Η φωνή που είχαμε συνδέσει με την πληροφόρησή μας από τον ΟΤΕ για την ώρα «στον επόμενο τόνο» έσβησε πλήρης ημερών, αλλά όχι με χαμόγελο. Υστερα από ένα βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο, ο σύζυγος ανέλαβε να δώσει το τέλος δι΄ ασφυξίας με ένα μαξιλάρι, ενώ η επί έξι δεκαετίες σύντροφός του κοιμόταν. Ο ίδιος ακολούθησε σκληρότερα. Μη μπορώντας να πνίξει έτσι τον εαυτό του, επέλεξε, όπως διαβάσαμε, το χαρακίρι.
Είναι, δυστυχώς, απολύτως βέβαιο ότι αυτή η δραματικά οδυνηρή «τελευταία έξοδος» δύο αγαπημένων συζύγων (που δεν υπήρχε κανένας αντικειμενικός λόγος να είναι επώδυνη ούτε να φέρει τον τυπικό χαρακτηρισμό εγκλήματος) ελάχιστα θα μας ταράξει, θα ξεχαστεί αμέσως μετά τον επί πεντάλεπτο «συγκλονισμό» μας- σαν να μην έχουμε ζήσει οι περισσότεροι από μας δικούς μας ανθρώπους στους θαλάμους της κατάληξης, όπου παρατείνεται ο πόνος και ο ευτελισμός, ακόμη κι αν εκείνος που υποφέρει ζητεί τον τερματισμό τους.
Γιατί είναι βέβαιο ότι έτσι θα γίνει; Επειδή δεν είναι η πρώτη φορά που άνθρωποι ηλικιωμένοι φτάνουν σε τέτοιο σημείο, όπως δεν είναι η πρώτη φορά που «συνταράχθηκε» η κοινή γνώμη- τόσο όσο να αρχίσει το κυριακάτικο ντέρμπι και να βρει άλλο θέμα ταραχής. Ηταν το 2000, αν έχω σημειώσει σωστά, που στη Λάρισα η Μαρία και ο Ηλίας Τ. βρέθηκαν στην ίδια κατάσταση. Η γυναίκα υπερήλικη και ανήμπορη ύστερα από βαρύ εγκεφαλικό να επιζητεί τη λύτρωση. Αντί ενός γιατρού, αντί μιας παρηγοριάς και ενός ήπιου, ανώδυνου φαρμάκου, χρειάστηκε τότε για τον «φόνο» της ανακούφισης η καραμπίνα του άντρα, που αμέσως μετά την έστρεψε πάνω του για τη δική του έξοδο.
Δέκα χρόνια μετά, η ίδια ιστορία, ο ίδιος πόνος, η ίδια βεβαιότητα ότι δεν θα γίνει τίποτε. Και όσο, μοιραία, δεν έχουμε όλοι τη δυνατότητα να καταφύγουμε στην κλινική «Dignitas» στην Ελβετία ή στο υγειονομικό σύστημα της Ολλανδίας, ο επίλογος θα γράφεται πολύ συχνά μέσα στον πόνο- ή με καραμπίνες, μαξιλάρια και χαρακίρι.
Αδιάφορο το ζήτημα την ώρα που η κυβέρνηση εξαπολύει φόρους-καταιγίδα; Οχι πάντως για όσους το έχουν ζήσει δίπλα τους ή για όσους, ανεξάρτητα από προσωπική εμπειρία, θα ήθελαν να υπάρχει γι΄ αυτούς μια αξιοπρεπής διαφυγή από τον καταληκτικό πόνο, μια που το κράτος όπου διαμένουν αυτοαποκαλείται κοσμικό- και δεν εξαρτά τη στάση του έναντι της ζωής από τα «πιστεύω» σε όποιον Θεό.
Πριν από ενάμιση χρόνο στην Αγγλία οι δικαστικές αρχές σεβάστηκαν την απόφαση μιας 13χρονης, καρκινοπαθούς και ταλαιπωρούμενης από τα τέσσερά της χρόνια, να αρνηθεί κάθε νέα επέμβαση, κάθε νέα βαριά δόση φαρμάκων. Να διαλέξει την έξοδο. Εμείς θα εξακολουθούμε, κατά τα φαινόμενα, για πολύ να αφήνουμε- ακόμη και στους ενηλίκους- ανοικτό μόνο τον δρόμο των λυτρωτικών φόνων και των επώδυνων αυτοκτονιών.