Το σκηνικό στην αίθουσα της «Μεγάλης Βρεταννίας» ήταν λιτό. Ενα παραλληλόγραμμο τραπέζι, στην κορυφή του οποίου κάθονταν οι απεσταλμένοι του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Και γύρω από αυτό, οι δημοσιογράφοι. Η οργάνωση πολύ προσεκτική, με συγκεκριμένη λίστα προσκεκλημένων. Και ο στόχος διπλός. Από τη μία πλευρά, να φανεί ότι τα μέτρα είναι «για το καλό του τόπου». Και από την άλλη, να καταδειχθεί ότι η τρόικα ΔΝΤ- Επιτροπή- ΕΚΤ δεν επέβαλε τα μέτρα.

O Πολ Τόμσεν, ο απεσταλμένος του ΔΝΤ, ήταν ο πλέον άνετος. Ισως το γεγονός ότι έχει στο παρελθόν χειριστεί ανάλογες καταστάσεις να τον βοηθούσε. Χωρίς γραβάτα, μίλησε σε πιο «πολιτικούς» τόνους για το πρόγραμμα που πρέπει να εφαρμόσει η ελληνική κυβέρνηση για να λάβει την οικονομική βοήθεια. Αντίθετα, ο Βέλγος Σέρβας ντε Ρόουζ, αναπληρωτής γενικός διευθυντής Οικονομικών Υποθέσεων, ήταν πολύ πιο σφιγμένος και πολύ πιο τεχνοκράτης τόσο στην ομιλία του όσο και στην εμφάνιση.

Οι δύο άνδρες έδωσαν μεγάλη έμφαση στη σημειολογία. Πρώτος μίλησε ο κ. Ντε Ρόουζ, προφανώς για να δείξει ότι την πρωτοκαθεδρία στο σχήμα έχει η ΕΕ. Και αναφέρθηκε στους τέσσερις πυλώνες του επώδυνου προγράμματος που πρέπει να εφαρμόσει η Αθήνα: δημοσιονομική προσαρμογή, χρηματοπιστωτική σταθερότητα, αποκατάσταση της αξιοπιστίας και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας.

Ωστόσο την είδηση την έβγαλε ο κ. Τόμσεν λέγοντας: «Εμείς δεν ζητήσαμε την κατάργηση του 13ου και του 14ου μισθού στον ιδιωτικό τομέα». Για να συμπληρώσει όμως αμέσως μετά ότι «με μια ύφεση που μόνο το 2010 θα φθάσει το-4%,θα πρέπει να θεωρείται βέβαιον ότι η μείωση των μισθών θα διαχυθεί από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα» . Σε ερώτηση του «Βήματος», ο κ. Τόμσεν επέμεινε ότι «δεν ετέθη ποτέ στο τραπέζι ζήτημα αναδιάρθρωσης του χρέους», αλλά ξεκαθάρισε ότι επιπλέον μέτρα, είτε νέα είτε διορθωτικά των σημερινών, φυσικά και θα ληφθούν εφόσον χρειαστεί.