Αν οι τίτλοι των μέσων ενημέρωσης αντανακλούν σωστά την ειδησεογραφία που «εκπέμπει» η κυβέρνηση, τα έργα και τα λόγια της τελευταίας κατατάσσονται σε τρεις βασικές κατηγορίες: Σε απτά μέτρα μισθολογικών και συνταξιοδοτικών περικοπών. Σε καθυστερήσεις και διχογνωμίες σε ό,τι σχετίζεται με ανάπτυξη. Και σε ακατάπαυστη «φυλακολογία» περί κολασμού διαφθοράς και φοροδιαφυγής.
Με την παραδοχή ότι οι περικοπές ήταν αναπόφευκτες (που είναι ίσως αναντίρρητη κατά το ότι έπρεπε να γίνουν οικονομίες, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με το αν ήταν σωστές οι συγκεκριμένες που έγιναν), είναι καιρός η κυβέρνηση να μεταβάλει το υπόλοιπο μείγμα λόγου και πράξεων. Τα απτά μέτρα θα ήταν, δηλαδή, καλό να επεκταθούν στον τομέα των αναπτυξιακών προγραμμάτων μεεν ανάγκη δυναμική- επίλυση των ενδοκυβερνητικών διαφωνιών. Τα πολλά λόγια θα ήταν ευχής έργον να πάψουν εντελώς, αλλά, μια που αυτό φαίνεται ασύμβατο με την πολιτική, θα ήταν καλό να στραφούν στην επισήμανση τού τι έγινε λάθος τα τελευταία χρόνια και στην τόνωση της αισιοδοξίας των πολιτών ότι, εάν θελήσουν να εργαστούν, η ανόρθωση είναι στο χέρι μας.
Οσο για τη διαφθορά, αντιλαμβάνεται μεν κανείς ότι η υπόσχεση διώξεων λειτουργεί από πολιτική άποψη κατευναστικά για την οργή του κόσμου, δεν είναι όμως ό,τι καλύτερο για να αναδείξει κανείς τα αίτια της ελληνικής υπερχρέωσης (τα κλοπιμαία ήταν, κατά τις εκτιμήσεις, μικρό κλάσμα των σπαταλημένων σε περιττούς μισθούς και επιδοτήσεις), ούτε για να προσελκύσει επενδύσεις, ούτε καν για να πείσει ότι έχει αληθινό σκοπό να μειώσει την κρατική σπατάλη. Από τα ρεπορτάζ για τους Ράμπο κατά της φοροδιαφυγής, λόγου χάριν, ο αναγνώστης συγκρατεί ότι το πρόγραμμα αρχίζει με διακόσιες προσλήψεις. Θα χρειαστεί, άρα, η σύλληψη- και η είσπραξη των φόρων (διότι η πρώτη δεν επάγεται οπωσδήποτε τη δεύτερη)- πεντακοσίων φοροφυγάδων ικανού διαμετρήματος ετησίως, για να καλυφθούν οι μισθοί και η ασφάλιση των διωκτών. Περαιτέρω, εάν τηρηθεί η δέσμευση για μία πρόσληψη ανά πέντε αποχωρήσεις στο Δημόσιο, οι διακόσιοι φορορομποκόπ θα χρειαστούν χίλιες αποχωρήσεις για να αντισταθμιστούν.
Και πρόκειται για μία μόνο περίπτωση. Σε άλλη «αναπτυξιακή» πρωτοβουλία, διαβάζει κανείς ότι προγραμματίζονται ενεργειακοί επιθεωρητές που θα μετρούν τα κτίρια και τους ημιυπαίθριους. Αναρωτιέται κανείς πόσοι εντοπισμοί… ημιυπαιθριοφυγάδων και πόσες ακόμη συνταξιοδοτήσεις θα χρειαστούν για να αντισταθμίσουν αυτό το ελεγκτικό κοστούμι, όπως μάλλον εύλογα διερωτάται πόσοι ανάλογοι χρειάζονται για να συντηρείται η Βουλή, που στοιχίζει «μόνο» 3,5 τοις χιλίοις επί του προϋπολογισμού. Βεβαίως και Βουλή χρειάζεται και Εφορία. Τείνουμε όμως μερικές φορές να ξεχνάμε πως αυτά δεν παράγουν πρωτογενές εισόδημα, ώστε το κόστος τους πρέπει να ζυγιάζεται, ιδίως σε εποχή που κόβονται οι μισθοί του κόσμου. Και, ακόμη, λησμονούμε πως ο πολίτης δεν μπορεί να ακούει συνεχώς για περικοπές και εισαγγελείς. Εχει άμεση ανάγκη να αρχίσει να ακούει για δουλειά.