Το κυνήγι των ευκαιριών έπειτα από ένα διήμερο ξεπουλήματος των μετοχών και των εμπορευμάτων κίνησε ανοδικά χθες τα χρηματιστήρια της Αμερικής, της Ευρώπης και της Ασίας. Πάντως παρά τη χθεσινή ανάκαμψη το κλίμα σε όλες τις αγορές παραμένει εξαιρετικά εύθραυστο. Και τούτο διότι το χθεσινό ράλι πυροδότησαν οι φθηνές τιμές που διαμορφώθηκαν μετά την κατακόρυφη πτώση των προηγούμενων ημερών και όχι κάποια ουσιαστική μεταβολή της επενδυτικής ψυχολογίας. Οι τρεις αμερικανικοί δείκτες- ο Dow Jones, o Standard & Ρoor΄s 500 και ο Νasdaq- κατέγραφαν κέρδη γύρω στο 1% λίγο πριν από το κλείσιμο των συναλλαγών, αλλά το Λονδίνο, η Φραγκφούρτη και το Παρίσι έκλεισαν με άνοδο 1,97%, 1,55% και 2,32%. Τα μικρότερα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια της Μαδρίτης του Μιλάνου και της Λισαβόνας έκλεισαν με άνοδο 0,42%, 2,15% και 2,82%, αντίστοιχα. Επίσης η τιμή του πετρελαίου κερδίζοντας γύρω στα 3 δολάρια το βαρέλι ξεπέρασε και πάλι τα 70 δολάρια και έφθασε στα 71,63 δολάρια το βαρέλι.
Σημειωτέον ότι το ευρώ και οι πιστωτικές αγορές δεν συμμετείχαν στη χθεσινή ανάκαμψη. Το κοινό νόμισμα έπεσε στα 1,2192 δολάρια από τα 1,2345 δολάρια. Επίσης, ενώ υποχώρησε το κόστος ασφάλισης των ευρωπαϊκών blue chip εταιρικών ομολόγων κατά της πτώχευσης, συνέχισε να αυξάνεται το επιτόκιο δανεισμού στη διατραπεζική αγορά. Το επιτόκιο δανεισμού τρίμηνης διάρκειας σε δολάρια μεταξύ των τραπεζών, το γνωστό Libor, αυξήθηκε χθες στο 0,53781% από 0,53625 που ήταν προχθές, ενώ από τις αρχές του τρέχοντος έτους έχει αυξηθεί περίπου 115%. Και μπορεί τα επίπεδα αυτά να είναι αμελητέα συγκρινόμενα με το 5% που είχαν φθάσει στην κορύφωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2008, ωστόσο αρχίζουν και προβληματίζουν διότι επηρεάζουν το σύνολο της οικονομίας καθώς πλήττουν μικρούς και μεγάλους δανειολήπτες.
Οι ανησυχίες για την επιδείνωση ως προς τις συνθήκες δανεισμού και το απρόσμενα μειωμένο ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε στη δημοπρασία ομολόγων του Γερμανικού Δημοσίου υποδηλώνουν το πόσο βαθύ είναι το τρέχον αρνητικό κλίμα. Τη χαριστική βολή στο κλίμα αυτό έδωσε η μονομερής κίνηση του Βερολίνου να απαγορεύσει ορισμένες κερδοσκοπικές συναλλαγές, όπως το αποκαλούμενο «naked» shortshelling στα κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης. Η προσοχή των επενδυτών θα είναι σήμερα στραμμένη στο Βερολίνο, όπου ο αμερικανός υπουργός Οικονομικών Τίμοθι Γκάιτνερ θα συναντηθεί με τον υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν-Κλοντ Τρισέ.
Χθες στη συνάντηση με τον υπουργό Οικονομικών της Βρετανίας Τζορτζ Οσμπορν, ο αμερικανός υπουργός παρότρυνε τους ευρωπαίους συναδέλφους του να συνεργαστούν όλοι μαζί για να μεταρρυθμίσουν το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Εκτός της απόφασης του Βερολίνου ο κ. Γκάιτνερ αναφερόταν και στο ενδεχόμενο να επιβληθεί από την ΕΕ φόρος στις τράπεζες προκειμένου να αντιμετωπιστεί το κόστος μιας μελλοντικής χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Σημειωτέον ότι ο κ. Γκάιτνερ επεσήμανε προς το επιχειρηματικό τηλεοπτικό κανάλι CΝΒC ότι θα συστήσει στους Ευρωπαίους να χρησιμοποιήσουν τη δική του μέθοδο του stress test για να προσδιορίσουν τις τράπεζες οι οποίες χρειάζονται νέα κεφάλαια για να σταθούν στα πόδια τους και έτσι να αποκαταστήσουν την καταρρέουσα εμπιστοσύνη των αγορών προς το τραπεζικό σύστημα της Ευρώπης. Προχθές οι φόβοι μιας επικείμενης τραπεζικής κρίσης στην ευρωζώνη πυροδότησαν νέα πανικόβλητη φυγή των κεφαλαίων από τις ευρωπαϊκές αξίες. Πράγματι η ενορχήστρωση από τον υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ του σχεδίου διάσωσης των 19 μεγαλύτερων αμερικανικών τραπεζών μέσω των «stress tests» και η πλημμυρίδα του ρευστού από την Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα ήταν οι δύο παράγοντες που επανέφεραν την εμπιστοσύνη των επενδυτών προς τις τράπεζες της Wall Street.