Με την υπόθεση Μαντέλη φαίνεται ότι σπάζει ένα απόστημα. Τι θα ακολουθήσει δεν ξέρουμε, αλλά τίποτε δεν αποκλείει το φαινόμενο του ντόμινο. Η λέξη «κλέφτες» ακούγεται όλο και περισσότερο- ήταν πολύ έντονη προχθές στη διαμαρτυρία των συμβασιούχων πάνω στην Ακρόπολη-, αν και στην περίπτωση του κ. Μαντέλη ταιριάζει περισσότερο η κομψότερη λέξη «δωροδοκηθείς» ή η πιο άγαρμπη… «μιζαποδόχος». Το πρόβλημα δεν είναι όμως ο Μαντέλης ή ο όποιος Μαντέλης, μολονότι ο συγκεκριμένος υπουργός ήταν από τους πιο κοντινούς του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη. Το πρόβλημα είναι η ολοένα αυξανόμενη απαξίωση των πολιτικών και του λεγόμενου «πολιτικού προσωπικού». Και η απαξίωση αυτή δεν είναι ρητορική. Γίνεται στην πράξη, όπως δείχνουν οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας και τα γιουχαΐσματα κατά υπουργών- νυν και πρώην.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι δεκάδες ιστορίες που κυκλοφορούν στο Διαδίκτυο με επεισόδια αποδοκιμασίας εναντίον υπουργών- ακόμη και του πρώην πρωθυπουργού κ. Καραμανλή- γίνονται πιστευτές και μάλιστα αναπαράγονται, αν και πολλές από αυτές δεν έχουν ίχνος αλήθειας. Η επιθυμία των πολιτών να έχουν όμως συμβεί και ο τρόπος με τον οποίο μεταφέρονται από στόμα σε στόμα δείχνουν ότι υπάρχει θυμός εναντίον της «πολιτικής τάξης». Οι πολιτικοί – είδος με υψηλό βαθμό ενστίκτου αυτοσυντήρησης- αυτό το έχουν καταλάβει και τηρούν στάση σιωπής ή αποχής. Ετσι εξηγείται ότι κυριολεκτικά έχουν εξαφανιστεί οι πολιτικοί που μας έχουν φέρει σ΄ αυτό το χάλι αλλά και υπουργοί της κυβέρνησης- που λουφάζουν χωρίς ούτε φωνή ούτε ακρόαση.
Τα τελευταία χρόνια οι πολιτικοί έχουν κάνει τα πάντα για να είμαστε εξοργισμένοι μαζί τους. Η λειτουργία των εξεταστικών επιτροπών για τα σκάνδαλα που οδηγούν πάντα μαθηματικά στις παραγραφές ή στο αρχείο, μολονότι εκκινούν πανηγυρικά με το αίτημα της απόδοσης ευθυνών και του «ουδείς στο απυρόβλητο», έχει συμβάλει σ΄ αυτή την απαξίωση. Οι βουλευτές παίζουν πολύ καλά το παιχνίδι της αυτοσυντήρησης- και σ΄ αυτό το θέμα υπάρχει διακομματική συναίνεση. Στο θέμα της Siemens, για να επιστρέψουμε και πάλι στην υπόθεση της ημέρας, όλα θα είχαν κουκουλωθεί αν δεν υπήρχε (και) η επίμονη δημοσιογραφική έρευνα- οφείλουμε να το παραδεχθούμε, όσο και αν κατηγορούμε τα ΜΜΕ για διαπλοκή.
Το μείζον ερώτημα που τίθεται τώρα είναι τι σημαίνει ή πώς θα εξελιχθεί αυτή η οργή εναντίον των πολιτικών. Αν είναι μια οργή εκτόνωσης, δεν τρέχει και τίποτε. Αν είναι όμως μια οργή που θα μετασχηματιστεί και θα οδηγήσει σε ανατροπές στο πολιτικό σκηνικό, τότε τα πράγματα είναι σοβαρά και αξίζει τον κόπο να φωνάζουμε «κλέφτες». Κοντός- ή και μακρύς- ψαλμός αλληλούια.