Στον ρόλο του Νιζάμ, δόλιου θείου του Ντάσταν, βρίσκουμε τον σπουδαίο και πολυβραβευμένο βρετανό ηθοποιό σερ Μπεν Κίνγκσλεϊ, βραβευμένο με Οσκαρ για την ταινία «Γκάντι». Λιλιπούτειος και άκρως γοητευτικός, ο σερ Μπεν ήταν ιδιαίτερα ευχάριστος την ημέρα της συνάντησής μας μιλώντας από την ικανότητά του στα… υδραυλικά ως τη λατρεία του στον Σαίξπηρ.

– Αν είχατε ένα μαγικό ξίφος σαν αυτό στο «Ρrince of Ρersia» τι θα αλλάζατε από το παρελθόν σας;

«Επειδή τα χέρια μου “πιάνουν”, στον ελεύθερο χρόνο μου ασχολούμαι συνέχεια με τα κατσαβίδια, τις βίδες, τα σφυριά και τα καρφιά. Εχω γλιτώσει λίρες και λίρες με το να επιδιορθώνω μονάχος μου πράγματα και να κάνω τον υδραυλικό. Αλλά ακριβώς επειδή έχω αυτό το χάρισμα, καταντά κουραστικό. Θα ήθελα λοιπόν, αν ήταν να γυρίσει ο χρόνος πίσω, να μην έχω αυτή την ικανότητα. Να μην μπορώ να πιάσω τίποτε! Αν θέλετε τη γνώμη μου όμως, δεν μπορείς να ζητάς αλλαγές από το παρελθόν σου. Λες καμιά φορά “αν δεν είχα χάσει αυτό το τρένο θα είχα… ” Οχι. Γιατί ακριβώς επειδή έχασες το τρένο, είχες την ευκαιρία να γνωρίσεις τον τάδε ή τον δείνα, να κάνεις εκείνο ή το άλλο και πάει λέγοντας… Πιστεύω φανατικά στη δύναμη του τυχαίου».

– Είχατε ποτέ κάποια τέτοιου τύπου εμπειρία; «Περίπου. Πριν από χρόνια, η σύζυγος του συγγραφέα Αντρέ Ντούμπου του Γ΄ μού έστειλε το χειρόγραφο του μυθιστορήματός του “Σπίτι από άμμο και ομίχλη” λέγοντας ότι ο σύζυγός της είχε βασίσει πάνω μου τον Μπεχράνι, τον κεντρικό ήρωα της ιστορίας. Μου ζήτησε την έγκρισή μου και φυσικά δεν είχα κανένα πρόβλημα. Λίγο καιρό αργότερα, ένας ρώσος σκηνοθέτης ονόματι Βαντίμ Πέρελμαν βρέθηκε σε κάποιο αεροδρόμιο έχοντας χάσει το αεροπλάνο. Περιμένοντας το επόμενο θέλησε να διαβάσει κάτι. Και τι πήρε; Το “Σπίτι από άμμο και ομίχλη”, το οποίο είχα ήδη διαβάσει ως χειρόγραφο προτού καν εκδοθεί.

Ο Πέρελμαν, χωρίς να ξέρει την επικοινωνία μου με τη σύζυγο του Ντούμπου, μου τηλεφώνησε και μου είπε ότι σκόπευε να σκηνοθετήσει το “Σπίτι από άμμο και ομίχλη” και ότι με ήθελε παθιασμένα για τον ρόλο του Μπεχράνι. “Γνωρίζετε το βιβλίο; ” με ρώτησε. “Οχι μόνον το γνωρίζω”, του απάντησα, “αλλά γνωρίζω και γιατί με θέλετε για τον ρόλο” (που τελικά χάρισε στον Κίνγκσλεϊ μία ακόμη υποψηφιότητα για Οσκαρ). Αν τώρα αλλάξετε έστω και έναν κρίκο από αυτή την αλυσίδα, όλα θα καταρρεύσουν».

– Φαίνεται να έχετε φιλοσοφήσει αρκετά το ζήτημα του τυχαίου…Κάποιο άλλο φιλοσοφικό ερώτημα που σας απασχολεί;

«Πολλά. Το σημαντικότερο- και αν συναντήσω ποτέ τη Δύναμη που μας κινεί θα τη ρωτήσω- είναι: Μας ωθεί το παρελθόν μας ή μας τραβά το μέλλον μας; Υπάρχει μια διακριτική μεν αλλά τεράστια διαφορά ανάμεσα στα δύο».

– Ως ηθοποιός σας αρέσει το ξαφνικό,το τυχαίο,ακόμη και πάνω στην ίδια τη δουλειά σας;

«Μια ξαφνική αλλαγή, που εντελώς τυχαία έκανε μέ σα σε μια νύχτα ο Στίβεν Σπίλμπεργκ στο σενάριο της “Λίστας του Σίντλερ”, είχε ως αποτέλεσμα μία από τις καλύτερες στιγμές μου σε εκείνη την ταινία. Την προηγουμένη του γυρίσματος με κάλεσε στο δωμάτιό του και με ρώτησε αν θα με πείραζε να πω μια φράση που είχε προσθέσει. Αυτή η φράση, μόλις πέντε λέξεις, ήταν η πεμπτουσία της εβραϊκής ειρωνείας, του εβραϊκού χιούμορ. Και ήταν απαραίτητο να ειπωθεί ακόμη και σε μια ταινία τόσο βαριά, όπως η “Λίστα του Σίντλερ”».

– Ποια ήταν η φράση; «Σε μια σκηνή της ταινίας προσλαμβάνω έναν εβραίο που έχει μόνο ένα χέρι. Και ο αγαπητός Λίαμ, ο Σίντλερ στην ταινία, γυρνά και μου λέει έκπληκτος: “Μα έχει μόνο ένα χέρι!”. Κι εγώ του απαντώ: “Αλήθεια; Εχει μόνο ένα χέρι;”».

– Τι χρειάζεται να έχει ένας ρόλος για να τον αναλάβετε; «Θα πρέπει κάπου στον ρόλο να αναγνωρίσω μια ανθρώπινη συμπεριφορά. Οπως συμβαίνει όταν κοιτάζεις ένα πορτρέτο. Θα πρέπει να το κατανοήσεις. Πρέπει λοιπόν να βρω ένα μυστικό μονοπάτι ανάμεσα σε μένα και στον ήρωα που θα υποδυθώ. Αν μέσα στο κεφάλι μου ακούσω τον εαυτό μου να ψιθυρίζει “ξέρω το μυστικό σου” στον ήρωα που πρόκειται να αναλάβω, ξέρω ότι θα τον αναλάβω».

– Τι βρήκατε στον Νιζάμ του «Ρrince of Ρersia»; «Εδώ όλα ήταν ξεκάθαρα από την αρχή και με βοήθησε η εμπειρία μου από τα έργα του Σαίξπηρ όπου είχα την τύχη να υποδυθώ τεράστιους ήρωες, όπως ο Ριχάρδος ο Γ΄ ή ο Ιάγος στον “Οθέλλο”· άνδρες που λειτουργούν από ζήλια, φθόνο, μετάνοια και πόνο. Ολα αυτά είναι ο αέρας που αναπνέουν, το φαγητό τους, τα κύτταρα στο σώμα τους: “Αχ να ΄ρθει εκείνη η μέρα που θα πάρω το αίμα μου πίσω”. Ο Νιζάμ δεν διαφέρει. Εσωσε τη ζωή του αδελφού του όταν ήταν παιδιά και ποτέ δεν έγινε ο ίδιος βασιλιάς. Είναι κυριευμένος από μίσος». – Ο Νιζάμ δεν είναι Ιάγος βέβαια,ούτε Ριχάρδος Γ΄,αλλά ο ήρωας μιας ψυχαγωγικής περιπέτειας.Τον αντιμετωπίσατε το ίδιο;

«Δεν θα μπορούσα να κάνω διαφορετικά. Δουλειά μου είναι να δίνω ζωή σε ρόλους ανεξάρτητα από το πόσο σπουδαίοι ή μη σπουδαίοι είναι. Θα πρέπει να μάθω να αναπνέω μαζί τους. Θα πρέπει να τους πιστέψω. Ειδάλλως το αποτέλεσμα θα είναι ψεύτικο».

– Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στην ερμηνεία ενός ηθοποιού που παίζει ανάμεσα σε χιλιάδες κομπάρσους,όπως παίξατε στον «Γκάντι»,και του ίδιου ηθοποιού που παίζει μόνος μέσα σε ένα δωμάτιο αφού όλα τα υπόλοιπα της σκηνής θα προστεθούν αργότερα με την ψηφιακή τεχνολογία;

«Με κάνετε και νοσταλγώ. Κάποτε είχαμε αληθινούς ανθρώπους στο σετ. Από σάρκα και οστά. Σήμερα; Η ψηφιακή τεχνολογία, αυτό το καταραμένο CGΙ, μας τα έχει πάρει όλα. Το νιώθω στο σώμα μου. Εχω αλλάξει ως ηθοποιός. Παίζοντας τον Γκάντι περπατούσα σε μια πλατφόρμα και έβλεπα 50.000 ανθρώπους να με κοιτάζουν. Δεν χρειαζόταν να κάνω τίποτε παρά να τρέμω από αληθινή συγκίνηση. Πώς να νιώσεις έτσι όταν σου ζητούν να κάνεις το ίδιο χωρίς ψυχή γύρω σου; Είναι σαν να παίζεις “Ρωμαίο και Ιουλιέτα”, να είσαι ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα να είναι ψηφιακή. Γίνεται; Ενας από τους ρόλους που ελπίζω να κερδίσω στο μέλλον είναι ενός βρετανού ναυάρχου. Ειλικρινά δεν ξέρω αν θα δεχθώ τον ρόλο αν μου πουν ότι το πλήρωμά μου θα είναι ψηφιακό. Είμαι του θεάτρου. Χρειάζομαι σάρκα και αίμα γύρω μου».

Η ταινία «Τhe prince of Ρersia» θα προβάλλεται στις αίθουσες από την Πέμπτη 20 Μαΐου