Με μια καινοτόμο και οικονομική μεταλλική κατασκευή φιλοδοξούν να αλλάξουν το πρόσωπο του Σταθμού Λαρίσης τρεις απόφοιτες της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Οι νέες αρχιτεκτόνισσες κυρίες Τζίνα Αποστολοπούλου, Δανάη Δίου και Χάρις Σγουρίδου σχεδίασαν ένα εντυπωσιακό κέλυφος που «ντύνει» το ιστορικό κτίριο του σταθμού και αναβαθμίζει την ευρύτερη περιοχή, δημιουργώντας υπέργειες διαδρομές και έναν πολυχώρο που θα συνδυάζει αναψυχή, πολιτισμό και άλλες ήπιες χρήσεις. Το φιλόδοξο αρχιτεκτονικό σχέδιο δεν αποτελεί τίποτε άλλο παρά τη διπλωματική τους εργασία, η οποία αποδεικνύει ότι από τις πολυτεχνικές σχολές της χώρας μας αποφοιτούν (και) ανοιχτά μυαλά με πολύ καλές ιδέες.
Η όλη ιδέα «στοχεύει στην ενεργοποίηση του Σταθμού Λαρίσηςμε την επέκταση και δημιουργία ενός νέου κελύφους που θα μπορεί να σηματοδοτεί την είσοδο στην πόλη των Αθηνών». Με την πρόοδο της τεχνολογίας και την εξέλιξη των σιδηροδρόμων υπολογίζεται, διεθνώς τουλάχιστον, ότι το τρένο θα αποτελεί το μέσο μεταφοράς του μέλλοντος, με δεδομένα την ταχύτητα που θα έχει και τη φιλικότητα προς το περιβάλλον. «Η αύξηση του αριθμού των επιβατών συνεπάγεται και την ανάγκη περισσότερων υπηρεσιών, άρα και χώρου, ώστε να μπορούν να εξυπηρετηθούν όλοι οι χρήστες» σημειώνουν οι απόφοιτες της Αρχιτεκτονικής.
Οπως αναφέρεται, στόχος τους ήταν «να επιτυγχάνεται και η συρραφή της ανατολικής και δυτικής γειτονιάς, αφού η υπάρχουσα χάραξη των σιδηροδρομικών γραμμών και η έλλειψη περασμάτων δημιουργούν ένα ισχυρό όριο ανάμεσα στις δύο πλευρές». Η αρχιτεκτονική ομάδα, αφού μελέτησε τις χρήσεις γης στην περιοχή και το βεβαρημένο και διόλου βιώσιμο δομημένο περιβάλλον της, κατέληξε στο μοντέλο ενός σταθμού που θα αποτελείται από δύο συστήματα: «Το πρώτο είναι γραμμικό και περιλαμβάνει τις αποβάθρες,τις γραμμές και το παλαιό κτίριο του Σταθμού Λαρίσης,ενώ το δεύτερο έρχεται και τοποθετείται ένα επίπεδο επάνω από το πρώτο και περιλαμβάνει το νέο κτίριο και τις λωρίδεςπεριπάτους.Το δεύτερο σύστημα είναι πιο ελεύθερο και πιο ροϊκό σε σχέση με το πρώτο,έτσι ώστε οι λωρίδες-περίπατοι να αποτελούν συνέχεια του αστικού ιστού» αναφέρουν οι τρεις αρχιτέκτονες.
Το νέο κτίριο τοποθετείται σε τέτοιο σημείο που να παίζει τον ρόλο γέφυρας μεταξύ των δυο πλευρών, μια και οι λειτουργίες που στεγάζει δεν απευθύνονται μόνο στους επιβάτες, αλλά και στους κατοίκους της περιοχής, επαναπροσδιορίζοντας έτσι την έννοια του δημόσιου χώρου. Για να επιτευχθεί αυτή η ανάμειξη των χρηστών και να λειτουργεί ο σταθμός όλο το 24ωρο, οι κύριες χρήσεις εμπλουτίζονται με χώρους εστίασης και καταστήματα. «Εμπλουτίζονται επίσης και με άλλες περιοδικές χρήσεις, όπως πολιτιστικά δρώμενα,video art,χώρους εκδηλώσεων και μαθημάτων για μετανάστες,οι οποίες διαμορφώνονται ανάλογα, ώστε ο σταθμός να αλλάζει εικόνα συνέχεια και η χρήση του να είναι ένα ξεχωριστό βίωμα για τους καθημερινούς επισκέπτες» τονίζεται στην έρευνά τους.
Η πρόταση εντάσσεται απόλυτα στο περιβάλλον της περιοχής και σέβεται την έννοια της γειτονιάς. «Το συνολικό ύψος του κτιρίου που προτείνεται δεν ξεπερνά τα γειτονικά των οδών Κωνσταντινουπόλεως και Δεληγιάννη,ενώ η δενδροφύτευση στη δυτική πλευρά φιλτράρει τον θόρυβο του σταθμού προστατεύοντας τη γειτονιά» καταλήγει η πρόταση των τριών ταλαντούχων αρχιτεκτόνων.
«Πρόκειται για μια μεταλλική ελαφριά κατασκευή.Το κόστος δεν είναι υψηλό, καθώς στη μελέτη υπάρχει ελάχιστο μπετόν. Η λύση που δίνουμε είναι απλή και οικονομική. Πρακτικά, όμως, αν καλούμασταν να το κατασκευάσουμε, θα φτάναμε σε ένα δυσάρεστο εμπόδιο:στο ότι στη χώρα μας δεν υπάρχει τεχνογνωσία για τέτοιες μεταλλικές κατασκευές. Θεωρητικά, πάντως, μπορεί να γίνει πολύ γρήγορα και οικονομικά» αναφέρει η κυρία Δίου.
«Η Βαρκελώνη είναι το παράδειγμα»
Οι τρεις αρχιτεκτόνισσες αποφοίτησαν πρόσφατα από το ΕΜΠ και είναι όλες τους 24 ετών. Ηδη οι κυρίες Αποστολοπούλου και Σγουρίδου εργάζονται σε τεχνικά γραφεία, ενώ η κυρία Δίου δουλεύει προς στιγμήν κατ΄ αποκοπήν. «Αυτό που δεν μου αρέσει στην Αθήνα είναι οι απρόσωπες ανθρώπινες σχέσεις που δημιουργούνται στην πόλη» σημειώνει η κυρία Σγουρίδου. «Απεχθάνομαι την αναρχία που επικρατεί στις οικοδομές και δεν με ικανοποιεί καθόλου το επίπεδο του δημόσιου χώρου. Είναι τόσο απρόσωπος, δεν είναι ενοποιημένος και είναι εσφαλμένος ο τρόπος με τον οποίον χρησιμοποιείται» σημειώνει. Εάν διέθεταν το «μαγικό» πολεοδομικό ραβδί, θα επέλεγαν τη μέθοδο… Ασεμπίγιο. «Θα θέλαμε περισσότερα πάρκα, περισσότερο δημόσιο χώρο και διαφορετικές χρήσεις απ΄ ό,τι σήμερα. Με περισσότερη ζωή και περισσότερο κόσμο, προερχόμενο από όλες τις ηλικίες. Να υπάρχουν πλατείες με χρήσεις, ζωή και δραστηριότητες όλο το 24ωρο» σημειώνουν, υπογραμμίζοντας όλα όσα έγιναν στη Βαρκελώνη και δεν δοκιμάστηκαν ποτέ στη χώρα μας.
Συνολική αναβάθμιση
Το φιλόδοξο σχέδιο προέκυψε τυχαία για τις τρεις κοπέλες. «Επισκεφθήκαμε τον σταθμό και διαπιστώσαμε σωρεία προβλημάτων. Για να περάσουμε απέναντι έπρεπε να διασχίσουμε επικίνδυνες πεζογέφυρες. Είδαμε τον σταθμό ως εργαλείο αναβάθμισης ολόκληρης της περιοχής. Ούτως ή άλλως, γνωρίζουμε ότι στο εξωτερικό δαπανώνται δισεκατομμύρια για τον σιδηρόδρομο» σημειώνει η κυρία Δίου. «Η ιδέα αποτελείουσιαστικάμοχλό αναβάθμισης της περιοχής.Δίνουμε λύση σε μια προβληματική ζώνη της πόλης, πραγματοποιούμε μια εξυγίανση με την καλή έννοια, ενώ κάποιοι θα μπορούσαν να πουν ότι δημιουργείται και υπεραξία στην τιμή της γης» σημειώνει.