Την ανάγκη να υπάρξει «πνεύμα ρεαλισμού» στο θέμα των κυρώσεων που θα επιβάλλονται στις χώρες που παραβιάζουν το Σύμφωνο Σταθερότητας υπογράμμισε ο Γ. Παπακωνσταντίνου, απορρίπτοντας κατηγορηματικά τη γερμανική πρόταση.
Μιλώντας στους δημοσιογράφους μετά την πρώτη συνεδρίαση της ομάδας εργασίας για την αντιμετώπιση της κρίσης στην Ευρώπη, ο υπουργός οικονομικών υποστήριξε την ανάγκη να καταστεί πιο αυστηρό το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και τάχθηκε υπέρ της εκ των προτέρων αξιολόγησης των κρατικών προϋπολογισμών πριν εγκριθούν από τα εθνικά κοινοβούλια.
Σε ό,τι αφορά το θέμα των οικονομικών και πολιτικών κυρώσεων που θα επιβάλλονται στις χώρες που παραβιάζουν συστηματικά το Σύμφωνο Σταθερότητας, θέμα το οποίο τέθηκε κατά τη συνάντηση, ο Γ. Παπακωνσταντίνου είπε ότι το ζήτημα αυτό θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με «πνεύμα ρεαλισμού».
Τόνισε μάλιστα ότι κατά τη σχετική συζήτηση, η Ελλάδα και άλλες χώρες διαφοροποιήθηκαν από ορισμένες «γερμανικές» ιδέες, όπως την πρόβλεψη ελεγχόμενης πτώχευσης των κρατών-μελών της ευρωζώνης.
«Η λογική του να υπάρχει μια πόρτα εξόδου είναι μια λογική τιμωρίας που θα αποσταθεροποιήσει περαιτέρω μια ήδη ευαίσθητη αγορά και θα ήταν μια κατεύθυνση που θα έδινε λάθος σήμα στις αγορές ευνοώντας την κερδοσκοπία» είπε χαρακτηριστικά.
Κατά τη συνεδρίαση, ο Γ. Παπακωνσταντίνου είπε ότι η Ελλάδα τάχθηκε σε γενικές γραμμές υπέρ της ιδέας έκδοσης ευρωομολόγων στο πλαίσιο της γενικότερης πρότασης που κατατέθηκε από ορισμένες χώρες για μετατροπή ενός τμήματος των χρεών των κρατών μελών της ευρωζώνης σε κοινό ευρωπαϊκό χρέος.
Ο Γ. Παπακωνσταντίνου τάχθηκε επίσης εμμέσως πλην σαφώς υπέρ των νομοθετικών πρωτοβουλιών της Γερμανίας για περιορισμό των κερδοσκοπικών παιχνιδιών σε βάρος των κρατικών τίτλων στο έδαφος της.
Κατά τη συζήτηση ο κ. Παπακωνσταντίνου ανάφερε ότι η Ελλάδα έθεσε επίσης θέμα ποιότητας των δημοσίων οικονομικών ώστε να εξετάζονται οι λόγοι αύξησης των ελλειμμάτων (πχ. αν οφείλονται σε καταναλωτικές δαπάνες ή αναπτυξιακές επενδύσεις) και να μην περιορίζεται η συζήτηση στα ύψη των ελλειμμάτων.
Συμπλήρωσε ότι η Ελλάδα έθεσε θέμα ρύθμισης των χρηματοπιστωτικών αγορών, τονίζοντας την ανάγκη «να κινηθούμε ταχύτερα».
Τέλος, η Ελλάδα εξέφρασε επιφυλάξεις για το ενδεχόμενο να ανοίξει τώρα συζήτηση για αλλαγή της Συνθήκης η οποία, όπως εκτιμά, θα αποπροσανατολίσει, παρά θα λύσει προβλήματα.