«Η γυναίκα μου και εγώ θα μπορούσαμε να χαρακτηριστούμε “φιλέλληνες”. Ισως επειδή εγώ είμαι Ιρλανδός και αυτή Κολομβιανή, έχουμε μια φυσική συμπάθεια προς τους “άστατους”. “Πρέπει να προσπαθήσουμε να αγοράζουμε προϊόντα made in Greece”της είπα τις προάλλες. “Πολύ καλή ιδέα” μού απάντησε με ενθουσιασμό, ενάντια στις made in Germany οικιακές συσκευές. Ωστόσο απομείναμε και οι δύο σιωπηλοί και προβληματισμένοι, ώσπου η γυναίκα μου με ρώτησε: Εχεις υπόψη σου κάτι;”».

Οταν η κρίση στις ελληνογερμανικές σχέσεις εξαιτίας της οικονομίας αφυπνίζει ένα ζευγάρι ιρλανδών πολιτών, τότε επιστολές σαν την παραπάνω μπορούν να εμφανιστούν στην εφημερίδα «Financial Τimes» ως μια συμβολική προσπάθειά τους να υποστηρίξουν τα ελληνικά συμφέροντα. Ο Ιρλανδός κ. Τόμας Μαρ ένιωσε την ανάγκη να παρέμβει στα αλλεπάλληλα δημοσιεύματα της εφημερίδας που ασκούν δριμύτατη κριτική στην ελληνική οικονομία και να βοηθήσει τη χώρα μας να ορθοποδήσει. Παρά τις καλές προθέσεις του, όμως, δεν βρήκε εύκολα… άκρη.

«Επισκεπτόμαστε σχεδόν κάθε χρόνο την Ελλάδα για διακοπές, συνήθως στην Πάτμο, και νιώσαμε την ανάγκη να υποστηρίξουμε τη χώρα σας τώρα ακριβώς που δέχεται την πιο έντονη επίθεση» τονίζει μιλώντας στο «Βήμα». «Προφανώς οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν έθεσαν τη χώρα σε σωστή τροχιά και μεγάλο τμήμα της κριτικής που ασκείται έχει βάση. Ωστόσο, κυρίως τώρα, εμείς οι ευρωπαίοι “φιλέλληνες” θέλουμε να στηρίξουμε την ελληνική οικονομία». Το πρόβλημα είναι ότι η ελληνική οικονομία δεν τους δίνει καν… την ευκαιρία να το κάνουν!

«Α ρχίσαμε να ψάχνουμε στη βρετανική αγορά προϊόντα που κατασκευάζονται στην Ελλάδα, ώστε να ενισχύσουμε το ελληνικό εμπορικό ισοζύγιο. Η κατάσταση ήταν απογοητευτική:δεν υπάρχει σχεδόν καμία ελληνική μάρκα που να διατίθεται σε μαζικό επίπεδο στα καταστήματα του Λονδίνου!» δηλώνει κατηγορηματικά ο κ. Μαρ. «Το ελληνικό ελαιόλαδο, το ντόπιο κρασί, το μέλι- όλα αυτά που αγαπάμε ως τουρίστες στην Ελλάδαυπάρχουν μόνο σε εξειδικευμένα καταστήματα και είναι αδύνατον να τα βρει κανείς σε βρετανικά σουπερμάρκετ και παντοπωλεία. Είναι πρακτικά ανύπαρκτα στη συνείδηση του κόσμου. Ακόμη και η εμπορική εκμετάλλευση της φέτας είναι τραγικά ελλιπής» καταλήγει. Αντιθέτως, τα γερμανικά προϊόντα έχουν πρωταρχική θέση στη βρετανική οικονομία. «Στο μυαλό του μέσου Βρετανούη Γερμανία είναι συνδυασμένη με αυτοκίνητα, αξιόπιστες συσκευές και μηχανήματα υψηλής ποιότητας. Σκεφτείτε ότι δεν μπορούμε να επιβάλουμε εμπάργκο στις γερμανικές εισαγωγές, διότι χωρίς τα γερμανικά μηχανήματα δε μπορούμε καν να… παράγουμε τα βρετανικά» σχολιάζει.

Ο κ. Μαρ δεν το έβαλε κάτω. Επρεπε πάση θυσία να ανακαλύψει έναν τρόπο στήριξης της ελληνικής οικονομίας. Αρχισε να ψάχνει διεξοδικά για ελληνικά «προϊόντα» με την ευρεία έννοια του όρου- οτιδήποτε που η αγορά του θα απέφερε έσοδα στη χώρα μας. Στην προσπάθειά του στράφηκε προς την ελληνική κοινότητα του Λονδίνου. Ωστόσο τα αποτελέσματα ήταν αποκαρδιωτικά: «Δυστυχώς αντιλήφθηκα ότι οι ίδιοι οι Ελληνες του Λονδίνου δεν φέρονται όσο “πατριωτικά” θα μπορούσαν. Δεν προσπαθούν να διαφημίσουν τη χώρα τους, ούτε καν στο στοιχειώδες επίπεδο της κουζίνας ή του τρόπου ζωής. Σε ολόκληρο το Λονδίνο δεν μπορείς να βρεις ένα ελληνικό εστιατόριο που να προσφέρει αληθινή ελληνική κουζίνα, όλα τα υπέροχα φαγητά που λατρεύουμε ως τουρίστες. Αντιθέτως οι Ιταλοί και οι Κινέζοι αξιοποιούν τις κοινότητες της Διασποράς για να προωθήσουν τα προϊόντα τους. Πλέον ολόκληρη η υφήλιος γνωρίζει τι σημαίνει ιταλική ή κινεζική κουζίνα, ενώ για την ελληνική δεν γνωρίζουν σχεδόν τίποτε» σχολιάζει.

Ελλάδα- Ιρλανδία η ίδια ιστορία;

Η καταγωγή τους από χώρες που έχουν δεχθεί έντονη κριτική για την οικονομική πολιτική τους (Ιρλανδία και Κολομβία, αντίστοιχα) ενισχύει τα αισθήματα «αλληλεγγύης» προς τον… δοκιμαζόμενο ελληνικό λαό. «Η Ιρλανδία υπήρξε το μαύρο πρόβατο της Ευρώπης για χρόνια και αντιμετώπιζε τα ίδια προβλήματα με τη χώρα σας. Οικονομίες που κάποτε θεωρούνταν “σκέτη καταστροφή” μπορούν με κατάλληλους χειρισμούς να αναστρέψουν το αρνητικό κλίμα· και αφού αυτό το κατόρθωσε η Ιρλανδία, μπορεί να το κατορθώσει και η Ελλάδα» τονίζει συμβουλεύοντας «να παραμένουμε αισιόδοξοι και να προσπαθούμε διαρκώς να εφευρίσκουμε νέες επιχειρηματικές διεξόδους».