ΜΟΣΧΑ Στην καρδιά της ρωσικής πρωτεύουσας μετέφεραν χθες τον πόλεμο δύο «μαύρες χήρες» από την Τσετσενία. Οι γυναίκες καμικάζι πυροδότησαν τα εκρηκτικά με τα οποία ήταν ζωσμένες σκοτώνοντας τουλάχιστον 38 ανθρώπους και τραυματίζοντας δεκάδες νωρίς το πρωί, σε δύο σταθμούς του μετρό της Μόσχας.
Καμία οργάνωση δεν ανέλαβε αμέσως την ευθύνη, αλλά οι ρωσικές αρχές θεωρούν «εγκέφαλο» τον ηγέτη της οργάνωσης των τσετσένων τρομοκρατών «Εμιράτο του Καυκάσου» Ντόκου Ουμάροφ , ο οποίος είχε απειλήσει με επιθέσεις σε ρωσικές πόλεις. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν επέστρεψε εσπευσμένως από τη Σιβηρία στη Μόσχα και ορκίστηκε «να συντρίψει τους τρομοκράτες εχθρούς της Ρωσίας».
Η πρώτη έκρηξη έγινε στον πολυσύχναστο σταθμό Λουμπιάνκα, σε μικρή απόσταση από το αρχηγείο της ομοσπονδιακής υπηρεσίας ασφαλείας (FSΒ), διαδόχου της σοβιετικής ΚGΒ. Ηταν 07.56 το πρωί, ώρα αιχμής για χιλιάδες Μοσχοβίτες που πηγαίνουν στη δουλειά τους με το μετρό.
Σαράντα λεπτά αργότερα, δεύτερη έκρηξη συγκλόνισε ένα από τα μπροστινά βαγόνια του συρμού που περίμενε στην αποβάθρα του σταθμού Κουλτούρι Παρκ, απέναντι από το Γκόρκι Παρκ. Σύμφωνα με την Αστυνομία, δράστις ήταν μια «μελαχρινή γυναίκα» η οποία ήταν ζωσμένη με πλαστικά εκρηκτικά που αντιστοιχούσαν σε ισχύ με 1,5 κιλό δυναμίτιδας.
Επεκράτησε πανικός καθώς δεκάδες επιβάτες έτρεχαν στα τυφλά για να σωθούν, μέσα στους καπνούς.
«Ολοι άρχισαν να ουρλιάζουν. Στις πόρτες ο κόσμος ποδοπατήθηκε για να βγει έξω. Είδα μια γυναίκα με ένα παιδί στην αγκαλιά που εκλιπαρούσε να την αφήσουν να βγει από το βαγόνι, αλλά ήταν αδύνατον» είπε ο Βαλεντίν Ποπόφ, 19χρονος φοιτητής από τη Μόσχα.
Φωτογράφοι του πρακτορείου Reuters είδαν άνδρες των σωστικών συνεργείων να μεταφέρουν νεκρούς με φορεία, και από τους δύο σταθμούς. Κάποιοι τραυματίες μεταφέρθηκαν με ελικόπτερα σε νοσοκομεία, γιατί η Αστυνομία έκλεισε όλους τους δρόμους στο κέντρο της Μόσχας.
Η χθεσινή ήταν η πλέον πολύνεκρη επίθεση στη Μόσχα από τον Φεβρουάριο του 2004, όταν καμικάζι είχε σκοτώσει 42 ανθρώπους σε άλλον σταθμό του μετρό. Οι ρωσικές αρχές είχαν κατηγορήσει τους Τσετσένους και για εκείνη την επίθεση.
Σύμφωνα με τις ρωσικές αρχές, τα διαμελισμένα πτώματα των γυναικών καμικάζι εντοπίστηκαν στο σημείο των εκρήξεων. Δεν είναι η πρώτη φορά που οι λεγόμενες «μαύρες χήρες», γυναίκες που έχουν χάσει τους άνδρες, τα αδέλφια και τα παιδιά τους στον πόλεμο και διψούν για εκδίκηση, έχουν χτυπήσει στόχους στη Ρωσία.
Γυναίκες βρίσκονταν και ανάμεσα στους Τσετσένους που είχαν καταλάβει το σχολείο στο Μπεσλάν το 2004. Η πρώτη «μαύρη χήρα» ήταν μια γυναίκα γνωστή με το κωδικό όνομα «Επιβάτης 28». Τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς είχε πάρει την πτήση 1303 από τη Μόσχα στο Βόλβογκραντ. Λίγα λεπτά μετά την απογείωση ενεργοποίησε εκρηκτικό μηχανισμό ανατινάζοντας το αεροπλάνο με τους 43 επιβάτες και μέλη του πληρώματος.
Ο ηγέτης των τρομοκρατών Ντόκου Ουμάροφ, που πολεμάει για τη δημιουργία ισλαμικού «εμιράτου» στον Καύκασο, απείλησε τον περασμένο μήνα με επιθέσεις «στην καρδιά» ρωσικών πόλεων. «Το αίμα δεν θα χύνεται μόνο στον Καύκασο. O πόλεμος έρχεται στις δικές τους πόλεις» είπε σε συνέντευξη στην ισλαμική ιστοσελίδα www. kavkazcenter. com.
Ο κ. Πούτιν διέταξε εισβολή στην Τσετσενία το 1999 ύστερα από κύμα πολύνεκρων βομβιστικών επιθέσεων σε πολυκατοικίες στη Μόσχα και αλλού, τις οποίες απέδωσε σε τσετσένους εξτρεμιστές. Τουλάχιστον 100.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί και περισσότεροι από 400.000 έχουν γίνει πρόσφυγες στους τσετσενικούς πολέμους της τελευταίας δεκαετίας.
Το Κρεμλίνο έχει διακηρύξει τη νίκη επί των τσετσένων αυτονομιστών, αλλά τον τελευταίο χρόνο η βία έχει κλιμακωθεί στις γειτονικές Δημοκρατίες του Νταγκεστάν και της Ινγκουσετίας.
Οι χθεσινές επιθέσεις ενδέχεται να αποτελούν αντίποινα για την έφοδο, τον περασμένο μήνα, από ρωσικές δυνάμεις στην Ινγκουσετία, τον δυτικό γείτονα της Τσετσενίας, στην οποία σκοτώθηκαν 20 αντάρτες, ανάμεσά τους ο επικεφαλής της βομβιστικής επίθεσης στην αμαξοστοιχία που εκτελούσε το δρομολόγιο Μόσχα- Αγία Πετρούπολη, τον περασμένο Νοέμβριο.