Το υπουργείο Οικονομικών αναφορικά με τις οδηγίες που δόθηκαν με την εγκύκλιο ΠΟΛ 1044/22-4-2010 και αφορούν τη ρύθμιση για την υποβολή δηλώσεων, διευκρινίζει συμπληρωματικά τα παρακάτω:

Ι.Φ.Π.Α.-Κ.Β.Σ.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 84 παρ. 3 του ν. 3842/23-4-2010 (ΦΕΚ 58 Α΄) παρέχεται η δυνατότητα υποβολής δηλώσεων ΦΠΑ, με τους σχετικούς ευνοϊκούς όρους, για τις οποίες η προθεσμία υποβολής έχει λήξει μέχρι τη δημοσίευση του εν λόγω νόμου, ήτοι μέχρι τις 23-4-2010.

Δεδομένου ότι η καταληκτική ημερομηνία υποβολής περιοδικών δηλώσεων είναι η 20η ημέρα του μήνα που ακολουθεί τη λήξη της φορολογικής περιόδου (μήνα ή τρίμηνο), άρθρο 38 Κωδ. ΦΠΑ (ν. 2859/2000), όπως ισχύει, και κατά παράταση ολοκληρώνεται μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες για την υποβολή στη ΔΟΥ, μέχρι την 26η ημέρα για την υποβολή μέσω TAXISNETκαι μέχρι το τέλος του μήνα για την υποβολή των πιστωτικών και μηδενικών δηλώσεων (μέσω ΤΑΧΙSΝΕΤ) και προκειμένου να αποφευχθούν οι συνέπειες άνισης μεταχείρισης, ως προς τις κυρώσεις (λόγω της δημοσίευσης του νόμου εν μέσω των καταληκτικών ημερομηνιών) καθώς και για λόγους χρηστής διοίκησης, γίνεται δεκτό, ότι οι ευνοϊκοί όροι του νόμου ισχύουν για όλες τις περιπτώσεις που η προθεσμία υποβολής δηλώσεων λήγει μέχρι και τις 30-4-2010.

Τυχόν επιβληθείσες κυρώσεις, δεδομένων των ευνοϊκών ρυθμίσεων του νόμου, δεν ισχύουν.

Το πρόστιμο το οποίο δεν επιβάλλεται σύμφωνα με το β΄ εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 84 του ν. 3842/2010 αφορά αποκλειστικά το αυτοτελές πρόστιμο του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 για την υποβολή εκπρόθεσμων δηλώσεων ΦΠΑ από τις οποίες δεν προκύπτει φόρος προς καταβολή.

Στο σημείο αυτό διευκρινίζεται σχετικά με το πρόστιμο του άρθρου 6 του ν. 2523/1997, ότι, στην περίπτωση που ο υποκείμενος στον ΦΠΑ υποβάλλει δηλώσεις ΦΠΑ σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις καθώς και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 84 του ν. 3842/2010, με την προϋπόθεση ότι μέχρι την ημερομηνία υποβολής των δηλώσεων αυτών δεν έχει εκδοθεί για αυτόν εντολή ελέγχου, και καταβάλλει το φόρο που εξέπεσε ή του επιστράφηκε ως λήπτης εικονικού φορολογικού στοιχείου ή στοιχείου το οποίο νόθευσε αυτός ή άλλοι για λογαριασμό του ή ως εκδότης δεν απέδωσε το φόρο, με βάση πλαστά, εικονικά ή νοθευμένα φορολογικά στοιχεία, δεν επιβάλλεται από τον έλεγχο το προβλεπόμενο από τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2523/1997 τριπλάσιο πρόστιμο. Αντίθετα επιβάλλεταιτο τριπλάσιο πρόστιμο του άρθρου 6 του ν. 2523/1997 στις περιπτώσεις που έχει εκδοθεί εντολή ελέγχου. Επίσης επιβάλλονται τα πρόστιμα που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2523/1997.

Τα παραπάνω ισχύουν και για τους αγρότες του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000).

II. ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ

1. Με τις διατάξεις της περίπτ.στ΄ της παραγρ. 3 του άρθρου 84 του ν.3842/23-4-2010 (ΦΕΚ 58Α΄), παρέχεται η δυνατότηταυποβολής δηλώσεων φόρων που παρακρατούνται ή προκαταβάλλονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις από τις κάθε είδους αμοιβές, αποδοχές και αποζημιώσεις, με τους σχετικούς ευνοϊκούς όρους.

Κατά συνέπεια, στις διατάξεις αυτές υπάγονται και οι προσωρινές και οι οριστικές δηλώσεις απόδοσης φόρου Μισθωτών Υπηρεσιών, των οποίων η προθεσμία υποβολής έχει λήξει μέχρι και την 23-4-2010, ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού. Τονίζεται ότι περιλαμβάνονται οι προσωρινές δηλώσεις του 1ου διμήνου του έτους 2010 και η οριστική δήλωση του έτους 2010.

2. Με τις διατάξεις της περίπτωσης δ της παραγράφου 6 του άρθρου 84 ορίζεται, ότι οι ευεργετικές ρυθμίσεις του άρθρου αυτού, δεν έχουν εφαρμογήγια αρχικέςδηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων με τις οποίες δηλώνεται ζημία.

Επειδή όμως, με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού ορίζεται, ότιμπορούν να υποβάλλουν αρχικές ή συμπληρωματικές δηλώσεις όσοι δεν έχουν υποβάλει δήλωση ή έχουν υποβάλει ανακριβή ή ελλιπή δήλωση, συνάγεται, ότι στην ρύθμιση αυτή υπάγονται και οι συμπληρωματικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος με τις οποίες μειώνεται ή μηδενίζεται η αρχικά δηλωθείσα ζημία,καθώς και όταν η αρχικά δηλωθείσα ζημία μετατρέπεται σε κέρδη.

Αντίθετα, δεν υπάγονται στη ρύθμιση αυτή δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, με τις οποίες δηλώνεται ζημία επιπλέον της αρχικής.

3. Τέλος, επισημαίνεται, ότι δεν θα δοθεί παράταση εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 84 του ν. 3842/2004, οι οποίες ισχύουν μέχρι 31.05.2010.

ΙΙΙ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ

Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 84 του ν. 3842/2010 περί υποβολής δηλώσεων δεν καταλαμβάνουν τις περιπτώσεις υποθέσεων για τις οποίες έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 68, παρ. 2 του ν. 2238/1994 και 49, παρ. 3 του ν. 2859/2000 περί έκδοσης συμπληρωματικών φύλλων ελέγχου ή πράξεων.

Αντίθετα, οι διατάξεις αυτές καταλαμβάνουν τις περιπτώσεις υποθέσεων για τις οποίες έχουν εφαρμογή οι διατάξειςτου άρθρου 68, παρ. 4 του ν. 2238/1994 και 49, παρ. 2 του ν. 2859/2000 περί έκδοσης συμπληρωματικών φύλλων ελέγχου ή πράξεων σε συνέχεια εκδοθέντων μερικών φύλλων ελέγχου ή πράξεων, εφόσον οι υποβαλλόμενες δηλώσεις αφορούν φορολογητέα ύλη που θα αποτελούσε αντικείμενο των εν λόγω συμπληρωματικών φύλλων ελέγχου ή πράξεων. Ευνόητο είναι ότι η κατά τα προαναφερόμενα δυνατότητα υποβολής δηλώσεων δεν ισχύει εφόσον μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου (23-4-2010) έχουν ήδη εκδοθεί και καταχωρηθεί στα οικεία βιβλία μεταγραφής τα σχετικά συμπληρωματικά φύλλα ελέγχου ή πράξεις.

Στις περιπτώσεις υποθέσεων που έχει διενεργηθεί προσωρινός έλεγχος γενικώς και έχουν εκδοθεί προσωρινά φύλλα ελέγχου ή πράξεις, οι παραπάνω διατάξεις περί υποβολής δηλώσεων ισχύουν για τα φορολογικά εκείνα αντικείμενα, τις χρήσεις κ.λπ για τα οποία δεν επελήφθη ο έλεγχος αυτός.

Οι παραπάνω διατάξεις περί υποβολής δηλώσεων καταλαμβάνουν επίσης τις περιπτώσεις υποθέσεων για τις οποίες έχουν εκδοθείκατά το παρελθόν καταλογιστικές πράξειςπου όμως έχουν ακυρωθεί από τα διοικητικά δικαστήρια ως νομικά πλημμελείς, εφόσον οι εκδιδόμενες στο πλαίσιο της επανάληψης της διαδικασίας νέες καταλογιστικές πράξεις δεν έχουν καταχωρηθεί στα οικεία βιβλία μεταγραφής έως την 23-4-2010.

Τέλος, διευκρινίζεται ότι η εξαίρεση της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 84 του ν. 3842/2010 λόγω και της αυτοτέλειας των χρήσεων, καταλαμβάνει μόνο τις συγκεκριμένες χρήσεις για τις οποίες τα προβλεπόμενα από τον Κ.Β.Σ. βιβλία και στοιχεία των επιτηδευματιών βαρύνονται με ανακρίβεια ή ανεπάρκεια και όχι τις λοιπές χρήσεις των υποθέσεων αυτών.