Τον Μάιο του 2000, όταν η ισοτιμία του ευρώ υποχωρούσε κάτω από το ένα δολάριο, ο καθηγητής στο φημισμένο Ινστιτούτο Πολιτικών Μελετών (Ιnstitut d΄ Εtudes Ρolitiques) του Παρισιού Ζακ Ζενερέ, με δηλώσεις του καθησύχαζε λέγοντας ότι «η συγκυρία προσφέρεται για να πάψει η παραπληροφόρηση της κοινής γνώμης και να διαλυθεί ο μύθος του ισχυρού νομίσματος.Δεν χρειάζεται να έχει κανείς διδακτορικό στην οικονομία για να διαπιστώσει ότι τα δύο τελευταία χρόνια όσο “χειροτερεύει” η κατάσταση του ευρώ τόσο βελτιώνεται η ευρωπαϊκή οικονομία. Αντί να ξαναδώσουμε στους κερδοσκόπους την εξουσία που έχασαν, ας τους στείλουμε το μήνυμα ότι έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη προς τη νομισματική ένωση, η οποία μάς απάλλαξε από τις διακυμάνσεις της αγοράς συναλλάγματος, που δηλητηρίαζαν την οικονομική μας πολιτική τα τελευταία είκοσι χρόνια» σημείωνε ο γάλλος καθηγητής.

Αλλά και ο αμερικανός συνάδελφός του (και μετέπειτα νομπελίστας) στο επίσης φημισμένο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ) Πολ Κρούγκμαν είχε δηλώσει λίγες ημέρες νωρίτερα στους «Νew Υork Τimes» ότι «ενόσω ο πληθωρισμός στις ευρωπαϊκές χώρες διατηρείται σε χαμηλά επίπεδα, δεν συντρέχουν λόγοι ανησυχίας για τους Ευρωπαίους». Η κατρακύλα του ευρώ συνεχίστηκε για να φθάσει τα 0,8272 δολάρια στις 25 Νοεμβρίου της χρονιάς εκείνης. Εκτοτε ξεκίνησε μια ανοδική πορεία, την οποία αν παρατηρήσει κανείς σε βάθος δεκαετίας δύσκολα μπορεί να αποφανθεί ότι τερματίστηκε με την πτώση του ευρώ από τα 1,37 στα 1,27 δολάρια από την αρχή του έτους. ΄Η, τέλος πάντων, αν πρέπει οπωσδήποτε να επισημάνουμε μιαν ανακοπή της ανοδικής πορείας της ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου, αυτή πρέπει να την εντοπίσουμε στα μέσα του 2008, όταν η ισοτιμία είχε φθάσει στις παρυφές των 1,60 δολαρίων.

Πώς εξηγείται, αλήθεια, η εντυπωσιακή πορεία του ευρώ από τα 1,18 δολάρια που καθορίστηκε η αρχική ισοτιμία του έναντι του δολαρίου στα τάρταρα των 0,82 δολαρίων στα τέλη του 2000 και στη συνέχεια στα 1,60 δολάρια οκτώ χρόνια αργότερα; Τα αλλεπάλληλα χαστούκια που έτρωγε κατά τα πρώτα χρόνια της κυκλοφορίας του είχαν γίνει ανέκδοτο στη Γουόλ Στριτ της Νέας Υόρκης και στο Σίτι του Λονδίνου. Κάποιοι αναλυτές Ευρωπαίοι, με χαλαρή ευρωπαϊκή συνείδηση, είχαν παρασυρθεί στην προπαγάνδα διασυρμού του κοινού νομίσματος, γελοιοποιώντας όσους είχαν προβλέψει την εξέλιξή του σε παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα. Αλλοι, περισσότερο ευρωπαϊστές που θίγονταν από την καζούρα, καταφέρονταν με σφοδρότητα εναντίον του αδικοχαμένου πρώτου προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Βιμ Ντούιζενμπεργκ, καταλογίζοντάς του αδυναμία υπεράσπισης του νομίσματος.

Ξαφνικά, η κατάσταση άλλαξε άρδην. Στα μέσα του 2002 είχε ήδη αρχίσει να φουντώνει η αμερικανοβρετανική προπαγάνδα για τα περίφημα «πυρηνικά του Σαντάμ». Η προπαρασκευή του πολέμου είχε αρχίσει. Οι ανάγκες χρηματοδότησης του πολέμου, που ξέσπασε τον επόμενο χρόνο και διήρκεσε πολύ περισσότερο από το αναμενόμενο, έβαλαν μπροστά τις μηχανές στα νομισματοκοπεία της Fed. Και φθάσαμε ως το «τρελό» καλοκαίρι του 2008, όταν το πετρέλαιο είχε αγγίξει τα 150 δολάρια το βαρέλι και το ευρώ τα 1,60 δολάρια.

Η κατάρρευση της Lehman Βrothers στις 15 Σεπτεμβρίου εκείνου του χρόνου σήμανε το τέλος του πάρτι. Το μοντέλο του υπερδανεισμού δεν εξυπηρετούσε πλέον. Οι ΗΠΑ έχουν βυθιστεί στα χρέη. Και οι ανάγκες επιβάλλουν τώρα την εξυπηρέτηση των χρεών, ιδιωτικών και δημοσίων. Οι φοβίες ορισμένων περί αμφισβήτησης του δολαρίου ως βασικού αποθεματικού νομίσματος ή περί κατάρρευσης της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης, λόγω του ισχυρού ευρώ, αποδεικνύονται απολύτως αβάσιμες- διαφορετικά οι Κινέζοι δεν θα κατείχαν αμερικανικά ομόλογα 1 τρισ. δολαρίων ούτε η Γερμανία θα εμφάνιζε διογκούμενο εμπορικό πλεόνασμα! Απλώς φαίνεται πως ήρθε η ώρα να διαπιστώσουν αίφνης οι εκ πεποιθήσεως «αμερικανόστροφες» αγορές ότι υπάρχουν… πολλά δολάρια για αγορά και πολλά ευρώ για πούλημα. Και εν πάση περιπτώσει, σε άλλα κέντρα εξουσίας, εκτός ευρωπαϊκής επικράτειας, συμβαίνουν ενίοτε «σημεία και τέρατα».