση ενιαίου δικτύου πρωτοβάθμιων ιατρικών υπηρεσιών στις πόλεις, το οποίο θα παρέχει (α) υπηρεσίες ιατρικών ειδικοτήτων και (β) εργαστηριακές εξετάσεις.

Το δίκτυο θα οικοδομηθεί με κορμό τα ιατρεία του ΙΚΑ, πλαισιωμένο με ένα σύνολο συμβάσεων με τον ιδιωτικό τομέα.

Τα ιατρεία του ΙΚΑ θα πρέπει να διαχωριστούν από το ΙΚΑ και να αποτελέσουν κατά ομάδες (π.χ. κατά δήμο) ανεξάρτητα ΝΠΔΔ, εποπτευόμενα από το υπουργείο Υγείας, διατηρώντας το ισχύον καθεστώς εργασιακών σχέσεων.

4. Νέο πλαίσιο συνεργασίας με τον ιδιωτικό τομέα. Στις νέες συμβάσεις θα πρέπει να αποφευχθεί με κάθε τρόπο η κατά πράξη πληρωμή- γιατί αυτό θα οδηγούσε εκ νέου σε προκλητή ζήτηση, αύξηση δαπανών και δημιουργία ελλειμμάτων- και να εφαρμοστούν προϋπολογιστικά συστήματα πληρωμών. Το συνολικό ύψος των συμβάσεων μπορεί να περιοριστεί στο 50% του σημερινού. Φτάνουν οι διαθέσιμοι πόροι για μια τέτοια μεταρρύθμιση; Μολονότι θα μπορούσε να διαβεβαιώσει κανείς ότι επαρκούν, εν τούτοις η απάντηση στο ερώτημα είναι διαφορετική: Πρέπει να ασκήσουμε πολιτική με όσους πόρους διαθέτουμε. Οχι με περισσότερους, ούτε με ελλείμματα. Αρα, το ερώτημα δεν είναι «πόσοι πόροι απαιτούνται», αλλά «πώς θα διαχειριστούμε τους διαθέσιμους πόρους για να κάνουμε αυτά που θέλουμε».

Ο κ. Χρ. Ζηλίδης είναι καθηγητής Κοινωνικής Ιατρικής και διοικητής της 3ης Υγειονομικής Περιφέρειας Μακεδονίας.