ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ Η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ που θα συγκληθεί στις 25 Μαρτίου είναι ο επόμενος σταθμός των διαπραγματεύσεων που εν πολλοίς διεξάγει η Ελλάδα με τις άλλες χώρες-μέλη της ευρωζώνης προκειμένου να αντιμετωπίσει ενδεχόμενο πρόβλημα εξυπηρέτησης των διεθνών δανειακών της αναγκών. Χθες και προχθές στις Βρυξέλλες οι υπουργοί Οικονομίας της ευρωζώνης και της ΕΕ εμφανίστηκαν περισσότερο έτοιμοι παρά ποτέ να συνδράμουν την Ελλάδα.

Ο πρόεδρος του Εurogroup και πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου κ. Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ ανακοίνωσε προς τους εκπροσώπους του Τύπου ότι «δεν απομένει πλέον παρά η ρύθμιση κάποιων τεχνικών λεπτομερειών αναφορικά με την ενδεχόμενη ενίσχυση της Ελλάδας» και πρόσθεσε ότι, σε κάθε περίπτωση, «αν η Ελλάδα τη ζητήσει», η οικονομική ενίσχυση της ευρωζώνης θα της παρασχεθεί. Ως προς τη μορφή της, ο κ. Γιούνκερ, επικαλούμενος «τον φόβο των κερδοσκόπων», απέφυγε να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες. Αποκάλυψε ωστόσο ότι δεν θα πρόκειται για εγγυήσεις των ελληνικών δανείων, αλλά για μια σειρά διμερών δανειακών συμφωνιών της Ελλάδας με ένα απροσδιόριστο προς το παρόν αριθμό κρατών-μελών της ευρωζώνης, οι οποίες θα συναφθούν υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Επί του θέματος αυτού ο υπουργός Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου αποκάλυψε χθες ότι τις τελευταίες εβδομάδες έχει συγκροτηθεί και λειτουργεί εντατικά μια επιτροπή από εκπροσώπους πολλών χωρών της ζώνης του ευρώ, η οποία ασχολείται αποκλειστικά με το ζήτημα της κοινοτικής αρωγής προς την Ελλάδα. Στην επιτροπή αυτή για ευνόητους- όπως είπε- λόγους δεν μετέχει έλληνας εκπρόσωπος.

Από την άλλη πλευρά, για τον πρόεδρο της ευρωζώνης κ. Γιούνκερ το καλύτερο ενδεχόμενο θα ήταν να μην απαιτηθεί καμία έξωθεν παρέμβαση και τα επιτόκια δανεισμού της Ελλάδας να αποκλιμακωθούν ούτως ώστε κάποια στιγμή, στο όχι ιδιαίτερα μακρινό μέλλον, η Ελλάδα να αντιμετωπίζεται από τις αγορές όπως οι άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ. Κάτι που ασφαλώς θα ήθελε και η Αθήνα να συμβεί, χωρίς ωστόσο προς το παρόν να βλέπει φως στην άκρη του τούνελ. Γ ια την ελληνική πλευρά πάντως αυτό που ο κ. Γιούνκερ αποκάλεσε «τεχνικές λεπτομέρειες» φαίνεται ότι είναι θεμελιώδους σημασίας. Ελληνικές πηγές άφηναν να εννοηθεί χθες από τις Βρυξέλλες πως πίσω από τον όρο «τεχνικές λεπτομέρειες» κρύβεται η ουσία του προβλήματος, δηλαδή το εύρος, οι διαδικασίες και οι όροι του ενδεχόμενου δανεισμού της Ελλάδας από τις χώρες της ευρωζώνης.

Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι ότι προς το παρόν ουδείς ανοίγει τα χαρτιά του. Η μεν ευρωζώνη δηλώνει «έτοιμη» να παράσχει τη βοήθεια προς την Ελλάδα αν η τελευταία τη ζητήσει, η δε Ελλάδα αρνείται να ζητήσει μια βοήθεια της οποίας τα βασικά χαρακτηριστικά παραμένουν άγνωστα. Από ελληνικής πλευράς, ο υπουργός Οικονομικών κ. Παπακωνσταντίνου σε δηλώσεις του προς τους εκπροσώπους του ελληνικού και διεθνούς Τύπου επέλεξε να δώσει ένα σαφώς αισιόδοξο τόνο: «Φεύγουμε με ένα πολύ θετικό σήμα τόσο για τη δουλειά που έχει κάνει η κυβέρνηση όσο και για τις προοπτικές ενός μηχανισμού στήριξης για την Ελλάδα, αν τον χρειαστεί» δήλωσε λίγο μετά τη λήξη του Εco/Fin. Ερωτηθείς αν από την πλευρά της Γερμανίας η πολιτική βούληση ήταν ξεκάθαρη ως προς τον μηχανισμό στήριξης της ελληνικής οικονομίας, ο κ. Παπακωνσταντίνου σημείωσε ότι η Γερμανία έχει τα δικά της εσωτερικά, πολιτικά και συνταγματικά ζητήματα, υπενθυμίζοντας ωστόσο ότι και το Βερολίνο έχει προσυπογράψει μαζί με όλους τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ την πολιτική δήλωση της 11ης Φεβρουαρίου, η οποία λέει ότι «τα μέλη της ευρωζώνης θα λάβουν αποφασιστικά και συντονισμένα μέτρα για να διασφαλιστεί η οικονομική σταθερότητα στο σύνολό της».

Ερωτηθείς, τέλος, αν η Ελλάδα, σε περίπτωση που ζητήσει οικονομική ενίσχυση θα μπορούσε να τη λάβει αμέσως, ο κ. Παπακωνσταντίνου απάντησε ότι η Ελλάδα αν ζητούσε αύριο βοήθεια θα την είχε. Συμπλήρωσε ωστόσο ότι «δεν ζητάς ποτέ κάτι προτού μάθεις τι μπορεί να σου δοθεί».