Η ελληνική κρίση αποκάλυψε ένα σοβαρό πρόβλημα της ευρωπαϊκής οικονομικής και νομισματικής ένωσης: την ανισορροπία μεταξύ της ισχυρής νομισματικής και της ασθενούς οικονομικής της πτέρυγας. Ενώ η διαχείριση της νομισματικής πολιτικής εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της ΕΚΤ, οι οικονομικές και δημοσιονομικές πολιτικές εμπίπτουν στην εθνική αρμοδιότητα. Χρειάζεται να ενισχυθούν οι μηχανισμοί συντονισμού της οικονομικής, ιδίως της δημοσιονομικής, πολιτικής για να αποφεύγονται κρίσεις όπως η ελληνική. Με γερμανική πρωτοβουλία συζητείται τώρα η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού νομισματικού ταμείου στα πρότυπα του ΔΝΤ. Ενα τέτοιο ταμείο απαιτεί πολύ χρόνο για να συσταθεί και εν τω μεταξύ οι κερδοσκόποι θα δρουν ανενόχλητοι εναντίον των αδύναμων κρίκων της ευρωζώνης. Επιπλέον, οι Γερμανοί θα επιβάλουν ασφαλώς δυσβάστακτους όρους για τη ενίσχυση του ταμείου σε κράτη που θα το χρειάζονται.

Μπορούν όμως να υπάρξουν άλλα μέτρα αλληλεγγύης που δεν απαιτούν ούτε χρόνο ούτε χρήμα. Το άρθρο 122 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΣΛΕΕ, Λισαβόνας) δηλώνει ότι το Συμβούλιο μπορεί να θεσπίζει, σε πνεύμα αλληλεγγύης μεταξύ κρατών-μελών, τα κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση της οικονομικής κατάστασης ενός κράτους-μέλους, ιδίως εάν ανακύψουν σοβαρές δυσκολίες στον εφοδιασμό με ορισμένα προϊόντα, κυρίως στον τομέα της ενέργειας. Αυτό το άρθρο δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ.

Αντιθέτως, χρησιμοποιήθηκε το άρθρο 119 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα (άρθρο 143 της ΣΛΕΕ), το οποίο δηλώνει ότι σε περίπτωση δυσχερειών ή σοβαρής απειλής δυσχερειών στο ισοζύγιο πληρωμών ενός κράτους-μέλους για το οποίο ισχύει παρέκκλιση (δηλαδή βρίσκεται εκτός της ευρωζώνης), η Επιτροπή συνιστά στο Συμβούλιο την παροχή αμοιβαίας συνδρομής που μπορεί ιδίως να συνίσταται σε συντονισμένη δράση ενώπιον άλλων διεθνών οργανισμών, στους οποίους τα κράτη-μέλη για τα οποία ισχύει παρέκκλιση δύνανται να προσφεύγουν ή σε χορήγηση περιορισμένων πιστώσεων εκ μέρους άλλων κρατών-μελών, εφόσον αυτά συμφωνούν.

Βάσει του άρθρου 119 ΣΕΚ θεσπίστηκε ο κανονισμός 332 του 2002, ο οποίος επιτρέπει τη χορήγηση δανείων σε ένα ή περισσότερα κράτη-μέλη που δεν έχουν εισαγάγει το ευρώ και που αντιμετωπίζουν ή κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν δυσχέρειες στο ισοζύγιο τρεχουσών πληρωμών ή κίνησης κεφαλαίων. Τέτοια δάνεια χορηγήθηκαν πράγματι το 2009 στην Ουγγαρία και τη Λετονία.

Τέτοιου είδους μέτρα θα μπορούσαν να ληφθούν και βάσει του άρθρου 122 της ΣΛΕΕ, αν υπήρχε πολιτική βούληση στήριξης κρατών-μελών της ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν δυσκολίες. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα μπορούσε, π.χ., να καλέσει την Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να θεσπίσουν έναν κανονισμό ο οποίος θα επέτρεπε στην ΕΚΤ ή και στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) να παρέχει(ουν) εγγυήσεις προς τράπεζες που θα παρείχαν δάνεια με καλούς όρους στα κράτη-μέλη που θα τα είχαν ανάγκη.

Τα προτεινόμενα μέτρα (εγγυήσεις της ΕΚΤ ή/ και της ΕΤΕπ) είναι άνευ κόστους. Θα απαιτούσαν εκταμίευση από την εγγυήτρια τράπεζα μόνο στην απίθανη περίπτωση χρεοκοπίας του δανειζόμενου κράτους-μέλους. Δεν απαγορεύονται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας και δεν απαιτούν τροποποίησή της. Χρειάζονται μόνο φαντασία και θάρρος από τους ευρωπαίους ηγέτες. Θα γλίτωναν όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ από τους κερδοσκόπους και θα υλοποιούσαν το πνεύμα αλληλεγγύης το οποίο επικαλείται το άρθρο 122 της ΣΛΕΕ. Αυτό το πνεύμα αλληλεγγύης είναι απαραίτητο όχι μόνο για τη στήριξη κρατών όπως η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλία, αλλά και για την προστασία του ίδιου του ευρώ από τις επιθέσεις των κερδοσκόπων. Αυτό θα ήταν το πρώτο βήμα για να προχωρήσει η ευρωπαϊκή οικονομική και νομισματική ένωση στην απαραίτητη τόνωση του οικονομικού σκέλους της, το οποίο χωλαίνει σε σχέση με το νομισματικό σκέλος.

Ο κ. Νίκος Μούσης είναι πρώην σύμβουλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.