Συμφωνία ειρήνευσης και εκλογές ή γενικευμένο μακελειό; Αυτές είναι οι δύο «επιλογές» που απομένουν στα πολιορκημένα από τον στρατό «κόκκινα πουκάμισα» και στην ελεγχόμενη από τη στρατιωτική και επιχειρηματική ελίτ της Ταϊλάνδης, μετά τις πολυήμερες συγκρούσεις και τους δεκάδες νεκρούς- όλοι τους, πλην ενός, πολίτες- στο αιματοβαμμένο εμπορικό κέντρο της Μπανγκόκ. Πρόκειται για έναν ταξικό πόλεμο με τον κύριο όγκο των περίπου 10.000 εξεγερμένων να αποτελείται από φτωχούς αγρότες της επαρχίας. Πολιτικά στο πλευρό τους στέκονται, αν και δεν λαμβάνουν πάντα μέρος στις συγκρούσεις, πολλοί φοιτητές, εργαζόμενοι και άνεργοι.

Χθες το απόγευμα για πολλοστή φορά οι ηγέτες των «κόκκινων πουκαμίσων» πρόσφεραν στην κυβέρνηση μια διέξοδο, υποσχόμενοι εκεχειρία, αν ο πρωθυπουργός Αμπχισίτ Βετζαζίβα διατάξει κατάπαυση του πυρός και συναινέσει στο αίτημα για πολιτική αμνηστία και εκλογές μέσα στο τρέχον έτος. Η κυβέρνηση όμως απέρριψε την πρόταση, ενώ περισσότεροι από 30.000

πάνοπλοι στρατιώτες έχουν περικυκλώσει από παντού τους διαδηλωτές, δείχνοντας ότι ετοιμάζονται για την τελική έφοδο.

Τα «κόκκινα πουκάμισα» από τη μεριά τους δείχνουν έτοιμα να αντισταθούν μέχρις εσχάτων. Ακολουθώντας πιστά το σχέδιο του ταξίαρχου Κατίγια Σαουασντιπόλ – ο οποίος πυροβολήθηκε στο κεφάλι από ελεύθερο σκοπευτή και εξέπνευσε χθες- οι επαναστατημένοι αγρότες έχουν δημιουργήσει μια σειρά από ομόκεντρες ζώνες άμυνας με οδοφράγματα από αιχμηρά ξύλα, καλάμια και λάστιχα, τα οποία έχουν ποτίσει με βενζίνη.

Κάθε προσπάθεια των στρατιωτών να εισβάλουν στο «οχυρό» των περίπου τριών τετραγωνικών χιλιομέτρων αντιμετωπίζεται με βροχή από πέτρες, μπουκάλια και κοκτέιλ μολότοφ, ενώ δεν έλειψαν και οι ανταλλαγές πυροβολισμών, αφού αρκετοί διαδηλωτές είναι οπλισμένοι.

Από τους 37 νεκρούς του τελευταίου τετραημέρου μόνο ένας ήταν στρατιώτης και μάλιστα πυροβολήθηκε σε άλλο σημείο της πόλης. Αντίθετα, από τις βαριές απώλειες των «κόκκινων πουκαμίσων» είναι φανερό ότι οι ισχυρισμοί του στρατού ότι χρησιμοποιεί άσφαιρα πυρά και δεν επιθυμεί τον θάνατο αθώων δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

Και στο εσωτερικό του στρατεύματος όμως, παρά τη συντριπτική υπεροπλία, είναι σαφές ότι υπάρχει σκεπτικισμός, ιδίως μετά την άρνηση εκατοντάδων γυναικόπαιδων (τα οποία χαρακτηρίζονται πλέον ως «ανθρώπινες ασπίδες») να εγκαταλείψουν τους άνδρες τους.

Ο στρατός είχε δώσει τελεσίγραφο για εκκένωση της περιοχής ως χθες το μεσημέρι, χωρίς όμως να κουνηθεί κανείς. Ο αποκλεισμός άλλωστε δεν έχει πετύχει: οι πολιορκημένοι διαθέτουν αποθέματα τροφίμων και νερού, αλλά και γεννήτριες, φορητούς ασυρμάτους και φορτηγά ψυγεία μέσα στην αμυντική τους περίμετρο. Επίσης, χιλιάδες υποστηρικτές τους από τις βόρειες επαρχίες (στις οποίες η κυβέρνηση μάταια επέβαλε στρατιωτικό νόμο για να εμποδίσει την κάθοδο και άλλων ταϊλανδέζων χωρικών), αλλά και από τη μεσαία τάξη της πρωτεύουσας, συγκεντρώθηκαν στα «μετόπισθεν» των στρατιωτών, σε διάφορα σημεία της πόλης, διακηρύσσοντας την αλληλεγγύη τους προς τα «κόκκινα πουκάμισα».

Κρίση διαρκείας
Οι ήδη μεγάλες ανισότητες επιδεινώθηκαν μετά την πιστωτική κρίση του 1997 η οποία άρχισε από κερδοσκοπικές επιθέσεις κατά του ταϊλανδέζικου μπατ.

Η οικονομία «σώθηκε» χάρη στα δανεικά του ΔΝΤ, αλλά οι φτωχοί έγιναν φτωχότεροι.

Η συντριπτική πλειονότητα των 65 εκατομμυρίων κατοίκων ζει σε άθλιες συνθήκες, παρά το γεγονός ότι η χώρα διαθέτει τη δεύτερη ισχυρότερη οικονομία στην ΝΑ Ασία.

Γνωστή ως «η χώρα των χαμόγελων» και αγαπημένος προορισμός εκατομμυρίων τουριστών αλλά και… σεξοτουριστών, η Ταϊλάνδη είναι σύμμαχος-«κλειδί» των ΗΠΑ στην περιοχή.

Τουλάχιστον 66 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους και περισσότεροι από 1.600 έχουν τραυματιστεί από την έναρξη των συγκρούσεων, στα μέσα Μαρτίου.