Αυτές τις ημέρες οι επιχειρηματίες της νύχτας γελάνε. Διακωμωδούν την υποκρισία ενός συστήματος που έκανε ότι δεν γνώριζε, μέμφονται όσους «ανακάλυψαν» ένα διαχρονικό φαινόμενο και επιβεβαιώνουν ότι «άκρη δεν πρόκειται να βγει, αφού τα λεφτά έχουν τελειώσει». Καθόλου τυχαία δεν είναι λοιπόν η μετάβαση πολλών σε ηπιότερες μορφές διασκέδασης, όπως ο καφές ή το φαγητό. Ο βασικότερος λόγος είναι ένας: «Εκείδεν έχουμε να κάνουμε με ντίβες!».
Η ιστορία της ελληνικής διασκέδασης θα μπορούσε να αποτελεί σενάριο για ταινίες όπως αυτές του Κουέντιν Ταραντίνο. Οσοι έχουν εργαστεί στον συγκεκριμένο τομέα μνημονεύουν τα σταθερά «ραντεβού» των μεγάλων επιχειρήσεων της διασκέδασης με τις ελεγκτικές αρχές. Στα «μπουζούκια» οι ελεγκτικοί μηχανισμοί είθισται να καταφθάνουν κατόπιν προειδοποιήσεως, καθώς υπάρχουν σταθεροί δίαυλοι επικοινωνίας με κάθε υπηρεσία. Ετσι, οι επιχειρήσεις φροντίζουν για τη νομότυπη λειτουργία των καταστημάτων κατά τις ημέρες και ώρες των ελέγχων, άσχετα αν όλοι γνωρίζουν τι πραγματικά συμβαίνει. Παραδοσιακά, τα «μπουζούκια» τηρούν τα ηνία της φοροδιαφυγής. Και αυτό διότι οι οικονομικές απαιτήσεις των καλλιτεχνών ξεπερνούν τα επίπεδα των (νόμιμων) πιθανών οικονομικών αποτελεσμάτων. Ετσι, οι επιχειρηματίες κόβουν απ΄ όπου μπορούν να κόψουν, έχοντας καλυμμένο το «μέτωπο» των ελέγχων.
Η περίπτωση του κ. Τ. Βοσκόπουλου απλώς αποτελεί το «παγόβουνο» της όλης υπόθεσης. Το νυχτοκάματο στα πρωτοκλασάτα ονόματα της νύχτας μπορεί να φθάσουν ως και τις 20.000 ευρώ τη νύχτα. Υπάρχουν τραγουδιστές οι οποίοι, στις καλές ημέρες, εισέπρατταν ποσοστά ακόμη και από το πάρκινγκ και την γκαρνταρόμπα του καταστήματος, προκαλώντας θυμηδία στους γνωρίζοντες. Ωστόσο, όπως λένε, ο κόσμος πηγαίνει στα μαγαζιά τους για τις «φίρμες», από τις οποίες οι επιχειρήσεις εξαρτώνται οικονομικά. Ετσι, κάνουν ό,τι τους ζητούν. Και αυτό διότι οι νόμιμες παρακρατήσεις εκτοξεύουν τις απολαβές του καλλιτέχνη κατά τουλάχιστον 35%, με αποτέλεσμα ο επιχειρηματίας να πρέπει να επιλέξει είτε «μαύρα» είτε να ανεβάσει το κόστος παραγωγής του και να λειτουργήσει με οριακό κέρδος. Ολα αυτά έχουν σφυρηλατήσει μια παράδοση φοροδιαφυγής, καθώς σύσσωμος ο εν λόγω κλάδος ωθείται νομοτελειακά προς την παραοικονομία, με την περίπτωση του μυκονιάτικου «Νammos» να αποτελεί μάλλον τον κανόνα και όχι την εξαίρεση.