Επανήλθε στα καταστροφολογικά σενάρια ο γνωστός καθηγητής Οικονομικών κ. Νουριέλ Ρουμπίνι. Σε συνέντευξή του στην ιταλική εφημερίδα «Ρεπούμπλικα», ο αμερικανός καθηγητής, ο οποίος υπήρξε από τους λίγους που είχαν προβλέψει τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007/2008, υποστήριξε ότι «δεν μπορεί να αποκλειστεί η κατάρρευση του ευρώ» εξαιτίας του κινδύνου που υπάρχει η ελληνική κρίση να μεταδοθεί στην υπόλοιπη Ευρώπη.

«Στο στάδιο αυτό, η κατάρρευση του ευρώ δεν μπορεί να αποκλειστεί. Το φαινόμενο της μετάδοσης είναι μια πραγματική πιθανότητα, και όχι μόνο για τις χώρες που κινδυνεύουν περισσότερο», δήλωσε στην ιταλική εφημερίδα κ. Ρουμπινί.

Σύμφωνα με τον καθηγητή του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης οι χώρες οι οποίες κινδυνεύουν περισσότερο να μεταδοθεί σ’ αυτές η κρίση είναι η Πορτογαλία, «μετά η Ιρλανδία και η Ισπανία και, σε μια λογική απόσταση, η Ιταλία».

Η Ιταλία, όπως προειδοποίησε, «πρέπει να προσέξει να μην σταματήσει»τις μεταρρυθμίσεις επειδή «εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες, από το χρέος της ως την έλλειψη ανταγωνιστικότητας».

Είναι ακόμη δυνατό να αποφευχθεί το χειρότερο, «όμως όχι με το σχέδιο διάσωσης» που έχει προβλεφθεί για την Ελλάδα, το οποίο είναι «καταδικασμένο να αποτύχει επειδή η υιοθέτηση ενός προγράμματος δημοσιονομικής λιτότητας με το έλλειμμα στο 10% του ΑΕΠ είναι μια αδύνατη αποστολή».

Ο κ. Ρουμπινί προτείνει συνεπώς «ένα σχέδιο Β: μια προκαταρκτική αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, ξεκινώντας από μια παράταση των προθεσμιών για προσφορά νέων ομολογιακών τίτλων σε αντάλλαγμα για υφιστάμενα δάνεια».

«Η υπόθεση αυτή δεν αρέσει στους πιστωτές, όμως πρέπει να πεισθούν, αλλιώς θα τα χάσουν πραγματικά όλα», λέει ο κ. Ρουμπινί. Στη συνέχεια θα πρέπει «στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες να πραγματοποιηθούν δομικές μεταρρυθμίσεις πιο βαθιές απ’ αυτές που προβλέπεται να γίνουν, οι
οποίες φαίνεται ότι περιορίζονται σε θυσίες για τα εισοδήματα (του ελληνικού λαού) και θα σαρωθούν από τις ταραχές».

Ο οικονομολόγος κρίνει επίσης απαραίτητη «τη δραστηριοποίηση των κοινοτικών θεσμών με μια πολιτική χαμηλών επιτοκίων από την πλευρά της ΕΚΤ, μια ταχεία μεταρρύθμιση των (ευρωπαϊκών) συνθηκών για να προσαρμοστούν στη σημερινή πραγματικότητα και μια επιπλέον προσπάθεια της Γερμανίας για να ενισχύσει τα προγράμματα τόνωσης της εσωτερικής ζήτησης και προώθησης της οικονομίας της που είναι η ατμομηχανή της Ευρώπης».