ΑΥΤΟΣ ο αναθεματισμένος βήχας που την είχε πιάσει πριν από τον τελευταίο τελικό με τον Ολυμπιακό δεν έλεγε να την αφήσει, αλλά η
Ρούξι Ντουμιτρέσκου τον ξεπερνούσε για να εκφράσει τη θερμή αγάπη της για τον Παναθηναϊκό. Αλλωστε η ασθένειά της αποδείχθηκε
για άλλη μία φορά γούρικη, αφού «κάθε χρόνο στον τελευταίο τελικό έχω πυρετό. Με το που αρρώστησα το βράδυ πριν από το παιχνίδι με τον Ολυμπιακό στου Ρέντη είπα “εντάξει, τελειώσαμε, κερδίσαμε”». Από την περασμένη Τετάρτη η γεννημένη το 1977 στη Ρουμανία βολεϊμπολίστρια, η οποία το 2004 πήρε την ελληνική υπηκοότητα και αγωνίστηκε
στην Εθνική Ελλάδας, έριξε τους τίτλους τέλους στην καριέρα της και δέχθηκε να ανοίξει την καρδιά της στο «Βήμα» και να μιλήσει για όλα:Για την καριέρα της στην Ελλάδα, που την επέλεξε «κατά λάθος». «Ηρθα για τρεις μέρες για να προπονηθώ στα Βριλήσια και έμεινα ήδη 13 χρόνια,και θα περάσουν ακόμη περισσότερα». Για τον Παναθηναϊκό,στον
οποίο αγωνίζεται από το 2003 και κατέκτησε έξι σερί τίτλους βοηθώντας σε ένα ρεκόρ στην ιστορία του βόλεϊ γυναικών. Για τα λάθη της, όπως το περιβόητο «ΤΣΟ και ΛΟ» που της στοίχισε, όπως και στις συμπαίκτριές της, την τιμωρία.Αλλά και για τον άνθρωπό της,τον δις ασημένιο ολυμπιονίκη του τάε κβον ντο Αλέξανδρο Νικολαΐδη.

– Πού οφείλεται η απόφασή σου να αποχωρήσεις;

«Είχα πει ότι όταν σταματήσω θέλω να φύγω με το κεφάλι ψηλά. Θέλω να με θυμούνται έστω και δύο Παναθηναϊκοί – δεν θέλω παραπάνω- σαν καλή παίκτρια. Εξάλλου έχω φτάσει στα 33 μου. Μέχρι και εφέτος ήταν η καλύτερη η ηλικία για να προσφέρω στον Παναθηναϊκό. Την καριέρα μου την κλείνω στον Παναθηναϊκό. Δεν θέλω να παίξω σε άλλη ομάδα. Και αν μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω, θα ερχόμουν πιο νωρίς στον Παναθηναϊκό».

Εχεις πεις ότι είναι προδοσία να φορέσεις φανέλα άλλης ομάδας.

«Θεωρώ προδοσία να φύγεις από τον Παναθηναϊκό και να πας στον Ολυμπιακό, γιατί υπάρχει αυτή η κόντρα των δύο σωματείων. Αυτό μου το έχει περάσει ο κόσμος του Παναθηναϊκού. Αυτοί με έκαναν Παναθηναϊκό και εγώ εκδηλώνομαι έτσι. Με έχουν κατηγορήσει πολλοί ότι μιλάω σαν οπαδός και δεν θα έπρεπε να το κάνω γιατί είμαι αθλήτρια. Το κάνω όμως αυτό γιατί έτσι το νιώθω».

Ο Ολυμπιακός είναι τελικά για σένα ένας αντίπαλος που χαίρεσαι να τον κερδίζεις ή ένας αντίπαλος που πρέπει να κερδίσεις για να κατακτήσεις τίτλους;

«Ο Ολυμπιακός είναι μια ομάδα, όπως οι άλλες του πρωταθλήματος, που πρέπει να κερδίσουμε για να κατακτήσουμε τους στόχους. Βέβαια υπάρχει και το θέμα του γοήτρου. Δεν μισώ τον Ολυμπιακό αλλά παίζω με ακόμη μεγαλύτερο πάθος σ΄ αυτά τα παιχνίδια γιατί ξέρω ότι για τον κόσμο μας οι νίκες επί του Ολυμπιακού είναι πολύ πιο σημαντικές».

– Αισθάνεσαι ότι έχεις γίνει σημαία του Παναθηναϊκού;

«Η σημαία του Παναθηναϊκού είναι μία και έχει πάνω της το Τριφύλλι. Εμείς οι αθλητές είμαστε περαστικοί από τον Παναθηναϊκό, τον Ολυμπιακό και την κάθε ομάδα».

– Καταφέρατε να κατακτήσετε έξι σερί τίτλους,κάτι πρωτοφανές στην Α1 γυναικών.Ποιο είναι το δικό σου μερίδιο προσφοράς;

«Για το δικό μου μερίδιο ας κρίνουν άλλοι. Θεωρώ ότι για τον ΠΑΟ είναι λίγα αυτά που έχουμε δώσει. Φεύγω από το βόλεϊ χωρίς απωθημένο. Τα κατάφερα καλύτερα από ό,τι φανταζόμουν γιατί δεν ήμουν από τις παίκτριες που μπορούν να φθάσουν σε τελικό Τσάμπιονς Λιγκ και να το πάρουν ή σε τελικό Παγκοσμίου Πρωταθλήματος ή Ολυμπιακών Αγώνων. Κατάφερα όμως να πετύχω αυτό που μπορούσα. Είχα βέβαια και τρομερές συμπαίκτριες, όπως η Φερνάντεζ, η Τσότσκο, η Μόλναρ. Ο Παναθηναϊκός είχε την υπομονή να δημιουργήσει την ομάδα που θα έφθανε σε αυτούς τους τίτλους. Δεν κατηγόρησε κανένας καμία παίκτρια επειδή χάσαμε έναν τίτλο. Η ομάδα χτίστηκε σιγά σιγά. Το 2003, όταν ήρθα στον Παναθηναϊκό, υπήρχαν μεγάλες παίκτριες, όπως οι Νίκη Γκαραγκούνη, Πραγκαλούδη, Σάκουλα, Γιαλένιου, Φραγκιαδάκη αλλά δεν καταφέραμε τίποτε. Την επόμενη χρονιά όμως πήραμε νταμπλ. Χρειάζεται επιμονή και να στοχεύεις ψηλά».

– Εχεις πει ότι ο Παναθηναϊκός έχει απίστευτη χημεία.Τι είναι αυτό που δημιουργεί τη χημεία σε μια ομάδα; « Δεν έχω ιδέα. Δεν ξέρω πώς ταιριάξαμε όλες. Ισως γιατί αγωνιζόμασταν σε έναν μεγάλο σύλλογο. Και στα Βριλήσια σεβόμασταν τον σύλλογο αλλά δεν υπήρχε αυτός ο τεράστιος σεβασμός όπως απέναντι στον Παναθηναϊκό. Εδώ νιώθεις πολύ μικρή απέναντι σε αυτό το σωματείο για να δημιουργήσεις κάποιο πρόβλημα ή να δώσεις λιγότερα από αυτά που πρέπει. Η φανέλα του ΠΑΟ είναι βαριά και σε υποχρεώνει να τη σέβεσαι».

– Τι χτίζει τον χαρακτήρα μιας ομάδας;

«Να ξέρεις να κερδίζεις αλλά και να ξέρεις να χάνεις».

– Ο εφετινός τίτλος φαίνεται να ήρθε εύκολα. Στον τελικό κερδίσατε και τα τρία παιχνίδια.

«Δεν ήταν εύκολος γιατί για πρώτη φορά ξεκινήσαμε με μειονέκτημα έδρας απέναντι στον Ολυμπιακό».

– Εχεις πεις ότι μετάνιωσες για την περίφημη υπόθεση του «ΤΣΟ και ΛΟ». Γιατί; Επειδή πρόσβαλες τον αντίπαλο ή επειδή τιμωρηθήκατε; «Ηταν ένα τεράστιο λάθος. Πρώτα απ΄ όλα προσβάλαμε τους εαυτούς μας. Χτίζεις με κόπο μια καριέρα επί χρόνια και μπορεί να την καταστρέψεις σε μία ημέρα. Αναλαμβάνω την ευθύνη γιατί ήμουν αρχηγός. Παρασύρθηκα και το έκανα, αν και δεν ξέραμε τι ακριβώς σημαίνει το “ΤΣΟ και ΛΟ” (σ.σ.: υβριστικό σύνθημα των οπαδών). Δεν το είχα ακούσει στο γήπεδο. Πάνω στην τρέλα μας που πήραμε το πρωτάθλημα νικώντας τον Ολυμπιακό, φορέσαμε τα φανελάκια που έγραφαν το σύνθημα».

Λένε ότι οι γυναίκες είναι απρόβλεπτες και εμφανίζουν πολλές μεταπτώσεις στον αθλητισμό αλλά εσείς δείξατε μια πρωτοφανή σταθερότητα με το σερί των έξι τίτλων. «Δεν συμφωνώ ότι εμφανίζουμε σταθερότητα. Μόνο εμείς ξέρουμε τι σκαμπανεβάσματα έχουμε όχι μόνο στους αγώνες αλλά και στις προπονήσεις.

Κάνεις μια κοιλιά και αρχίζεις να αμφισβητείς τα πάντα. Αρχίζεις να αναρωτιέσαι και να λες “μήπως δεν είμαι τόσο καλή όσο νόμιζα;”. Εχουμε ανασφάλειες. Από την άλλη, εμφανίσαμε αυτή τη σταθερότητα γιατί είμαστε πεισματάρες. Και αυτό οφείλεται και στον προπονητή αλλά και στον έφορο του τμήματος, τον κ. Βασίλη Πιστιόλη, που μας στήριζε».

– Ποιοι άνθρωποι σημάδεψαν την καριέρα σου;

«Σίγουρα ο κ. Πιστιόλης, ο άνθρωπος με τον οποίο έκανα την πρώτη κουβέντα μου όταν ήρθα στον Παναθηναϊκό και έκανα και την τελευταία τώρα που έφυγα. Επειτα είναι οι κκ. Θανάσης και Παύλος Γιαννακόπουλος. Δεν υπάρχουν λόγια για να χαρακτηρίσω τον κ. Θανάση. Ο,τι κάνει το κάνει από την αγάπη του για τον Παναθηναϊκό, χωρίς να έχει καμία υποχρέωση. Ο προπονητής μας, ο κ. Τάκης Φλώρος, που έχει τεράστια εμπειρία και απίστευτη ηρεμία. Δεν μπορώ να καταλάβω πώς τα καταφέρνει με τόσες γυναίκες… Πού βρίσκει τέτοια υπομονή; Δεν ξέρω αν θα φθάναμε σε τόσες επιτυχίες αν δεν υπήρχε αυτός ο άνθρωπος».

Τι ζηλεύεις από τους μπασκετμπολίστες του Παναθηναϊκού;

« Ζηλεύω τα ευρωπαϊκά τρόπαια που έχουν κατακτήσει. Την έδρα τους, το ΟΑΚΑ, όπου παίζουν μπροστά σε 8.000-10.000 Παναθηναϊκούς. Εχουμε μάθει από αυτούς πώς να κάνουμε τον Ολυμπιακό να μας φοβάται πριν ακόμη ξεκινήσει το ματς. Ακόμη ζηλεύω το δέσιμο των παικτών με τον Ομπράντοβιτς, μια τεράστια προσωπικότητα του αθλητισμού».

«Εγώ, ο Αλέξανδρος και ο Φαν Μπάστεν»
-Λένε ότι το βόλεϊ γυναικών εκτός από άθλημα είναι και πασαρέλα,με τόσα ωραία κορίτσια.Το έχεις αισθανθείς αυτό;

«Στην αρχή όταν είχα πρωτοέρθει στον Παναθηναϊκό καθώς οι 8 στους 10 οπαδούς ήταν άνδρες ένιωθα κάπως αμήχανα γιατί δεν είναι και εύκολο να αγωνισθείς, ειδικά με τις τραγικές εμφανίσεις που φορούσαμε παλαιότερα, τα κορμάκια ή τα βρακάκια. Νιώθεις ότι ο άλλος δεν κοιτάει μόνο πώς παίζεις αλλά και άλλα πράγματα. Και είναι δύσκολο να καταφέρεις να τους κάνεις να κοιτάζουν και να χειροκροτούν μόνο για τον τρόπο που παίζεις. Θέλω να ευχαριστήσω τον κόσμο γιατί μας σεβάστηκε. Και με στολή αστροναύτη να παίζαμε, πάλι το ίδιο χειροκρότημα θα εισπράτταμε».

Εχει τύχει να σε φλερτάρουν οπαδοί;

«Ναι, κατά καιρούς έχει συμβεί και αυτό».

– Πάντα αγωνιζόσουν με το 9 στη φανέλα.Γιατί επέλεξες το συγκεκριμένο νούμερο;

«Το φοράω από μικρή γιατί το είχε ο αγαπημένος μου αθλητής, ο Μάρκο φαν Μπάστεν. Το είδωλό μου. Ενας ποδοσφαιριστής κλάσης. Τι να πεις για τον χαρακτήρα του; Στο Μουντιάλ όταν έχανε η Ολλανδία έκλαιγα τρεις ημέρες. Δεν πήγαινα σχολείο επειδή είχε χάσει η Ολλανδία».

– Η ζωή μετά το βόλεϊ για τη Ρούξι ποια είναι; «Εγώ ξεκίνησα το βόλεϊ από τα 6 μου, όταν πρωτοπήγα σχολείο. Τουλάχιστον για 25 χρόνια το βόλεϊ ήταν τρόπος ζωής για μένα. Η ζωή μου θα αλλάξει πάρα πολύ. Κάποια στιγμή θέλω να κάνω οικογένεια, δύο- τρία παιδιά».

– Αυτό μπορεί να γίνει και άμεσα,με δεδομένο ότι υπάρχει και η σχέση σου με τον Αλέξανδρο Νικολαΐδη;

«Ναι, γιατί όχι; Εχω βρει τον άνθρωπό μου. Κάτι καλύτερο από αυτό που έψαχνα χρόνια. Και μάλιστα σε έναν χώρο εκτός βόλεϊ, στο τάε κβον ντο. Ποιος θα το περίμενε… Ο Αλέξανδρος είναι ένας αθλητής που εγώ, το 2004 και το 2008 που δεν γνωριζόμασταν προσωπικά, τον θαύμαζα. Τον έβλεπα στην τηλεόραση και έλεγα “τι έχει κάνει αυτός ο άνθρωπος;”. Και κοίτα πώς τα έφερε η ζωή και είμαστε μαζί. Εχω βρει κάτι καλύτερο από αυτό που λέμε “το άλλο μου μισό”. Θα έκανα τα πάντα γι΄ αυτόν εκτός από το να αλλάξω ομάδα (σ.σ. ο ολυμπιονίκης του τάε κβον ντο είναι Αρης)».