ΑΓΚΥΡΑ, O Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που φιλοξενούμε από χθες στην Αθήνα είναι μια προσωπικότητα. Ακόμη και όταν μιλάει τουρκικά, μια γλώσσα που σου είναι άγνωστη, καταλαβαίνεις ότι πιστεύει σε αυτό που σου λέει και ο μεταφραστής σού μεταδίδει. Σταθερός ο ρυθμός του λόγου του, φωτίζεται το πρόσωπό του καθώς σου εξηγεί ότι «οι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις» που παίρνει η κυβέρνησή του μπορεί να έχουν σχέση με την πορεία της Τουρκίας προς την ΕΕ αλλά γίνονται «με γνώμονα πρωτίστως το ενδιαφέρον για βελτίωση του επιπέδου ζωής του τουρκικού λαού». Ακούγοντάς τον την παραμονή της επίσκεψής του στην Αθήνα στο σαλόνι του πρωθυπουργικού μεγάρου της Αγκυρας να μιλάει, αντιλαμβάνεσαι- έστω κι αν δεν ξέρεις τη γλώσσα του- ότι σου λέει κάτι σημαντικό: τα μάτια του στυλώνονται πάνω σου, η ματιά του είναι επίμονη και εύγλωττη. Και πραγματικά: «Πρέπει να διαλύσουμε την αμοιβαία δυσπιστία» είναι το μήνυμά του που σου μεταφέρει ο μεταφραστής.

Θέλει να κλείσει το «πρόβλημα με την Ελλάδα». Το λέει ο ίδιος με τον τρόπο του, το λέγουν οι σύμβουλοί του πιο εκφραστικά, το υπογραμμίζουν σε κάθε ευκαιρία τούρκοι αξιωματούχοι σε διπλωμάτες, επιχειρηματίες και δημοσιογράφους. Και όχι μόνο σε Ελληνες. Καθώς παρακολουθώ τον ρυθμό της παρατεταμένης απάντησης που δίνει σε μια ερώτηση θυμάμαι ότι μιλώντας στην Ουάσιγκτον πριν από αρκετούς μήνες έστειλε και στον Λευκό Οίκο το μήνυμα ότι θα επιδιώξει να κλείσει την «τρύπα» στα δυτικά της χώρας του, καθώς οικοδομεί «γερές γέφυρες συνεργασίας» με τον μουσουλμανικό γειτονικό του κόσμο και τη Ρωσία. Η 14ωρη καθημερινή εργασία του, η συνεχής μάχη του με το παλιό «βαθύ κατεστημένο», τα ταξίδια του στον «κόσμο της αναδυόμενης αγοράς»- μετά την Αθήνα έχει να επισκεφθεί μέσα στον μήνα το Αζερμπαϊτζάν, τη Βενεζουέλα και τρεις ακόμη χώρες- έχουν αφήσει ίχνη στο πρόσωπό του. «Απασχολείται με την επίσκεψη στην Αθήνα εδώ και πολύ καιρό» με διαβεβαιώνει πρόσωπο της ακολουθίας του, σπεύδοντας να προσθέσει ότι «δεν θα έχει δυστυχώς τον χρόνο να τη γνωρίσει».

Από τα πρώτα λεπτά μιας συνάντησης μαζί του αντιλαμβάνεσαι ότι ο άνθρωπος αυτός, όσες αδυναμίες κι αν έχει, προχωρεί στον δρόμο που θα τον ανακηρύξει ένα είδος Κεμάλ της σύγχρονης, προοδευτικής εποχής όχι μόνο στη χώρα του αλλά και στον ευρύτερο μουσουλμανικό χώρο. Αν στη δεκαετία του ΄50 ο Νάσερ της Αιγύπτου ήταν το ίνδαλμα και το πρότυπο για τον αραβόφωνο κόσμο, στα επόμενα χρόνια ο Ερντογάν θα είναι ίνδαλμα για όλη τη γειτονιά «του» από τη Μεσόγειο ως το Πακιστάν. Δεν είναι εύκολος ο δρόμος αυτός. Ρεαλιστής στο έπακρο και μεθοδικός δίνει «μάχη δημοκρατίας» στο εσωτερικό, μια μάχη που κατάφερε να τη διαμορφώσει σε (αναίμακτο) πόλεμο του «κράτους που έρχεται» με το «κράτος που (πρέπει) να φύγει». Για την ώρα είναι νικητής και πιστεύει ότι θα είναι και θριαμβευτής στο δημοψήφισμα της 12ης Σεπτεμβρίου, όταν ο τουρκικός λαός θα ψηφίσει αν δέχεται τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις που η κυβέρνηση Ερντογάν διατύπωσε.