Η σημαντική αποκλιμάκωση των διεθνών τιμών των καυσίμων καθώς και της ηλεκτρικής ενέργειας που αγοράζει η ΔΕΗ, η μεγάλη αύξηση της συμμετοχής των εγχώριων «φθηνών καυσίμων» (λιγνίτης, νερά, ΑΠΕ) στο ενεργειακό μείγμα και η μείωση της ζήτησης στις κατηγορίες πελατών με χαμηλά τιμολόγια, όπου η ΔΕΗ πουλάει με κοινωνικά κριτήρια, ήταν οι βασικοί παράγοντες που οδήγησαν στην εντυπωσιακή ανάκαμψη των κερδών της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού το 2009. Η επιχείρηση ανακοίνωσε κέρδη προ φόρων 993,1 εκατ. ευρώ, έναντι ζημιών 395,9 εκατ. ευρώ το 2008, ενώ τα μετά τους φόρους κέρδη διαμορφώθηκαν στα 693,3 εκατ. ευρώ, έναντι ζημιών 305,9 εκατ. ευρώ της προηγούμενης χρονιάς.

Σε ό,τι αφορά τον κύκλο εργασιών, έφθασε στα 6,03 δισ. ευρώ από 5,80 δισ. ευρώ το 2008, αυξημένος κατά 228,5 εκατ. ευρώ (3,9%). Η ΔΕΗ αναγνώρισε από τις αρχές του 2009 στον κύκλο εργασιών πρόσθετα έσοδα ύψους 168,9 εκατ. ευρώ που αφορούν προγράμματα συμμετοχής χρηστών του δικτύου ηλεκτροδότησης για τη σύνδεσή τους. Εξαιρουμένου του ποσού αυτού, η αύξηση του κύκλου εργασιών περιορίζεται σε 59,6 εκατ. ευρώ έναντι του 2008. Το 2009, το 28,2% των συνολικών εσόδων της εταιρείας δαπανήθηκε για υγρά καύσιμα, φυσικό αέριο, αγορές ενέργειας και δικαιώματα εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα, σημειώνοντας κάθετη πτώση σε σχέση με το αντίστοιχο μέγεθος για το 2008 που ήταν 53,2%.

Η σημαντική πτώση των τιμών των καυσίμων και η μειωμένη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο είχαν αποτέλεσμα οι δαπάνες για υγρά καύσιμα, φυσικό αέριο και αγορές ενέργειας να μειωθούν κατά 1,35 δισ. ευρώ (μείωση 46,2%).

Επιπλέον η απομείωση της αξίας των παγίων που επιβάρυνε τα αποτελέσματα της χρήσης 2009 είναι 138,7 εκατ. ευρώ.

Σε ό,τι αφορά τα κέρδη προ τόκων φόρων και αποσβέσεων (ΕΒΙΤDΑ) διαμορφώθηκαν σε 1,68 δισ. ευρώ έναντι 343,6 εκατ. το 2008, αυξημένα κατά 388,2%. Το περιθώριο ΕΒΙΤDΑ ανήλθε σε 27,8%, σε σύγκριση με 5,9% το 2008.

Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ κ. Α.Ζερβός δήλωσε, μεταξύ άλλων: «Τo 2009 ήταν μια χρονιά με πολύ καλές οικονομικές επιδόσεις σε σχέση με προηγούμενα χρόνια. Αυτό οφείλεται κυρίως στην αυξημένη συμμετοχή της υδροηλεκτρικής και λιγνιτικής παραγωγής στο ενεργειακό μείγμα και στην πολύ σημαντική μείωση των τιμών των καυσίμων και της αγοραζόμενης ενέργειας».