«Oι διά βίου συντάξεις είναι πληρωτέες από την ηλικία των 50 ετών, με ελάχιστα χρόνια υπηρεσίας τα τρία». Η φράση δεν προέρχεται από κάποιον… συνταξιοδοτικό παράδεισο, αλλά από εκεί όπου δεν θα το περίμενε κανείς: το ΔΝΤ! Και όμως, το περιβόητο Ταμείο αποδεικνύεται λίαν γαλαντόμο με τους υπαλλήλους του παρέχοντάς τους προνόμια που γνωρίζουν μόνο οι προ του 1993 ενταχθέντες στην αγορά εργασίας Ελληνες.
«Το Συνταξιοδοτικό Σχέδιο του Προσωπικού εκπονήθηκε για να παράσχει συμπληρωματικό εισόδημα που θα σας επιτρέψει να διατηρήσετε ένα εύλογο επίπεδο ζωής κατά τη συνταξιοδότησή σας» αναφέρεται στη σχετική ιστοσελίδα. «Η κανονική ηλικία συνταξιοδότησης είναι τα 62 έτη και κάθε σύνταξη που ξεκινά νωρίτεραυπόκειται σε κυρώσεις πρόωρης συνταξιοδότησης» σημειώνεται.
Το Συνταξιοδοτικό Σχέδιο αποτελεί ένα πρόγραμμα αποταμιεύσεων με συμμετοχή από τον εργοδότη, αντίστοιχο με τον αμερικανικό νόμο «401Κ», ο οποίος προβλέπει εργοδοτικές εισφορές ίσες με το 5% του μισθού συν ισόποσες κρατήσεις από τις απολαβές του εργαζομένου. Αυτά τα χρήματα επενδύονται σε διάφορα χρηματοοικονομικά «πακέτα». Οσοι συνταξιοδοτούνται από το ΔΝΤ δικαιούνται είτε ισόβια σύνταξη είτε ένα εφ΄ άπαξ ποσό, το οποίο εξαρτάται από την ηλικία και τα χρόνια υπηρεσίας. Ακόμη στο ΔΝΤ προβλέπεται σύνταξη θανάτου και αναπηρική, ενώ υπάρχουν πρόνοιες για τα τέκνα των εργαζομένων.
Οι μισθοί του επίσης αποτελούσαν για μακρά περίοδο μύθο.
Μόλις το 2000 επιχειρήθηκε ένα «άνοιγμα» στην κοινωνία και δόθηκαν στη δημοσιότητα οι μισθολογικές καταστάσεις. Ενας οδηγός εισέπραττε 20.000-30.000 δολάρια ετησίως. Ενας νεοεισερχόμενος οικονομολόγος ελάμβανε ετησίως 63.320-95.000 δολάρια. Ενας ειδικός περί τους υπολογιστές πληρωνόταν κάθε χρόνο 75.400-119.120 δολάρια. Την ίδια χρονιά ο μισθός του διευθυντή ξεπερνούσε τις 300.000 δολάρια, ενώ έπαιρνε και αποζημίωση 55.200 δολαρίων. Ο υποδιευθυντής αμειβόταν με 257.050
δολάρια.
Πιο συγκρατημένη στις συνταξιοδοτήσεις είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία δίνει αυτό το δικαίωμα με τη συμπλήρωση του 55ου έτους. Στον υπολογισμό των ετών συνυπολογίζονται τα χρόνια υπηρεσίας, οι άδειες ασθενείας, η απουσία λόγω αναπηρίας ή μητρότητας, οι γονικές άδειες και «κάθε άλλη περίοδος που υπόκειται σε έγκριση από τη διοίκηση» όπως αναφέρεται.
Στην ΕΚΤ ο κατώτατος βασικός μισθός το 2006 ήταν 29.388 ευρώ κατ΄ έτος, ενώ ο ανώτερος 218.964
ευρώ. Ενας μέσος μισθός προσεγγίζει τις 100.000 ευρώ, κυμαίνεται δηλαδή σε κάτι λιγότερο από 10.000
ευρώ τον μήνα. Με έναν τέτοιο μισθό, η σύνταξη υπολογίζεται περί τις 7.000 ευρώ μηνιαίως! Σημειωτέον βέβαια ότι τα αποθεματικά της ΕΚΤ επενδύονται από ειδική επιτροπή που εξουσιοδοτείται από το Διοικητικό Συμβούλιο, κατά τα πρότυπα του ΔΝΤ. Οι αποχωρούντες ύστερα από πέντε χρόνια (ή λιγότερο) εισπράττουν ένα κεφάλαιο, το οποίο υπολογίζεται στις συνολικές εισφορές τους εντόκως. Οι ίδιοι κανόνες ισχύουν και για τις πλήρεις συντάξεις. Ωστόσο τα 55 έτη στα οποία δικαιούνται πρόωρη συνταξιοδότηση οι υπάλληλοι της ΕΚΤ έχουν ιδιαίτερα υψηλά «πέναλτι». Οσοι μπήκαν στην υπηρεσία ως τις 31 Μαΐου 2009, έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους και αποφασίσουν να φύγουν, θα πάρουν μειωμένη σύνταξη κατά 32%. Οσοι εισήλθαν αργότερα, κατά 42,5%. Μετά τα 64 χρόνια σταματούν οι σχετικές μειώσεις.